Η πρωτοχρονιά στη Θράκη ξεποτυλίγεται μέσα στο Δωδεκαήμερο όπως σόλη την Ελλάδα. Είναι η πιο χαρούμενη ήμερα του έτους, γιατί μικροί μεγάλοι ανταλλάσσουν δώρα, ανταλλάσσουν φιλιά, ανταλλάσσουν ευχές, και τρων και πίνουν όπου κι αν κάνουν επίσκεψη. Τα τραγούδια είναι στημένα ολημερίς κι ολονυχτίς.
Τη χαρά όμως που απολαμβάνουν οι μικροί, τα παιδιά, είναι ασύγκριτη. Σαυτά στρέφεται η χαρά των γονέων κη φροντίδα. Σ’ αυτά οι ανάδοχοι — οι νουνοί φροντίζουν να δώσουν τα δώρα τους, τα“βαφτιστικά” είναι ίσα με τα δικά τους παιδιά και τα θεωρούν οι ανάδοχοι σαν δικά τους και δεν τα ξεχωρίζουν. Γι’ αυτό υπάρχει κη συνήθεια να ετοιμάσουν οι γονείς Πρωτοχρονιάτικη πήττα. Τούτη την πήττα, τα παιδιά θα τη μεταφέρουν με χαρά και πομπή στο σπίτι του νουνού ως πρωτοχρονιάτικο δώρο. Φτάνοντας προσφέρουν, την πήττα που μπορεί νάναι και μπακλαβάς και με μια σβούρα, που κρατούν στο χέρι — ένα κλαδί από βάγια —σουρβίζουν τους νουνούς απαγγέλοντας ρυθμικά:
Σούρβα, σούρβα γερό κορμί
γερό σταυρί και του χρόνου γούλ’ γέροι και καλόκαρδοι
Αλλού το συμπληρώνουν καλύτερα:
Σούρβα, σούρβα γερό κορμί γερό κορμί, γερό σταυρί
σαν ασήμι σαν κρανιά και του χρόν’ γούλ’ γεροί, και καλόκαρδοι
Στο άνοιγμα της πόρτας ψάλλουν τον Άγι Βασίλη:
Άγιο Βασίλης έρχεται Γεννάρης ξημερώνει
— Άγιο Βασίλη, πόρκεσαι και πούθε να πηγαίνης;
— Απ’ τη μάννα μ’ έρχομαι και στο σκολειό πηγαίνω.
Έτσι οι νουνοί αφού φιλοδωρήσουν τους βαπτιστικούς των, αφού τους φορτώσουν με πολλούς ξηρούς καρπούς, τους αποστέλλουν με δώρα για τους σπιτικούς. Αυτή η επίσκεψις είναι η πρώτη, που γίνεται μετά την εκκλησία. Και είναι σαν μια ιεροτελεστία με το τυπικό της απαράβατο. Αλλά και τα παιδιά όλα του λαού, όπως και τα Χριστούγεννα, γίνονται ομάδες στο πέσιμο του ήλιου και ξεκινούν στις συνοικίες να τραγουδήσουν τα πρωτοχρονιάτικα κάλανδα.
Μας ήρτε η Πρωτοχρονιά σας εύχομαι χρόνια πολλά
σας εύχομαι ευτυχία και του χρόνου με υγεία
Φίλοι μ’ αν έχετε παιδιά κι αν λείπουνε στην ξενητειά
εύχομαι να τα ιδήτε ως καθώς επιθυμήτε.
Ευτυχές το νέον έτος να το έχετε και φέτος
τι τα ζητούνε τα πολλά που καταντούνε βαρεττά;
Τα ολίγ’ αυτά αρκούνε κι αλλού τα καρτερούνε Κατευθυμώ να σας ειπώ πούρθαμε σταφεντικό δια να σας καλαντίσω
και να σας ευχαριστήσω. Στου παπού την πόρτα
κάθεται μια κόττα δος μου το μπαξίσι μου να πάγω σάλλη πόρτα.
Οταν τελείωση το τραγούδι οι σπιτικοί προσφέρουν τα παιδιά δώρα που τα λένε σουρβακίδια. Τα παιδιά εύχονται κι αποχωρούν να παν σάλλη πόρτα.
Σάλλα μέρη της Θράκης τραγουδούν τα κάλανδα όχι μόνο από βραδύς, αλλά και το πρωί μετά την εκκλησία. Πηγαίνοντας στα σπίτια τραγουδούν τον Αγιβασίλη, παίρνουν δώρα φρούτα, χρήματα κλπ. Τα δώρα αυτά τα μαζεύουν όλα σ’ ένα μέρος, και τα μοιράζονται κατόπιν. Όταν έλθουν τα Θεοφάνεια —τα Φώτα— ομάδες παιδιών με σταυρό μέσα σένα δίσκο ανάμεσα σε λουλούδια γύριζουν στα σπίτια του χωριού και ψάλλουν έξω από τα κάγκελα της αυλής το απολυτίκιο “Εν Ιορδάνη”.
Τότε βγαίνουν οι ένοικοι του σπιτιού και μευλάβεια χαιρετούν το σταυρό και προσφέρουν ό,τι έχουν. Τότε τα δώρα που μαζεύονται όλο το δωδεκαήμερο τα συγκεντρώνουν σένα σπίτι και διασκεδάζουν το βράδυ των Θεοφανείων. Το γλέντι αυτό είναι εξαιρετικά έυθιμο. Την άλλη μέρα αρχίζει ή δουλειά κι ανοίγουν τα σχολεία και η μελέτη. Τα γλέντια παύουν.
Στην Κομοτινή τα Χριστούγεννα δεν λένε κάλανδα, αλλά την Πρωτοχρονιά από βραδύς γυρνούν με ταναμμένα φανάρια στολισμένα με κορδέλλες χάρτινες και ποικιλόχρωμες, με βαπόρια και τραγουδούν τα κάλανδα από ένα τυπωμένο βιβλίο. Τα παιδιά κρατούν σφυριά ξύλινα, βαμμένα με λιγιώ - λογιώ χρώματα και μαυτά χτυπούν τις πόρτες και μαζεύουν στραγάλια, σύκα, ξυλοκέρατα, πορτοκάλια, καρύδια. ‘Όχι όμως και χρήματα. Η ποίηση των ημερών αυτών στη Θράκη είναι χωρίς σχήματα, είναι αληθινή, γεμάτη έξαρση κι αρμονία. Η λαϊκή μούσα τραγουδεί τον αγιβασίλη με χαρτί και καλαμάρι και τον καλεί να καθήση και να τραγουδήση με το λαό μαζί.
.. Εδώ παραθέτουμε από πολλά που έχουμε το τραγούδι του νοικοκύρη:
— Αφέντη μ’ αφεντίτσι μου, χίλιες φορές αφέντη
Αφέντη μου στη τάβλα σου χρυσή καντήλα καίει
Αν βάλης λάδι και κηρί φέγγει τουν κόσμουν όλουν
φέγγει και τις αρχόντισσες που κλώθουν το χρυσάφι
που δερμονίζουν τα φλουριά και κοσκινίζουν τάστρα.
Κι από τα κοσκινίσματα κερνά τα παλληκάρια.
Στο τραγούδισμα των καλάνδων πολλές φορές μεσολαβούν και διωξίματα. Δεν ανοίγουν οι πόρτες παρ’ όλα τα χτυπήματα, αλλά και τα παιδιά ξαίρουν να εκδικούνται με ωραία σκωπτικά στιχουργήματα.
Ένα τέτοιο σκωπτικό λέγονταν στο Ορτάκιοϊ της Θράκης:
— Εσένα πρέπει αφέντη μου σακκί και δεκανίκι
να σε τραβούνε τα σκυλιά και πέντε δέκα λύκοι.
Γενικά τα Θρακικά κάλαντα είναι τα καλύτερα ανάμεσα στα Πανελλήνια.
Με την ποιητική τους ομορφιά αποτελούν άξια στολίδια της νεοελληνικής λαϊκής μούσας σόλο το Πανελλήνιο. Η περισυλλογή τους και η δημοσίευσης είναι έργο της Εταιρείας Θρακικών Μελετών στην δεκαετία του 50, που σας εκπέμπει αυτές τις μουσικές εκπομπές.
Τη χαρά όμως που απολαμβάνουν οι μικροί, τα παιδιά, είναι ασύγκριτη. Σαυτά στρέφεται η χαρά των γονέων κη φροντίδα. Σ’ αυτά οι ανάδοχοι — οι νουνοί φροντίζουν να δώσουν τα δώρα τους, τα“βαφτιστικά” είναι ίσα με τα δικά τους παιδιά και τα θεωρούν οι ανάδοχοι σαν δικά τους και δεν τα ξεχωρίζουν. Γι’ αυτό υπάρχει κη συνήθεια να ετοιμάσουν οι γονείς Πρωτοχρονιάτικη πήττα. Τούτη την πήττα, τα παιδιά θα τη μεταφέρουν με χαρά και πομπή στο σπίτι του νουνού ως πρωτοχρονιάτικο δώρο. Φτάνοντας προσφέρουν, την πήττα που μπορεί νάναι και μπακλαβάς και με μια σβούρα, που κρατούν στο χέρι — ένα κλαδί από βάγια —σουρβίζουν τους νουνούς απαγγέλοντας ρυθμικά:
Σούρβα, σούρβα γερό κορμί
γερό σταυρί και του χρόνου γούλ’ γέροι και καλόκαρδοι
Αλλού το συμπληρώνουν καλύτερα:
Σούρβα, σούρβα γερό κορμί γερό κορμί, γερό σταυρί
σαν ασήμι σαν κρανιά και του χρόν’ γούλ’ γεροί, και καλόκαρδοι
Στο άνοιγμα της πόρτας ψάλλουν τον Άγι Βασίλη:
Άγιο Βασίλης έρχεται Γεννάρης ξημερώνει
— Άγιο Βασίλη, πόρκεσαι και πούθε να πηγαίνης;
— Απ’ τη μάννα μ’ έρχομαι και στο σκολειό πηγαίνω.
Έτσι οι νουνοί αφού φιλοδωρήσουν τους βαπτιστικούς των, αφού τους φορτώσουν με πολλούς ξηρούς καρπούς, τους αποστέλλουν με δώρα για τους σπιτικούς. Αυτή η επίσκεψις είναι η πρώτη, που γίνεται μετά την εκκλησία. Και είναι σαν μια ιεροτελεστία με το τυπικό της απαράβατο. Αλλά και τα παιδιά όλα του λαού, όπως και τα Χριστούγεννα, γίνονται ομάδες στο πέσιμο του ήλιου και ξεκινούν στις συνοικίες να τραγουδήσουν τα πρωτοχρονιάτικα κάλανδα.
Μας ήρτε η Πρωτοχρονιά σας εύχομαι χρόνια πολλά
σας εύχομαι ευτυχία και του χρόνου με υγεία
Φίλοι μ’ αν έχετε παιδιά κι αν λείπουνε στην ξενητειά
εύχομαι να τα ιδήτε ως καθώς επιθυμήτε.
Ευτυχές το νέον έτος να το έχετε και φέτος
τι τα ζητούνε τα πολλά που καταντούνε βαρεττά;
Τα ολίγ’ αυτά αρκούνε κι αλλού τα καρτερούνε Κατευθυμώ να σας ειπώ πούρθαμε σταφεντικό δια να σας καλαντίσω
και να σας ευχαριστήσω. Στου παπού την πόρτα
κάθεται μια κόττα δος μου το μπαξίσι μου να πάγω σάλλη πόρτα.
Οταν τελείωση το τραγούδι οι σπιτικοί προσφέρουν τα παιδιά δώρα που τα λένε σουρβακίδια. Τα παιδιά εύχονται κι αποχωρούν να παν σάλλη πόρτα.
Σάλλα μέρη της Θράκης τραγουδούν τα κάλανδα όχι μόνο από βραδύς, αλλά και το πρωί μετά την εκκλησία. Πηγαίνοντας στα σπίτια τραγουδούν τον Αγιβασίλη, παίρνουν δώρα φρούτα, χρήματα κλπ. Τα δώρα αυτά τα μαζεύουν όλα σ’ ένα μέρος, και τα μοιράζονται κατόπιν. Όταν έλθουν τα Θεοφάνεια —τα Φώτα— ομάδες παιδιών με σταυρό μέσα σένα δίσκο ανάμεσα σε λουλούδια γύριζουν στα σπίτια του χωριού και ψάλλουν έξω από τα κάγκελα της αυλής το απολυτίκιο “Εν Ιορδάνη”.
Τότε βγαίνουν οι ένοικοι του σπιτιού και μευλάβεια χαιρετούν το σταυρό και προσφέρουν ό,τι έχουν. Τότε τα δώρα που μαζεύονται όλο το δωδεκαήμερο τα συγκεντρώνουν σένα σπίτι και διασκεδάζουν το βράδυ των Θεοφανείων. Το γλέντι αυτό είναι εξαιρετικά έυθιμο. Την άλλη μέρα αρχίζει ή δουλειά κι ανοίγουν τα σχολεία και η μελέτη. Τα γλέντια παύουν.
Στην Κομοτινή τα Χριστούγεννα δεν λένε κάλανδα, αλλά την Πρωτοχρονιά από βραδύς γυρνούν με ταναμμένα φανάρια στολισμένα με κορδέλλες χάρτινες και ποικιλόχρωμες, με βαπόρια και τραγουδούν τα κάλανδα από ένα τυπωμένο βιβλίο. Τα παιδιά κρατούν σφυριά ξύλινα, βαμμένα με λιγιώ - λογιώ χρώματα και μαυτά χτυπούν τις πόρτες και μαζεύουν στραγάλια, σύκα, ξυλοκέρατα, πορτοκάλια, καρύδια. ‘Όχι όμως και χρήματα. Η ποίηση των ημερών αυτών στη Θράκη είναι χωρίς σχήματα, είναι αληθινή, γεμάτη έξαρση κι αρμονία. Η λαϊκή μούσα τραγουδεί τον αγιβασίλη με χαρτί και καλαμάρι και τον καλεί να καθήση και να τραγουδήση με το λαό μαζί.
.. Εδώ παραθέτουμε από πολλά που έχουμε το τραγούδι του νοικοκύρη:
— Αφέντη μ’ αφεντίτσι μου, χίλιες φορές αφέντη
Αφέντη μου στη τάβλα σου χρυσή καντήλα καίει
Αν βάλης λάδι και κηρί φέγγει τουν κόσμουν όλουν
φέγγει και τις αρχόντισσες που κλώθουν το χρυσάφι
που δερμονίζουν τα φλουριά και κοσκινίζουν τάστρα.
Κι από τα κοσκινίσματα κερνά τα παλληκάρια.
Στο τραγούδισμα των καλάνδων πολλές φορές μεσολαβούν και διωξίματα. Δεν ανοίγουν οι πόρτες παρ’ όλα τα χτυπήματα, αλλά και τα παιδιά ξαίρουν να εκδικούνται με ωραία σκωπτικά στιχουργήματα.
Ένα τέτοιο σκωπτικό λέγονταν στο Ορτάκιοϊ της Θράκης:
— Εσένα πρέπει αφέντη μου σακκί και δεκανίκι
να σε τραβούνε τα σκυλιά και πέντε δέκα λύκοι.
Γενικά τα Θρακικά κάλαντα είναι τα καλύτερα ανάμεσα στα Πανελλήνια.
Με την ποιητική τους ομορφιά αποτελούν άξια στολίδια της νεοελληνικής λαϊκής μούσας σόλο το Πανελλήνιο. Η περισυλλογή τους και η δημοσίευσης είναι έργο της Εταιρείας Θρακικών Μελετών στην δεκαετία του 50, που σας εκπέμπει αυτές τις μουσικές εκπομπές.