Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός (1093-1152)



Ο πορφυρογέννητος Ισαάκιος Κομνηνός γεννήθηκε το 1093 μ.Χ. Από τον πατέρα του Αλέξιο έλαβε τον τίτλο του “καίσαρα”. Ο Ισαάκιος υπήρξε χωρίς αμφιβολία μια από τις πιό ενδιαφέρουσες και πολύπλευρες προσωπικότητες της οικογενείας των Κομνηνών. Επιδέξιος στρατηγός αλλά και άνθρωπος των γραμμάτων και της τέχνης ασχολήθηκε εντατικά με την ποίηση, τη θεολογία, και τη φιλοσοφία, αλλά και με μακρόπνοα εκκλησιαστικά και κοινωφελή έργα. Έτσι ο Θεόδωρος Πρόδρομος τον αποκαλεί, ανάμεσα σε άλλα, ικανό «...και στρατηγέίν άμα και επιστατείν ποιήμασι και φιλοσοφείν». 

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 1118, στη διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στην πρωτότοκη, γνωστή ιστοριογράφο, Άννα και τον τριτότοκο Ιωάννη, ο Ισαάκιος τάχθηκε με το μέρος του αδελφού του. Γι’ αυτό ο Ιωάννης μετά την αναγόρευση του, τον προήγαγε σε “σεβαστοκράτορα”. Η συνεργασία και η αγάπη των δύο αδελφών δεν κράτησε πολύ. Το 1123 και πριν ακόμα από το θάνατο της μητέρας του Ειρήνης, ο Ισαάκιος, σε ηλικία 30 ετών, άνδρας ψηλός, μεγαλόπρεπος και τολμηρός· καθώς ήταν “ερωτευμένος με τη βασιλεία και τον έτρωγε η επιθυμία να περιβληθεί το στέμμα”, οργάνωσε συνωμοσία ενάντια στον αδελφό του, ο οποίος έλειπε σε εκστρατεία κατά των Τούρκων και απέβλεπε στην κατάληψη του θρόνου. Η συνωμοσία αποκαλύφθηκε, ο Ιωάννης Β' αναβάλλοντας τις επιχειρήσεις επέστρεψε, ενώ ο Ισαάκιος για να μην συλληφθεί, διέφυγε. 

Τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια τα πέρασε πλάνητας στην Ανατολή, ανάμεσα στον εμίρη της Καππαδοκίας, στον δούκα της Τραπεζούντας, στον σουλτάνο του Ικονίου, στον πρίγκιπα της αρμενικής Κιλικίας και στον λατίνο βασιλιά της Ιερουσαλήμ, προσπαθώντας με την βοήθεια όλων αυτών να ανατρέψει τον αδελφό του Ιωάννη και να περιβληθεί ο ίδιος την πορφύρα. Μόνο μετά τις σημαντικές νίκες του Ιωάννη Β' στη Μικρά Ασία το 1138, απογοητευμένος από τις άκαρπες προσπάθειες του, ζήτησε τη συμφιλίωση με τον Ιωάννη και ο ανεξίκακος αδελφός του με μεγάλη ευχαρίστηση και ανοιχτόκαρδα τον δέχτηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με το γιο του. Τον επόμενο κιόλας χρόνο μπλέχτηκε πάλι σε μηχανορραφίες για την κατάληψη του θρόνου, με αποτέλεσμα να εξοριστεί το 1140 στην Ηράκλεια του Πόντου. 

Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του αδελφού του αυτοκράτορα Ιωάννη Β' το 1143, τον θρόνο κατέλαβε ο ανεψιός του Μανουήλ Γ', αφήνοντας για μια ακόμα φορά τις φιλοδοξίες και τα όνειρα του Ισαακίου ανεκπλήρωτα. Ο Μανουήλ συγχώρεσε τον θείο του, τον απάλλαξε από την εξορία και τον κράτησε κοντά του με τον ίδιο τίτλο του σεβαστοκράτορα και μάλιστα τον πήρε μαζί του στη πρώτη του εκστρατεία εναντίον των Σελτζούκων. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας η στάση του Ισαακίου στο νέο αυτοκράτορα και ανεψιό του δεν ήταν ολότελα φωτισμένη. Όταν από λάθος διαδόθηκε ότι ο Μανουήλ σκοτώθηκε, ο Ισαάκιος έσπευσε να αυτοανακηρυχθεί αυτοκράτωρ. Μόνο μετά το 1150, ίσως με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων κάποιας αρρώστιας του, σε ηλικία 50 ετών, κόπασε αυτή η φιλαρχία του. 

Το 1151/2 κατά το παράδειγμα των γονέων του και του αδελφού του, ο Ισαάκιος αποφασίζει να ιδρύσει ένα πρότυπο μοναστήρι. Η υγεία του είναι πιά κλονισμένη, αναλογίζεται τον θάνατο που πλησιάζει, αναπολεί την ζωή του και την πολιτική του δράση συνυφασμένη με συνεχείς συνωμοσίες και παράνομες πράξεις κι αποφασίζει να αναπτύξει τις πνευματικές του δραστηριότητες και να μεριμνήσει για την σωτηρία της ψυχής του. «...αλλ’ ώσπερ διατελέσας τον παρελθόντα του βίου μου δίαυλον οία περ άγονον και αναίσθητον βλάστημα, οψέποτε μόγις της μακράς αμυδρώς και χειρίστης συνήθειας ανένευσα ως εκκάρου βαθέος της αγνωσίας... προς κουφισμον τινά και συγχώρησιν των απείρων απειράκις αμαρτημάτων μου... ιερόν της θεομήτορος εκαίνισα συν Θεώ φροντιστήριον...». 

Πέρα από την καθαρά εκκλησιαστική σημασία της πράξεως αυτής, η ίδρυση της Κοσμοσώτηρας στο συγκεκριμένο τόπο είχε συγχρόνως και πολιτικοοικονομικό και στρατιωτικό χαρακτήρα. Η θέση της Βήρας δίπλα στην Εγνατία οδό και κοντά στην κορυφή του δέλτα του Έβρου διαλέχτηκε ακριβώς για τους λόγους αυτούς. Στην απέναντι κωμόπολη Κύψελα (σημ. Ipsala της Τουρκίας) κατέληγε η Εγνατία που ξεκινούσε από το Δυρράχιο της Ηπείρου και ένωνε την Ανατολή με την Δύση. Στο δέλτα κατέληγε η οδός που έφερνε τα εμπορεύματα από την Κωνσταντινούπολη μέχρι την Αδριανούπολη και από εκεί μέσο της κοίτης του ποταμού κατέληγαν στο Αιγαίο. Έτσι στα βόρεια και δυτικά υψώματα που δεσπόζουν αυτής της περιοχής και της εύφορης νότιας πεδιάδας, έρχεται ο Ισαάκιος και χτίζει μια οχυρωμένη Μονή. Γύρω από την Μονή σχεδιάζει αμέσως και ένα οικισμό, όπου συγκεντρώνονται οι κάτοικοι των γύρω χωριών. Ο σεβαστοκράτορας δαπάνησε για τα κύρια κτίσματά της Μονής σχεδόν ολόκληρη την κινητή και ακίνητη περιουσία του. Ο ίδιος προσωπικά, αν και βαριά άρρωστος, ακουμπισμένος στο ραβδί του, πήγαινε και παρακολουθούσε τις εργασίες της οικοδόμησης με κάθε λεπτομέρεια. 


Τμήμα της μαρμάρινης πλάκας που είχε τεθεί στον τάφο του Ισαακίου και βρίσκεται στο Μουσείο της Αλεξανδρούπολης

ΑΙΣΘΗΣΙΝ ΕΜΠΙΚΡΑΙΝΩ ΝΙΚᾼ ΚΑΡΑΣ ΑΛΛ’ Ω ΒΡΑΒΕΥΤΑ ΤΩΝ ΚΑΛΩΝ ΤΩΝ ΕΝΘΑΔΕ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΑΥΤΑ ΛΑΜΒΑΝΩΝ ΕΠΑΝ ΘΕΛΗΣ ΩΣ ΣΤΑΧΥΝ ΩΣ ΜΑΡΓΑΡΟΝ ΩΣΜΕΛΙ ΣΑΙΣ ΑΠΟΘΗΚΑΙΣ ΤΟΥΤΟΝΙ ΘΗΣΑΥΡΙΣΑΙΣ ΩΣ ΕΥΘΑΛΕΣ ΤΙ ΔΕΝΔΡΟΝ ΕΙΣ ΤΡΥΦΗΣ ΠΕΔΟΝ ΚΑΤΑΦΥΤΕΥΣΑΙΣ ΣΟΝ ΛΑΤΡΙΝ ΤΟΝ ΔΕΣΠΟΤΗΝ

Οξύνω την αίσθηση με τη νίκη της λογικής Αλλά συ που επιβραβεύεις με τα εγκόσμια αγαθά και που τα παίρνεις πάλι πίσω όταν εσύ θέλεις είθε να τον αποθησαυρίσεις στις αποθήκες σου αυτόν τον άρχοντα που σε λατρεύει σαν στάχυ, σαν μαργαριτάρι, σαν μέλι, είθε να τον καταφυτεύσεις σαν κάποιο θαλερό δένδρο σε πεδιάδα ευφροσύνης


Πέθανε λίγο μετά το 1152, αφού ολοκλήρωσε και συγγραφή του Τυπικού της Mονής της Βήρας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε προετοιμάσει, στο νάρθηκα του ναού της Mονής Χώρας, ένα πολυτελή τύμβο για να δεχτεί το σκήνωμά του, αλλά τελικά άλλαξε γνώμη και προτίμησε να ταφεί στην Κοσμοσώτηρα, στη Βήρα, μακριά από τη Βασιλεύουσα, όπως η περιπετειώδης ζωή του τον κράτησε μακριά της όσο ζούσε. Γι’ αυτό μετέφερε τον τύμβο στη Mονή της Κοσμοσώτηρας στη Βήρα, όπου και πραγματικά τάφηκε στο αριστερό μέρος του νάρθηκά της. Πάνω από τον τάφο του τοποθετήθηκε η εξής επιγραφή, πιθανώς συνταχθείσα από τον ίδιο, που φυλάσσεται σήμερα στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Αλεξανδρουπόλεως: 

“Αίσθησιν εμπικραίνων ή και καρδιαν αλλ’ ω βραβευτά των καλών των ενθάδε και πάλιν αυτά λαμβάνων επάν θέλης ως στάχυν, ως μάργαρoν, ως γλυκύ μέλι ταις αποθήκαις τούτον θησαυρίσαις ως ευθαλές τι δένδρον εις τρύφης πεδον καφυτεύσαις σον λάτριν τον δεσπότην”.


Μετάφραση: “Εσύ που πικραίνεις κάθε αίσθηση αλλά και την καρδιά, που βραβεύεις τις καλές πράξεις αυτού του κόσμου, και τις υπολογίζεις όπως θέλεις, σαν στάχυ, σαν μαργαριτάρι, σαν γλυκό μέλι, αποθησαύρισε στη βασιλεία σου, σαν ανθισμένο δένδρο σε ευφρόσυνη κοιλάδα και φύτευσε εκεί αυτόν τον άρχοντα που σε λάτρευσε.” 

Σήμερα ο νάρθηκας του καθολικού με τον τάφο δεν υπάρχουν παρά μόνο η ως άνω πλάκα. 

Τριάντα χρόνια μετά το θάνατο του σεβαστοκράτορα Ισαάκιου Κομνηνού, ο γιος του Ανδρόνικος Κομνηνός έγινε αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη. Αμέσως το 1183 ήρθε στη Θράκη, “τα Κύψελα καταλαμβάνει και τοις εκείσε κυνηγεσίαις ενευφρανθείς, κατά την πατρώαν αφικνείται Mονήν την εν Βήρα διακειμένην και τω του φυσάντος εφίσταται μνήματι”.


Το Τυπικό της Μονής 


Ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός, όπως έκαναν η μητέρα του Ειρήνη Δούκαινα και ο αδελφός του Ιωάννης, συντάσσει κι αυτός Τυπικό της μονής που έκτισε στη Βήρα, κανονίζοντας με κάθε δυνατή λεπτομέρεια όλη την εσωτερική ζωή και δραστηριότητα των μοναχών της.

Το κείμενο του Τυπικού, το οποίο σε γενικές γραμμές ακολουθεί το Τυπικό της Μονής της Ευεργέτιδος στην Κωνσταντινούπολη, μας αποκαλύπτει μια ποιητική διάσταση της προσωπικότητος του Ισαακίου και συγχρόνως φιλοσοφική. Πίσω από τον πολιτικό, διπλωμάτη και στρατηγό, κρύβεται ένας καλλιτέχνης που η αισθητική του έκφραση αναζητά διαρκώς την αρμονία σε πρόσωπα και πράγματα, χωρίς να λησμονεί την πραγματικότητα της ζωής. "Ικανός και στρατηγείν άμα και επιστατείν ποιήμασι και φιλοσοφείν". Ο Ισαάκιος στο Τυπικό του ανακήρυσσε την Μονή "ολότελα ελεύθερη, αυτοδέσποτη, ιδιοδέσποτη", χωρίς να υπάγεται σε καμία εξουσία, είτε βασιλική είτε πατριαρχική, αλλά και χωρίς να ορίζει κανένα Έφορό της απ’ τη γενιά του και τους κληρονόμους του. Το μοναστήρι έγινε κοινόβιο και έπρεπε οι μοναχοί να τρώνε σε τράπεζα όλοι μαζί το ίδιο φαγητό, να πίνουν το ίδιο κρασί, να φορούν τα ίδια ρούχα και παπούτσια, χωρίς εξαίρεση ούτε για τον ηγούμενο, μόνο για τους αρρώστους μοναχούς μπορούσε να κανονιστεί μια ιδιαίτερη δίαιτα. 

Ο αριθμός των μοναχών οριζόταν σε πενήντα για την υμνωδία και εικοσιτέσσερεις ακόμα, για τα διάφορα διακονήματα της Μονής, συνολικά σε 74. Δεν τον ενδιαφέρει τόσο ο αριθμός των μοναχών, όσο η θεάρεστη πολιτεία των ολίγων. Αυστηρός και έμπειρος ο σεβαστοκράτορας, όριζε πως οι μοναχοί δεν έπρεπε να είναι ευνούχοι, αλλά άνδρες όχι κάτω των 30 χρόνων. Μια εξαίρεση μπορούσε να γίνει για τους συγγενείς των ήδη μοναχών, που επέτρεπε να είναι κάτω των 30 αλλά άνω των 26 χρόνων. Νέοι κάτω των 24 ετών δεν έπρεπε να αναστρέφονται στο μοναστήρι έστω κιΑΝήταν συγγενείς του ηγούμενου ή των μοναχών. Σε κάθε κελλί θα έμεναν δύο μοναχοί, για ορισμένους όμως μπορούσε να διατάξει ο ηγούμενος να μείνουν ένας - ένας. 

Ενώ ο Ισαάκιος όριζε να γίνεται κάθε μέρα άφθονη διανομή αγαθών στον πυλώνα της Μονής, απαγόρευσε να γίνεται αυτό και στις γυναίκες. "Όχι, γράφει, γιατί μισούμε το γυναικείο φύλο, κάθε άλλο, αλλά γιατί θέλουμε να απομακρύνουμε τη διαφαινόμενη βλάβη των μοναχών απ’ την προσέλευση των γυναικών". Διανομή αγαθών και στις γυναίκες επιτρεπόταν μόνο κατά την πανήγυρη του Μοναστηριού στην επέτειο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και κατά την επέτειο του μνημοσύνου του, καθώς όριζε ο Ισαάκιος. Επίσης απαγόρευσε να μπαίνουν στο μοναστήρι γυναίκες εκτός από τις ημέρες των γιορτών της Κοιμήσεως, του Ευαγγελισμού και της Γεννήσεως της Θεοτόκου, οπότε μπορούσαν να πάνε να προσκυνήσουν στο ναό. 

Ο ηγούμενος της μονής έπρεπε να εκλέγεται από όλη την αδελφότητα, να χειροτονείται από τον μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως και να παύεται απ’ αυτόν όταν υπήρχαν καταγγελίες των μοναχών για συγκεκριμένα λάθη του. Θα ήταν συγχρόνως και ο πνευματικός της Μονής αλλά θα όριζε επίσης κι άλλους μοναχούς "επιτηδείους στο να δέχονται λογισμούς". Γενικά ο ηγούμενος ήταν πανίσχυρος μέσα στο μοναστήρι καθώς μάλιστα δεν υπήρχε και Έφορος της Μονής. Είχε δικαίωμα να έχει πλοιάρια στη Μαρίτζα, ικανά για αλιεία αλλά και χρήσιμα για να μεταφέρονται οι μοναχοί στην Αίνο. 

Για το νοσοκομείο στον περίβολο της Μονής, δυναμικότητος 36 κλινών, όριζε στο Τυπικό του ο Ισαάκιος να υπάρχει ένας γιατρός που μένει μέσα στη Μονή και ένας κληρικός που να λειτουργεί στο ιδιαίτερο ναΐδιο του χώρου για τους ασθενείς. Συγκινητική είναι η προτροπή του ιδρυτή, να προσέχουν οι αρμόδιοιώστε να μη μένει "ούτε μια ώρα άδειο ένα κρεβάτι που κάποιος δυστυχισμένος με αγωνία ζητούσε να καταλάβει". 

Ο σεβαστοκράτορας προικοδότησε το μοναστήρι της Βήρας με τα απέραντα κτήματα από γονική κληροδοσία που είχε στην Αίνο και όρισε και κείνα, από όσα είχε παραχωρήσει στους αυλικούς του, να περιέρχονται μετά το θάνατό τους στην αγαπημένη του Κοσμοσώτειρα. Επίσης παραχώρησε στο μοναστήρι ως μετόχι, το ναό του Αγ. Στεφάνου του Αυρηλιανού με τα κτίσματά του, που βρίσκονται κάτω από την κυριαρχία του σεβαστοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη. Τρεις μοναχοί της Κοσμοσώτειρας έπρεπε να μένουν στον Αγ. Στέφανο για τη θρησκευτική υπηρεσία του ναού αλλά και για να φιλοξενούν τους αδελφούς τους της Βήρας, όταν θα έρχονται για υποθέσεις της Μονής στην Βασιλεύουσα. Ακόμη, με ιδιαίτερο χρυσόβουλο κληροδοτεί στη Μονή της Βήρας και ιδιόκτητα πλοία, που μπορούσαν να προσορμίζονται στο λιμάνι της Μονής Βήρας, ίσως σε κάποιο από τα ανοίγματα του Έβρου με το δέλτα προς το θρακικό πέλαγος. 

O σεβαστοκράτορας ως κτήτορας, έχει την απαίτηση και ζητάει από τους μοναχούς να τον μνημονεύουν κάθε μέρα στις προσευχές τους για να συγχωρέσει ο Θεός τις πολλές αμαρτίες του. “Ω Θεού μήτερ και δέσποινα, ρύσαις τον προσελθόντα σοι δούλον σου και κτήτορα Ισαάκιον τη προς τον σον υιόν μεσιτεία σου της μελλούσης κολάσεως, εγκολπωσαμένη τούτον ταις αχράντοις ωλέναις σου”. Όπως και με αυστηρότητα αξίωνε από τους μοναχούς και τους κατά καιρόν ηγουμένους να μη τολμήσουν ποτέ να απεικονίσουν την μορφή του, είτε μέσα στο μοναστήρι είτε έξω, προσθέτοντας πως θα τον έχουν αντίδικο στη μέλλουσα κρίση,ΑΝ κάνουν κάτι τέτοιο.