Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Στο «φως» χαμένο χειρόγραφο του ιστορικού Κριτόβουλου για το τέλος του Βυζαντίου


Άγνωστες πτυχές των τελευταίων χρόνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και των πρώτων χρόνων μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αποκαλύπτονται σε ένα κιτρινισμένο χειρόγραφο που ήταν ξεχασμένο στο αρχείο του Παλατιού του Τόπκαπι με τον κωδικό CI3. 

Αυτόπτης μάρτυρας ιστορικών γεγονότων εκείνης της εποχής, ο εξέχων Ιμβριώτης γαιοκτήμονας Κριτόβουλος, κατέγραψε τα όσα συνέβησαν τα δύο τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για την κατάκτηση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, βασιζόμενος στα προσωπικά του βιώματα αλλά και σε αφηγήσεις συγχρόνων του.

Δεν περιορίστηκε, όμως, μόνο σ’ αυτά, αλλά συνέχισε να καταγράφει και τα όσα διαδραματίστηκαν κατά τα πρώτα 17 χρόνια μετά την Άλωση, βασιζόμενος σε πληροφορίες που είχε λόγω της προσωπικής του σχέσης τόσο με τον Πατριάρχη Γεννάδιο όσο και με το νεαρό τότε Σουλτάνο Μώαμεθ τον Πορθητή.
Το χειρόγραφο αυτό θα κυκλοφορήσει και θα παρουσιαστεί στην Κωνσταντινούπολη, στο Μουσείο του Πέρα, στις 21 Μαΐου, με τη μορφή ενός δίγλωσσου βιβλίου (ελληνικά, στην Αττική διάλεκτο, και τουρκικά), με τίτλο «Η ιστορία του Κριτόβουλου 1451-1467», από τις εκδόσεις Heyamola.

«Ο ιστορικός Κριτόβουλος πρέπει να είχε γεννηθεί μεταξύ 1400 και 1410 στην Ίμβρο. Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιχαήλ Κριτόπουλος και καταγόταν από οικογένεια ευγενών γαιοκτημόνων. Το όνομά του το άλλαξε σε Κριτόβουλος, λόγω του θαυμασμού του για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την Αττική διάλεκτο. Τέτοιες αλλαγές ονομάτων συνηθίζονταν εκείνη την εποχή» εξηγεί ο φιλόλογος Άρης Τσοκώνας, ο οποίος μετέφρασε την Ιστορία του Κριτόβουλου στα τουρκικά.

Το χειρόγραφο του Κριτόβουλου παρέχει σημαντικές πληροφορίες, οι οποίες δεν απαντώνται αλλού, για θέματα, όπως είναι οι έριδες μεταξύ των φόρου υποτελών κρατιδίων κατά τη διάρκεια της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τις σχέσεις τους με τους Οθωμανούς ή τον ανταγωνισμό Βενετών-Γενοβέζων.

Δίνει ακόμη αυθεντικές και λεπτομερείς πληροφορίες για την ανοικοδόμηση του Φρουρίου της Ρούμελης, την κατασκευή των οβίδων, τα σημεία τοποθέτησης των επικεφαλής του στρατού που πολιόρκησε την πόλη και την πρώτη οβίδα που χρησιμοποιήθηκε ποτέ.

«Ο Κριτόβουλος συνέταξε την πλέον ευρεία και αντικειμενική ιστορία της περιόδου, επωφελούμενος τόσο από Βυζαντινούς όσο και Οθωμανούς αυτόπτες μάρτυρες. Μάλιστα, η δική του αφήγηση της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης είναι η πιο καλογραμμένη σε σχέση με τους συγχρόνους του. Ακόμη, στέκεται ιδιαίτερα στο θέμα της ανοικοδόμησης και επανακατοίκησης της Κωνσταντινούπολης. Μαθαίνουμε πως ο Μωάμεθ ο Β’ επιθυμούσε να μετατρέψει την πόλη που, με την πάροδο του χρόνου, είχε χάσει την αίγλη της, και, με την τελευταία πολιορκία και τον πόλεμο, είχε αποψιλωθεί πληθυσμιακά, καεί, γκρεμισθεί και λεηλατηθεί, σε πρωτεύουσά του και ότι δαπάνησε μεγάλο τμήμα της ενέργειάς του για τον σκοπό αυτό. Έδωσε εντολή να χτισθούν το Παλαιό και Νέο Παλάτι στα πιο ωραία σημεία της πόλης, να κατασκευασθεί φρούριο στο Επταπύργιο, να επισκευασθούν τα τείχη, να οικοδομηθούν τζαμιά, χάνια, δημόσια λουτρά και να μεταφερθούν κάτοικοι στην Κωνσταντινούπολη από άλλες περιοχές που περνούσαν στην εξουσία του. Ο Κριτόβουλος κατάλαβε καλύτερα από όλους αυτήν την ανησυχία του νεαρού Σουλτάνου και μας παρέχει σχετικά τις πιο λεπτομερείς πληροφορίες» προσθέτει ο Άρης Τσοκώνας.

Το χειρόγραφο του Κριτόβουλου εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1870. Σύμφωνα με πληροφορίες που δίνει ο Άρης Τσοκώνας, μία από τις πρώτες γλώσσες στις οποίες μεταφράστηκε το βιβλίο αυτό, (το οποίο εκδόθηκε στα αγγλικά μόλις το 1954), ήταν η οθωμανική τουρκική .

« Ο βουλευτής Σμύρνης Παύλος Καρολίδης το μετέφρασε στα Οθωμανικά το 1910 και το εξέδωσε ως ένθετο στο περιοδικό Tarih-i Osmanı Encumeni, του οποίου ήταν μέλος» αναφέρει ο κ. Τσοκώνας.




Πηγή: Εφημερίδα "Καθημερινή"

Αρχαιολόγοι με ρεβόλβερ

Εκατό χρόνια αρχαιολογικών ερευνών στη Θάσο, σε ένα λεύκωμα γεμάτο αρχειακό υλικό, συγκεντρωμένο από πολλές γενιές επιστημόνων και καλλιτεχνών




Η «Πύλη του Σιληνού» στο τείχος της αρχαίας πόλης με ανάγλυφη παράσταση (1913)

Τέσσερα καπέλα και ένα ρεβόλβερ. Ο νεαρός γάλλος αρχαιολόγος που έφθανε στις αρχές του 1920 στη Θάσο φέρνοντας στο μόλις πριν από λίγα χρόνια απελευθερωμένο νησί τις συνήθειες της εποχής, εκτός από τα καπέλα του (το φελλένιο, το ψάθινο, το πάνινο και την τραγιάσκα) είχε κρίνει σκόπιμο να έχει μαζί του και ένα όπλο. Στο τετράδιό του το μέλος της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής δεν εξηγεί τους λόγους αυτής της ανάγκης, όμως οι συνθήκες που επικρατούσαν στο φτωχό νησί ίσως και να τον φόβιζαν.
Πριν από λίγα χρόνια, Απρίλιο του 1911, είχαν αρχίσει οι ανασκαφές στη Θάσο χάρη στο τουρκικό φιρμάνι που είχε εξασφαλίσει η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή σε μία εποχή όπου απαιτούνταν αριστοτεχνικές «διπλωματικές» ενέργειες. Διότι χρειάστηκε να γίνει ταυτοχρόνως διαπραγμάτευση με τον αιγύπτιο χεδίβη για τις αιγυπτιακές ιδιοκτησίες, να ζητηθεί άδεια από τα μοναστήρια του Αθω που διέθεταν κτήματα στο νησί και να γίνουν συμβόλαια με τους ιδιοκτήτες, κάτι που οι ανασκαφείς φαίνεται ότι αρχικά είχαν αγνοήσει.
Σήμερα, έναν αιώνα έπειτα από εκείνες τις δύσκολες αλλά γόνιμες ημέρες, η αποκάλυψη της σπουδαίας αρχαίας πόλης του Βορρά έχει ολοκληρωθεί. Η διαδρομή όμως αποτελεί ένα πολύτιμο αρχαιολογικό, πολιτιστικό και ιστορικό αρχείο, που περιλαμβάνεται τώρα στο λεύκωμα «100 χρόνια γαλλικές ανασκαφές στη Θάσο, 1911-2011», μία συνέκδοση της Γαλλικής Σχολής Αθηνών και των εκδόσεων Ολκός.
Ενα παζλ του οποίου τα κομμάτια - επιστολές, σχέδια, σπάνιες και συχνά ανέκδοτες φωτογραφίες από τις ανασκαφές και τα εκπληκτικά ευρήματα, 230 στο σύνολο - συνθέτουν οι συγγραφείς Αρθουρ και Ντομινίκ Μίλερ μέσα από αυτό το επετειακό λεύκωμα, το οποίο συμπίπτει με τα 100 χρόνια από την ενσωμάτωση της Θάσου στην ελληνική επικράτεια. Μέσα στο ίδιο πνεύμα άλλωστε ήταν και η έκθεση που προηγήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης το 2011 με τον ίδιο τίτλο.


Τα ευρήματα
Στην πραγματικότητα οι έρευνες της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής είχαν αρχίσει το 1856 - δέκα χρόνια μετά την ίδρυσή της -, όχι όμως συστηματικά. Εκείνη την εποχή μόνο τυχαία ήταν τα ευρήματα γλυπτών και επιγραφών που εμπλούτιζαν τις συλλογές του αιγύπτιου κυβερνήτη Toussoun Bey ή του Μ. Βουλγαρίδη, αντιπροξένου της Γαλλίας στην Καβάλα, ή ακόμη κοσμούσαν τα σαλόνια του κυβερνήτη του Λιμένα, όταν δεν τεμαχίζονταν για να χρησιμοποιηθούν σε κατασκευές ή όταν δεν τροφοδοτούσαν τις ασβεστοκάμινους.
Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τραγικές συνέπειες και για την αρχαιολογία, αφού οι ανασκαφές στη Θάσο διακόπηκαν απότομα, ενώ τρεις από τους τέσσερις πρώτους ανασκαφείς του νησιού (Adolphe-Joseph Reinach, Gustave Blum και Charles Avezou) πέθαναν. Μόλις το 1916 επιχειρήθηκε μια νέα αποστολή, οι αρχαιολόγοι όμως «χρειάστηκε να αποχωρήσουν, ύστερα από μια σύντομη ανασκαφική περίοδο, λόγω των πρακτικών δυσκολιών, των κινδύνων των αεροπορικών βομβαρδισμών και της επίσημης προειδοποίησης του στρατηγού Sarrail».


Ο κολοσσός

Το πιο σημαντικό γεγονός όμως αμέσως μετά τον πόλεμο ήταν, το 1920, η αποτοίχιση ενός αρχαϊκού κολοσσικού αγάλματος που είχε εντοπισθεί σε θραύσματα στην οχύρωση της πόλης. Τα κατέβασαν με κόπο από τις πλαγιές της Ακρόπολης μέσα σε βοϊδάμαξα και το σύνολο αποκαταστάθηκε τελικώς το 1923. Με τη δεκαετία του 1920 άλλωστε αρχίζει μια καινούργια εποχή για τις ανασκαφές στη Θάσο. Και παρ' ότι οι συνθήκες εξακολούθησαν να είναι δύσκολες - ή έστω παράξενες, αν υπολογίσει κάποιος ότι στη διατροφή των αρχαιολόγων εναλλάσσονταν ως μόνα τρόφιμα ο τόνος, το πατέ(!), οι σαρδέλες, το σκουμπρί και οι ρέγκες -, οι ανασκαφές και οι ανακαλύψεις συνεχίστηκαν.
Σήμερα οι αρχαιολόγοι γνωρίζουν ότι η Θάσος, μια παριανή αποικία του 670 π.Χ., είχε ένα από τα σπουδαιότερα νομισματοκοπεία του ελληνικού κόσμου, πλούσιο εμπόριο, κυρίως κρασιού, και απολάμβανε τα αγαθά της ευημερίας της για αιώνες. Γι' αυτό και το βιβλίο δεν είναι μια έκδοση τέχνης, αλλά παρουσίασης αρχειακού υλικού που συγκεντρώθηκε από γενιές αρχαιολόγων, φωτογράφων, αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών.


Μια πόλη γεμάτη ιερά
Ελάχιστες είναι οι πτυχές της ζωής της αρχαίας πόλης της Θάσου που δεν έχουν μελετηθεί στα 100 χρόνια ερευνών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, είτε πρόκειται για το αστικό πλαίσιο και την περιφέρειά της είτε για τους πολιτικούς και θρησκευτικούς θεσμούς ή την οικονομική και καλλιτεχνική ζωή της. Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει το θέατρο και την αγορά, με σύνολο ιερών στην κεντρική πλατεία της. Στην κορυφή της Ακρόπολης δεσπόζουν τα ιερά του Πυθίου Απόλλωνα και της Αθηνάς, ενώ στην πόλη βρίσκονται ακόμη το ιερό του Διονύσου, το ιερό του Ηρακλή, Θεσμοφόριο, αλλά και το ιερό της Αρτέμιδος, η ανασκαφή του οποίου έφερε στο φως πολυάριθμα αναθήματα, όπως ειδώλια, κεραμικά, αντικείμενα από χρυσό, ελεφαντόδοντο, χαλκό ή ορεία κρύσταλλο.
Κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από μάρμαρο στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. ήταν το τείχος αυτής της πόλης, με ένα δίκτυο πύργων που διασφάλιζε την επιτήρηση της επικράτειας. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που η Θάσος έγινε μια πόλη τόσο ισχυρή ώστε να συγκρουστεί με τα συμφέροντα ακόμη και των Αθηνών στην περιοχή.

πότε & που

Η έκδοση «100 χρόνια γαλλικές ανασκαφές στη Θάσο, 1911-2011» κυκλοφορεί εντός της εβδομάδος από τις εκδόσεις Ολκός και τη Γαλλική Σχολή Αθηνών.



Πηγή:Μ. Θερμού, Εφημερίδα "Το Βήμα"

Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

Στήλη του Κωνσταντίνου Ι- Çemberlitaş I


Η στήλη του Κωνσταντίνου είναι ένα από τα αρχαιότερα μνημεία της Πόλης , αν όχι το αρχαιότερο. Η περιοχή στην οποία βρίσκεται στην ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο χρησιμοποιούνταν ως νεκρόπολη μιας και ηταν ακριβώς έξω από τα τείχη του Βυζαντίου. Το επίπεδο εκείνης της εποχής ήταν 4 μ. πιο κάτω από το σημερινό και σε ανασκαφές που έγιναν βρέθηκαν ανέγγιχτοι τάφοι που δείχνουν ότι από πολύ παλιά η περιοχή χρησιμοποιούνταν ως νεκροταφεία. Το αρχαίο Βυζάντιο ισοπεδώθηκε από τον αυτοκράτορα Σεβήρο , η περιοχή επιχωματώθηκε σε ύψος 1,5 μ. και η νεκρόπολη χάθηκε.


Ο Μ. Κωνσταντίνος στην περιοχή έφτιαξε ένα μεγάλο φόρουμ το οποίο ήταν κυκλικό και κατείχε στη ζωή της πόλης και τις επίσημες τελετές σημαντικό ρόλο. Ο χώρος όλος καλύφθηκε με μεγάλες πλάκες ( Πλακωτόν) ,από εδώ περνούσε η Μέση οδός, η κεντρικότερη οδός της πόλης, και στις δυό κατευθύνσειςυπήρχαν πύλες στολισμένες με πολλά αγάλματα. Όλο το φόρουμ στολίστηκε με πολλά έργα αρχαίας τέχνης, χτίστηκε κτίριο της Συγκλήτου (Σενάτο), πολλά μαγαζιά και πολλές εκκλησίες.



Στη μέση αυτού του χώρου το 328 στήθηκε η στήλη η οποία μεταφέρθηκε από τη Ρώμη. Το ύψος της ήταν 50 μ περίπου και αποτελούνταν από εννιά πορφυρίτες σπόνδυλους. Στήθηκε πάνω σε ένα βάθρο που αποτελούνταν από πέντε σκαλοπάτια, υπήρχε κι ένα είδος ιερού χώρου (sanktuar) με σκάλα.


Στην κορυφή της στήλης τοποθετήθηκε άγαλμα του θεού Ήλιου με τη μορφή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου.



Υπάρχουν πολλές αντικρουόμενες πληροφορίες και μύθοι για το τι ακριβώς τοποθετήθηκε σε αυτή τη στήλη. Λέγεται ότι τοποθετήθηκαν τόσο παγανιστικά σύμβολα, όπως το Παλλάδιο που μεταφέρθηκε από τη Ρώμη,όσο και χριστιανικά όπως κομμάτι του Τιμίου Σταυρού, καρφιά της Σαύρωσης, άλλα ιερά αντικείμενα καθώς και λείψανα αγίων. Η στήλη περιζώθηκε με δακτύλιους και στο βάθρο υπήρχαν ζωγραφιές αγίων.



Το 418 μετά από πτώση ενός κομματιού από τη στήλη μπήκαν σιδερένιοι χαλκάδες για ασφάλεια. Εξαιτίας της κεντρικής της θέσης σε πάρα πολλές φωτιές που ξεσπούσαν στην πόλη
έπαθε ζημιές το 465, 475, 497-98, το 509, 512, 532, 582 και το 603. Κατά τη Στάση του Νίκα το 532 έπαθαν σοβαρές ζημιές και οι στοές του φόρουμ. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αγάλματος, η σφαίρα και το κοντάρι το 480 και το 542 έπεσαν.


Κατά τη βασιλεία του Βασιλείου του Α΄(867-886) χτίστηκε εκκλησία της Παναγίας (Θεοτόκος του Φόρου) . Στα πέριξ της εκκλησίας ξέσπασε πυρκαγιά το 932 και προκάλεσε καταστροφές.
Στους σεισμούς του 542 και 869 έπεσαν κομμάτια από τη στήλη. Το 1105 σε καταιγίδα που ξέσπασε το άγαλμα του Κων/νου και τρεις δακτύλιοι της στήλης έπεσαν. Αυτό το γεγονός προκάλεσε το θάνατο πολλών ανθρώπων. Ο Μανουήλ Α΄Κομνηνός (1143-1180) έκανε επισκευές στη στήλη και τοποθέτησε στην κορυφή της στήλης ένα αρχαίο κορινθιακό κίονα που είχε μια επιγραφή και στη θέση του αγάλματος ένα σταυρό.
Κατά τη διάρκεια της Λατινοκρατίας λεηλατήθηκε και το φόρουμ, ανάμεσα και σε αυτά που αρπάχτηκαν ήταν και ένα μεγάλο μπρούντζινο άγαλμα της Ήρας.

πηγή http://eistinpolin330.blogspot.com

Σάββατο 12 Μαΐου 2012

Τα καβείρια μυστήρια



Τα Καβείρια Μυστήρια πιθανολογείται να ήταν πελασγικής, Φρυγικής ή Φοινικικής προέλευσης . Αν και η λατρεία τους ήταν σχεδόν εξαπλωμένη σε όλη την Ελλάδα όπως και στην Μικρά Ασία έχουμε τα λιγότερα στοιχεία γι’ αυτά τα Μυστήρια
Κατά τον Ηρόδοτο οι Πελασγοί ίδρυσαν τα Καβείρια. Ο ίδιος όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Λύσανδρος είχαν μυηθεί στα μυστήρια της Σαμοθράκης.
Ο Στησίμβροτος από τη Θάσο, τον οποίο αναφέρει και ο Στράβων υποστήριζε ότι οι Κάβειροι προέρχονταν από το βουνό Κάβειρο της Φρυγίας όπου επίσης υπάρχει και πόλη Καβειρία και Κάβειρα στον Πόντο. Επίσης άλλοι υποστηρίζουν ότι οι δαίμονες αυτοί ήρθαν από την Φοινίκη (απ’ όπου είχε έρθει κατά μία εκδοχή ο Κάδμος). Τέλος άλλοι λένε ότι οι Κάβειροι είναι θεότητες που έρχονται από την Αίγυπτο με τον Κάδμο που έζησε στη Μέμφιδα κι ύστερα στην Τύρο της Φοινίκης.
Το καβίρ στις σημιτικές γλώσσες σημαίνει μεγάλος, στην αραβική γράφεται Kebir ενώ στα σανσκριτικά το Kawiras σημαίνει επίσης μεγάλος. Από την άλλη πλευρά όμως κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό το όνομα είναι ελληνικό και φαίνεται από το ρήμα καίω (καίειν – ΚαFeiροι) εφόσον και οι Κάβειροι έχουν σχέση μα τη φωτιά εφόσον ήταν παιδιά του Ήφαιστου.
Κατά τον Ηρόδοτο που επισκέφθηκε την Αίγυπτο ο μεγάλος θεός της Μέμφιδας ήταν ο Φθά ή Πτά που αποδίδεται στα ελληνικά με το όνομα Ήφαιστος.
Στην ελληνική μυθολογία οι Κάβειροι αλλά και οι θηλυκές Καβειρίδες είναι παιδιά του Ηφαίστου και της Καβειρώς. Σε μία άλλη παραλλαγή του μύθου ο Ήφαιστος και η Καβειρώ απέκτησαν τον Κάδμιλο και παιδιά του είναι οι Κάβειροι και οι Καβειρίδες .
Οι Κάβειροι είναι στην ουσία δαίμονες της γονιμικής μαγείας κάτι που προσδιορίζεται με τα όρθια αιδοία που αναπαριστάνονται. Τον ίδιο ρόλο άλλωστε έχουν οι Σάτυροι και οι Σιληνοί στα Διονυσιακά Μυστήρια.
Αναφορές του Ομήρου τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια μας δείχνουν ότι ο Αγαμέμνονας και ο Οδυσσέας, ανήκαν στον κύκλο των μυημένων αυτών των μυστηρίων .
Ο Φίλιππος ο Β΄ γνώρισε την μελλοντική του γυναίκα την Ολυμπιάδα (μητέρα του Αλέξανδρου) ενώ ήταν ιέρεια στα Μυστήρια της Σαμοθράκης, όταν αυτός πήγε να μυηθεί.
Η διαφορά από τα άλλα μεγάλα τοπικά κέντρα Μυστηρίων της Ελλάδος ήταν η μεγάλη εμβέλεια που είχαν αλλά και το ότι σ’ αυτά μπορούσαν να συμμετέχουν άνθρωποι χωρίς διάκριση φυλής, κοινωνικής τάξης και φύλου.
Και αυτά τα Μυστήρια αποτελούνταν από διάφορους βαθμούς μύησης και διαιρούνταν σε Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια. Έχουμε κι εδώ τη λατρεία της Μεγάλης Θεάς που συσχετιζόταν με ιερούς βράχους πάνω στους οποίους γίνονταν προσφορές ή θυσίες. Το όνομα της μεγάλης θεάς ήταν Αξίερος Αργότερα οι Έλληνες την ταύτισαν με τη Δήμητρα. Την έλεγαν επίσης Ηλέκτρα ή Αλέκτρα , Οδηγήτρια (Αλέκ σημαίνει προστάτης και στη δωρική διάλεκτο έχει σχέση με το φως, όπως την ίδια ρίζα έχει και το όνομα του Αλέξανδρου).
Ο αντίστοιχος αρσενικός θεός ήταν ο Κάδμιλος που αργότερα κι αυτός ταυτίστηκε με τον Ερμή. Ο Κάδμιλος σε μία στήλη κρατά το κηρύκειο όπου μέσα υπάρχουν δύο μεγάλα φίδια που συμβόλιζαν τα δύο κοσμικά πνεύματα τους Καβείρους που τους αναπαριστούσαν σαν δύο δίδυμους αδελφούς , ιθυφαλλικούς και γυμνούς . Οι Έλληνες τους ταύτισαν με τους Διόσκουρους, τους Δίδυμους γιους του Δία τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη.
Οι δύο πρώτες θεότητες είχαν κυρίως χθόνιο και υπόγειο χαρακτήρα . Η μία είναι ο θεός του κάτω κόσμου και η άλλη η σύζυγός του που οι Έλληνες αργότερα ταύτισαν με τον Άδη και την Περσεφόνη. Στην προελληνική γλώσσα λέγονται Αξιόκερσος και Αξιόκερσα.
Οι χαρακτήρες όμως των Καβείρων αλλά και ο αριθμός τους είναι διαφορετικοί από τόπο σε τόπο.
( Π.χ στη Λήμνο και στη Μακεδονία λατρευόταν μία τριάδα , ενώ στη Θήβα ένα ζευγάρι αρσενικών θεών , ο Κάβειρος κι ο Παις ). Τα ονόματά τους όμως οι πιστοί δεν τα πρόφεραν, αλλά απλώς τους ονόμαζαν «Άνακτες», όπως στην Ελευσίνα οι «Θεοί» . Το δε πρόθεμα «άξιος» σήμαινε «άγιος».
Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο π.Χ αι. όπου ευνοήθηκαν από την Μακεδονική πολιτική. Στην Όλυνθο της Χαλκιδικής βρέθηκε επιγραφή που συντελεί στο γεγονός ότι εκεί υπήρχε ναός των Καβείρων. Επίσης νομίσματα της Θεσσαλονίκης έφεραν την επιγραφή ΚΑΒΕΙΡΟΣ, ενώ άλλα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΚΑΒΕΙΡΟΙ. Επίσης στη Θεσσαλονίκη γίνονταν γιορτές και αγώνες με τα ονόματα Καβείρια Πύθια και Καβείρια επινίκια.
Η συμμετοχή στα μυστήρια δεν ήταν αναγκαστική για όσους πήγαιναν στο ιερό των Μεγάλων Θεών, όπως συνέβαινε στην Ελευσίνα. Το ιερό ήταν ανοιχτό στον καθένα για τη λατρεία των θεών σε όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις.
Ο Θέωνας ο Σμυρναίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ αι. υποστηρίζει πως η μύηση στα Καβείρια αποτελούνταν από πέντε μέρη που είναι τα εξής:
1)Καθαρμός,
2) Παράδοση της τελετής,
3)Εποπτεία
4) Ανάδεση στεφάνων ,
5) Τελειοποίηση και ευδαιμονία. Η λειτουργία των Καβειρίων άρχιζε με την δοκιμασία της προηγούμενης διαγωγής τους. Η εξομολόγηση ήταν υποχρεωτική καθαρίζοντας ψυχικά τους υποψήφιους. Κατά τη μύηση έβαζαν τον υποψήφιο πάνω σε θρόνο γι’ αυτό και η μύηση ονομαζόταν θρονισμός. Στο κεφάλι του μυούμενου έβαζαν στεφάνι ελιάς και γύρω από την κοιλιά μία κόκκινη λωρίδα που θα τον προφύλαγε από κάθε κίνδυνο.
Μετά ακολουθούσε ο ιερός χορός, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω του. Στο ιερατείο των Καβειρίων υπήρχαν οι εξής: Ο Κόης ή Κοίης που ήταν ο εξομολογητής ιερέας, οι Ανακτοτελεστές που αποφάσιζαν ποιοι απ’ αυτούς που προσέρχονταν ήταν άξιοι να μυηθούν και η Λουτροφόρος που ήταν ιέρεια που ήταν υπεύθυνη για τους καθαρμούς των υποψηφίων. Οι μυήσεις γίνονταν σε ορισμένη εποχή του χρόνου και διαρκούσαν 9 ημέρες. Σ’ αυτή τη χρονική διάρκεια έσβηναν όλα τα φώτα στο νησί και πένθος απλωνόταν σε όλο το νησί. Νηστεία και θρήνος ήταν οι εκδηλώσεις του πένθους μέχρι να έρθει το καινούριο φως από το ιερό νησί της Δήλου.
Το φως το έφερναν με πλοίο. Αν το πλοίο έρχονταν νωρίτερα περιφερόταν ανοιχτά του νησιού. Όταν έφτανε η στιγμή το πλοίο έμπαινε στο λιμάνι , οι άνθρωποι έπαιρναν το φως πιστεύοντας ότι έτσι καθαρμένοι από κάθε κακό έμπαιναν σε καινούρια ζωή, αναγεννιόντουσαν κάνοντας μια νέα αρχή .
Στη συμβολική τέλεση των μυστηρίων έχουμε την θυσία και ανάσταση του Καδμίλου ο οποίος αργότερα νυμφεύεται τη χαμένη Κόρη. Αναστημένος πια ο Καδμίλος τελεί τον ιερό γάμο που είναι και το μεγάλο μυστήριο. Σε ετρουσκικά αγγεία τη θυσία του Καδμίλου την κάνουν αδέλφια του οι Κάβειροι και στην ανάσταση που την κάνει ο Ερμής παρευρίσκονται μόνο τα αδέλφια του.
Στα Καβείρια θάβεται το αρσενικό όπως σε όλα τα μυστήρια της Μέσης Ανατολής ενώ στην Ελευσίνα θάβεται η Περσεφόνη.Στα Καβείρια ο θνήσκων θεός είναι αρσενικός που συμβολίζει τον σπόρο και ανασταίνεται για να δώσει νέα ζωή κάτι που επικράτησε και στη δική μας θρησκεία.
Γενικώς τα Καβείρια Μυστήρια στην λειτουργία τους είχαν τον θεμελιώδη σκοπό στο να επιδιώκουν την ηθικοποίηση των ανθρώπων όπως το αναφέρει και ο Διόδωρος Σικελιώτης λέγοντας «..οι μυούμενοι γίνονταν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και κατά πάντον καλλίτεροι».
Επίσης σε αυτά γίνονταν και διδασκαλίες για τη γέννηση του κόσμου και του ανθρώπου.
Δηλαδή πέρα από τη λατρεία τους και τη θρησκευτική τους υπόσταση είχαν και τον χαρακτήρα της κοινωνικής αρετής όπως άλλωστε όλα τα μυστήρια (είτε ήταν μικρά ή τοπικά είτε ήταν μεγάλα) της αρχαίας Ελλάδας.


Νέο βιβλίο με πλούσιο φωτογραφικό υλικό μας ξεναγεί στους θησαυρούς των αρχαίων Θρακών

Κείμενο: Μαρία Πέεβα


© Φωτογραφία: Οι φωτογραφία χορηγήθηκαν από την Δρ Παβλίνα Ηλίεβα
Χρυσά αντικείμενα από τον θσηαυρό του Βαλτσιτράν, βορειοκεντρικής Βουλγαρίας




Οι θεωρίες που υπάρχουν σχετικά με τους αρχαίους Θράκες, ωθούν πολλούς βούλγαρους αρχαιολόγους να αφιερώσουν τη ζωή τους στην αναζήτηση στοιχείων τα οποία θα βοηθήσουν στην σύνθεση του πολύπλοκου πάζλ που θα παρουσιάσει την πραγματική ιστορία τους. Οι χρυσοί και αργυροί θησαυροί που έχουν έρθει στο φως από την αρχαιολογική σκαπάνη, έλκουν χιλιάδες επισκέπτες από τη χώρα και το εξωτερικό στα μουσεία της Βουλγαρίας ή των άλλων χωρών στις οποίες περιοδεύουν και φέρνουν στα πέρατα του κόσμου τη φήμη της πατρίδας μας, παρουσιάζοντάς την σαν ένα "χρυσό κομμάτι γης".

Όμως οι φίλοι της ιστορίας δεν αρκούνται στα όσα βλέπουν πίσω από τις βιτρίνες των μουσείων. Ένας άλλος τρόπος να βρεθούμε κοντά στην ιστορία και τους θρακικούς θησαυρούς είναι τα βιβλία. Το τελευταίο βιβλίο-φωτογραφικό άλμπουμ που εκδόθηκε και το οποίο παρουσιάζει τη θρακική ιστορία, είναι "Οι θρακικοί θησαυροί και η Κοιλάδα των Θρακών βασιλέων". Στο βιβλίο αυτό ο φακός του φωτογράφου Νικολάι Γκένοφ έχει αποτυπώσει, με τον καλύτερο τρόπο, ακόμα και τις μικρότερες λεπτομέρειες των αρχαιολογικών ευρημάτων. Για την καταπληκτική ποιότητα του βιβλίου και για την προσφορά του στον βουλγαρικό πολιτισμό, ο εκδοτικός οίκος "Χέρμες" τιμήθηκε με ειδικό βραβείο της Ένωσης "Βουλγαρικό βιβλίο".

"Κάθε ένα από τα αντικείμενα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, είναι ένα μικρό παραμύθι για τους Θράκες", λέει η Δρ Παβλίνα Ηλίεβα, συγγραφέας του βιβλίου και διευθύντρια του αρχειακού τμήματος του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Ακαδημίας Επιστημών της Βουλγαρίας. "Όσο και αν επιζητούμε να διαχωρίσουμε τη μυθολογία από την πραγματικότητα, σε ό,τι αφορά τους θησαυρούς αυτούς, ανακαλύπτουμε ότι αυτή αποτελεί τμήμα των τελετών, τμήμα των δοξασιών και της ζωής των Θρακών. Με τον τρόπο αυτό ανακαλύπτουμε τα σύμβολα τα οποία τιμούσαν".

Αυτός είναι ο λόγος που η Δρ Ηλίεβα αποφάσισε να αρχίσει το βιβλίο της αναφερόμενη στους μύθους και τα στοιχεία που παρουσιάζουν οι αρχαίοι συγγραφείς της ιστορίας των Θρακών.

"Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, μέχρι τα μέσα της 1ης προ Χριστού χιλιετίας, η τεράστια περιοχή της Θράκης κατοικείται από ένα μωσαϊκό ανεξάρτητων φυλών που σχηματίζουν το μεγαλύτερο σε μέγεθος λαό μετά τον ινδικό", λέει η συγγραφέας. "Η πρώτη αναφορά στους Θράκες γίνεται από τον Όμηρο που στην Ιλιάδα αφηγείται τον πόλεμο της Τροίας, στον οποίο οι Θράκες ήταν σύμμαχοι των Τρώων. Ο Όμηρος περιγράφει τη Θράκη σαν "γη πλούσιων και πολεμοχαρών βασιλέων". Το δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στους θησαυρούς που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην πορεία των ετών. Εκτός από τους θησαυρούς του Βαλτσιτράν, του Ρογκοζέν και του Παναγκιούριστε, οι αναγνώστες έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν λεπτομέρειες και ανακαλύψεις οι οποίες δεν είναι πλατιά διαδεδομένες, αλλά εξίσου σημαντικές για την ιστορία. Για παράδειγμα αναφέρουμε το θησαυρό της Λέτνιτσα ο οποίος αποκαλύπτει μυθολογικές σκηνές που μιλούν για το θεϊκό χαρακτήρα της βασιλικής εξουσίας στους Θράκες. Ο θησαυρός αποτελείται από 15 αργυρά τμήματα αρματωσιάς ίππου τα οποία χρονολογούνται στην περίοδο του πρώτου ήμισυ του 4ου π.Χ. αιώνα. Στην ίδια χρονική περίοδο ανήκουν τα ευρήματα που βρέθηκαν τυχαία, κοντά στο χωριό Μπόροβο του Δήμου Ρούσε. Πρόκειται για αργυρά σκεύη πόσης που συμβολίζουν τη βασιλική εξουσία και που, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, χρησιμοποιούταν σε βασιλικές τελετές. Η εξαιρετική καλλιτεχνική αξία του θησαυρού απεικονίζεται στις υπέροχα χαραγμένες μορφές των ταύρων, της σφήγκας, του αλόγου αλλά και των υπόλοιπων σκηνών που συνδέονται με τη λατρεία του Διόνυσου και που θεωρούνται απόδειξη της πίστης των Θρακών στην αθανασία".


Αντικείμενα από τον θησαυρό από το χωριό Λέτνιτσα

Οι υπέροχες φωτογραφίες του βιβλίου, μας δίνουν τη δυνατότητα να θαυμάσουμε τη μαστοριά της κατασκευής των αντικειμένων που ανακάλυψε η αρχαιολόγος κα Ντανιέλα Αγκρέ στον βασιλικό τάφο, ο οποίος χρονολογείται στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. ο τάφος ανακαλύφθηκε στον τύμβο Γκλιάμα Μογκίλα, κοντά στα χωριά Μαλομίροβο και Ζλατίνιτσα στην περιοχή του Δήμου Γιάμπολ, νοτιοανατολικής Βουλγαρίας. Ο θησαυρός περιλαμβάνει τον πλήρη εξοπλισμό του ηγεμόνα, αλλά ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ασημένια επιγονατίδα στην οποία υπάρχει χρυσή απεικόνιση του καβαλάρη βασιλιά, η Μεγάλη μητέρα- θεά και άλλα φανταστικά πρόσωπα. Εξαιρετική σημασία έχε3ι ένα χρυσό στεφάνι, στο κέντρο του οποίου είναι χαραγμένη η μορφή της θεάς Νίκης.



Δοχεία από τον θησαυρό του Μπόροβο

Το βιβλίο-άλμπουμ είναι αφιερωμένο στον μεγάλο βούλγαρο αρχαιολόγο καθηγητή κ Γκεόργκι Κίτοφ (στην κάτω φωτογραφία, με τη χρυσή προσωπίδα Θράκα ηγεμόνα), ο οποίος έφερε στο φως σειρά σημαντικών μνημείων του θρακικού πολιτισμού. Το τρίτο μέρος του βιβλίου, εξετάζει ορισμένες από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις του, όπως η Κοιλάδα των Θρακών βασιλέων. Το 2004 ο καθηγητής Κίτοφ ανακάλυψε μια χρυσή προσωπίδα στον τύμβο Σβετίτσα, κοντά στο χωριό Σίπκα, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, ανήκε σε κάποιο από τους ηγεμόνες των Θρακών. Στον καθηγητή Κίτοφ οφείλεται η ανακάλυψη του τάφου γνωστού θράκα ηγεμόνα, το όνομα του οποίου αναφέρεται στην ιστορία.



"Έχει εξακριβωθεί ότι ο μεγαλοπρεπής ναός, που βρίσκεται στον τύμβο Γκολιάμα Κοσμάτκα κοντά στο χωριό Σίπκα, χρησιμοποιήθηκε σαν τάφος του ξακουστού θράκα ηγεμόνα Σεύθη Γ'. Ο ηγεμόνας βασίλεψε στην περίοδο 330 – 280 π.Χ.", λέει η κα Ηλίεβα. "Το μνημείο αποτελείται από ένα διάδρομο μήκους δεκατριών μέτρων και τρία δωμάτια. Η ταφή του ηγεμόνα, κρίνοντας από τον εξοπλισμό του αλλά και τα πάμπολλα αργυρά και χρυσά αντικείμενα που βρέθηκαν, ήταν εξαιρετικά πλούσια. Το πιο ενδιαφέρον αντικείμενο είναι η χάλκινη κεφαλή του Σεύθη Γ'".


Ο καθ. Κίτοφ δείχνει στα παιδιά την χάλκινη κεφαλή του Σεύθη Γ'

Διαβάζοντας και τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, ο αναγνώστης μπορεί να αποκτήσει μια εικόνα του μεγαλείου των αρχαίων Θρακών και των επιτευγμάτων του πολιτισμού τους.

Μετάφραση: Σταύρος Βανιώτης