Μ. Δαμασκηνός: "Η προσκύνηση των Μάγων", β΄μισό 16ου αι.
Γράφει ο Γεράσιμος Γ. Γερολυμάτος
Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας, το σημαντικότερο ίσως για τη διεθνή χριστιανική κοινότητα, είναι η Γέννηση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού στον ταπεινό στάβλο της ιουδαϊκής πόλης Βηθλεέμ, πριν από 2012 χρόνια. Δεν αποτελεί μόνο υπερφυσικό μυστήριο, που στο επίπεδο της θεωρίας απασχόλησε και ακόμα απασχολεί τους ειδικούς επιστήμονες, θεολόγους και θεογνώστες της χριστιανικής θρησκείας. Η Γέννηση του Χριστού σηματοδότησε τεράστιες και δραματικές αλλαγές στον ρου της ανθρώπινης παγκόσμιας ιστορίας, ακόμα και στο επίπεδο της πρακτικής, όπου οι συνέπειες και τα αποτελέσματα ενός ιστορικού γεγονότος, είναι κατά τεκμήριο, περισσότερο απτά και επιδεχόμενα αξιολόγησης και ιστορικής ανάλυσης.
Η Τέχνη που πάντα ακολούθησε μια εξελικτική πορεία παράλληλη προς το εκάστοτε θρησκευτικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής της, και μάλιστα συχνά, αποκτούσε χαρακτήρα ταυτοσημίας μέσα από τις λατρευτικές μορφές που δημιουργούσε για λόγους και ανάγκες της θρησκευτικής τελετουργίας, όπως ήταν φυσικό, εισήγαγε από τα πρώτα κιόλας χρόνια του Χριστιανισμού ένα σχετικό προς τη νέα θρησκεία θεματολογικό περιεχόμενο. Σύμβολα όπως ο ΙΧΘΥΣ, η άμπελος, ο αμνός, ο Ζωοποιός Σταυρός στην αρχή, και αργότερα εικονογραφικά θέματα και σκηνές από την παρουσία του ζώντος θεού επί της γης, από τη ζωή της θεομήτορος Παναγίας, των αγγέλων, των αποστόλων, των οσίων μαρτύρων και αγίων ανθρώπων της εκκλησίας, εμφανίζονται μέσα από τα λατρευτικά έργα μιας διαμορφούμενης εκκλησιαστικής τέχνης και όχι μόνο.
Δ. Θεοτοκόπουλος: "Η Γέννηση", 16ος αι.
Η εξέλιξη της χριστιανικής θεματογραφίας, όπως σταδιακά παγιώθηκε μέσα από κλειστές εικόνες περιγραφής σημαντικών γεγονότων από την ιστορία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, με συγκεκριμένους ήρωες ιδιαίτερου τύπου μορφών και κινήσεων, με σταθερούς συμβολισμούς και πάνω από όλα, με ευλαβική προσήλωση σε ό,τι αφορά την πιστή εικαστική απεικόνιση των ιερών κειμένων και της παράδοσης, δεν ήταν μια εύκολη ή ανώδυνη υπόθεση. Χρειάστηκε να αφομοιωθούν όλες οι προγενέστερες, αλλά και οι επόμενες καλλιτεχνικές επιδράσεις, οι δογματικές και θεολογικές αντιπαραθέσεις που συχνά επέφεραν σύγχυση και αστάθεια. Χρειάστηκε επίσης στην περίοδο της εικονομαχίας, να υπερασπισθεί την ύπαρξη της, πράγμα που πέτυχε, δεν κατάφερε όμως να διατηρήσει την ενότητά της στο επίπεδο μιας κοινής θεολογικής αντίληψης και μιας ενιαίας εικαστικής έκφρασης. Η Βυζαντινή Ορθόδοξη Τέχνη στην ανατολή και η Καθολική Τέχνη στη δύση ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους και δημιούργησαν άλλα κριτήρια και αισθητικές αντιλήψεις. Παρόλα αυτά παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό συνεπείς ως προς την αποδοχή μιας κοινής θεματογραφίας, στηριζόμενες στις μαρτυρίες και στις περιγραφές των σωτηριολογικών γεγονότων των Ευαγγελίων που δεν επιδέχονται καμιά αμφισβήτηση.
Φ. Κόντογλου: "Η Γέννηση", 20ος αι.
Η Γέννηση αποτελεί ένα από τα προσφιλέστερα εικονογραφικά θέματα που αφορούν τη ζωή του Χριστού, και απεικονίζεται συχνά μέσα στα έργα της Θρησκευτικής τέχνης, όσο και της τέχνης γενικότερα. Εκφράζει το γεγονός της θεϊκής ενανθρώπισης, της μετάβασης δηλαδή από το πνευματικό στο υλικό και το αντίστροφο. Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, είναι ένα ακόμη από τα κυρίαρχα θέματα που απεικονίζεται συχνά στη χριστιανική εικονογραφία και είναι, εκ προοιμίου συνδεδεμένος με το γεγονός της Γέννησης, αφού την προαναγγέλλει στη Μαρία μέσω του αρχαγγέλου Γαβριήλ, ο οποίος δίνει «στην ευλογημένη ανάμεσα στις γυναίκες» τις κατάλληλες οδηγίες, για τις προετοιμασίες της θεϊκής έλευσης. Ανάλογες οδηγίες δίνονται από τον άγγελο και προς τον ευσεβή Ιωσήφ που έχει επιλεγεί να είναι ο πιστός σύντροφος και συμπαραστάτης της Μαρίας στις δύσκολες ώρες του υπερφυσικού τοκετού. Η χριστιανική θεματογραφία ακολουθεί με μια λογική σειρά τη χρονική αλληλουχία των γεγονότων προς το σημείο της τελείωσης. Ο Ευαγγελισμός, η Γέννηση, η προσκύνηση των μάγων, η σφαγή των νηπίων, η φυγή στην Αίγυπτο,είναι μερικά από τα διαδοχικά εικονογραφικά μοτίβα που πλαισιώνουν την κεντρική σκηνή της ιστορίας.
Giotto: "Η Γέννηση", 13ος αι.
Σύμφωνα με διάταγμα του Αύγουστου για τη φορολογική καταγραφή των κατοίκων της Ιουδαίας, έπρεπε οι πολίτες να μεταβούν στον τόπο της καταγωγής τους προκειμένου να εγγραφούν στους καταλόγους. Ο Ιωσήφ με την ήδη εγκυμονούσα Μαρία ταξίδεψαν στην μικρή πόλη της Βηθλεέμ για αυτό το σκοπό, και οπωσδήποτε εξωτερικά θα έμοιαζαν με οποιοδήποτε ζευγάρι Ιουδαίων εκείνης της εποχής. Στην πραγματικότητα όμως, τα πάντα συνέβαιναν κατά θεία οικονομία και σύμφωνα με τις παλαιές προφητείες του Μιχαίου για τη γέννηση του Μεσσία. Το ίδιο το γεγονός της Γέννησης μπορεί να ειδωθεί είτε σαν απομονωμένο εικονογραφικό στιγμιότυπο- όπως συνήθως απεικονίζεται στα έργα τέχνης- ή σαν τελική κατάληξη παράλληλων και ταυτόχρονων δράσεων που συγκλίνουν στο χώρο και στο χρόνο της Γέννησης. Για παράδειγμα, ταυτόχρονα με τη μετάβαση των Μαρίας και Ιωσήφ προς τη Βηθλεέμ, οι τρεις σοφοί Μάγοι από την Ανατολή, Βαλτάσαρ, Γκασπάρ και Μελχιόρ, ταξίδευαν επίσης προς την Ιουδαία ακολουθώντας το φωτεινό αστέρι, όπου σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους και με τις αρχαίες περγαμηνές επρόκειτο να γεννηθεί ο μέγιστος των βασιλέων. Ταυτόχρονα, ο βασιλιάς Ηρώδης θορυβημένος από τις φήμες της γέννησης ενός νέου βασιλιά, αναζητούσε τρόπους για να τον εξοντώσει. Στην εικονογραφία της Γέννησης βλέπουμε τους τρεις Μάγους γύρω από την φάτνη, να προσφέρουν στο θείο βρέφος τα συμβολικά δώρα τους, χρυσό, σμύρνα και λιβάνι. Πιο σπάνιες εικονογραφήσεις απεικονίζουν αποσπασματικά το ταξίδι των τριών Μάγων πριν, ή καθώς φτάνουν στο σπήλαιο της Γέννησης για να προσκυνήσουν τον Βασιλέα των βασιλέων.
Σε ό,τι αφορά το χώρο που εγεννήθη ο Χριστός, παρατηρείται μια απόκλιση ως προς το είδος και τη χρήση του, καθώς βλέπουμε σε μια σειρά από έργα τέχνης με εικονογράφηση της Γέννησης από καλλιτέχνες διαφόρων εποχών και ποικίλλων καλλιτεχνικών αντιλήψεων. Ο χώρος της Γέννησης απεικονίζεται με δύο βασικά μορφές, εκείνη του σπηλαίου που είναι συνηθέστερη στην Ορθόδοξη Βυζαντινή εικονογραφία, και του στάβλου ή της οικίας, που είναι συχνή στην εικονογραφία της δυτικής Καθολικής Τέχνης. Ωστόσο, το εικονογραφικό περιεχόμενο της Γέννησης, ανεξάρτητα από δόγματα, εποχές και δημιουργούς παραμένει ως προς τους βασικούς άξονες της ιδέας και τα πραγματολογικά στοιχεία που περιλαμβάνει, παρόμοιο και αρκετά συγκεκριμένο.
BenozzoGozzoli : ''Το ταξίδι των Μάγων στη Βηθλεέμ" Λεπτομέρεια τοιχογραφίας από το παρεκκλήσι στο παλάτι των Μεδίκων, μεταξύ του 1459 και 1463
Τόσο στην παρουσία των ανθρώπων που έγιναν μάρτυρες του μεγαλύτερου θαύματος και συνάμα είχαν ενεργό συμμετοχή στην εκδήλωσή του, όπως η Μαρία και ο Ιωσήφ, όσο και των ανθρώπων εκείνων που η θεϊκή μεγαλοθυμία επέτρεψε να είναι από τους πρώτους που προσκύνησαν το αποκαλυπτόμενο μεγαλείο της ενανθρώπισης του Χριστού, όπως οι τρεις Μάγοι και οι απλοϊκοί βοσκοί. Η φάτνη με το θείο βρέφος, που ακτινοβολεί μέσα στο ημίφως του σπηλαίου το άκτιστο φώς του, πλαισιώνεται συνήθως από δύο-τρία ήμερα ζώα, όπως το βόδι, το γαϊδουράκι και το πρόβατο, που συμβολίζουν πέρα από τη ζέστη που παρείχαν στο νεογέννητο με τα χνώτα τους, την υποταγή και το σεβασμό ολόκληρης της φύσης, λογικής και άλογης, στο θαύμα της γέννησης του Δημιουργού της. Άγγελοι που δοξολογούν με το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επι γής Ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» φτερουγίζουν χαρμόσυνα λουσμένοι στο άπλετο φώς του μεγάλου Αστέρα που μόλις γεννήθηκε. Μάτια σαν παιδικά στα πρόσωπα των βοσκών, διάπλατα, γεμάτα λάμψη από δέος και θαυμασμό για το μυστήριο που αντικρίζουν. Εξωτικοί ποικιλόχρωμοι Μάγοι, με ρούχα πέρα από κάθε φαντασία και πλούσια στολίδια, χρυσοποίκιλτα υφάσματα και λευκές σεβάσμιες γενειάδες, γονατίζουν δακρυσμένοι από αγαλλίαση μπροστά σε ένα βρέφος. Η Θεοτόκος νέα και όμορφη, με την ανομολόγητη χαρά της γέννησης ενός τέτοιου τέκνου, ακουμπάει το χέρι απαλά στο στήθος της, στο σημείο της καρδιάς.
Corregio: '' Άγια Νύχτα'', εικόνα για Αγία Τράπεζα. Γύρω στο 1530
Ο καλλιτέχνης, που γνωρίζει την αρχή και το τέλος της ιστορίας, παρόλη την λάμψη ζωής που της φώτιζε στα μάτια ο γιός της, θέλει να υποδηλώσει με αυτή την κίνηση ένα βαθύ συναίσθημα της Μαρίας, έναν υπαινιγμό για τον πόνο του μέλλοντος που η χαρά της γέννησης τον έχει παραμερίσει, αλλά που τελικά θα την πληγώσει κάτω από τον σταυρό.
Όμως, το χαρμόσυνο γεγονός αποδιώχνει τη θλίψη, όπως ακριβώς το φώς του νεογέννητου Χριστού διώχνει κάθε σκοτάδι, ή όπως η ζωή πεισματικά και αιώνια αντιπαλεύει το θάνατο. Κάθε μικρό σημείο, κάθε κίνηση και βλέμμα μέσα στον πίνακα του Correggio «Άγια Νύχτα» συγκλίνει προς το φωτεινό βρέφος, που είναι η ίδια η λάμψη της ελπίδας, η ενανθρώπιση του ελέους και της σωτηρίας, από τη μεγάλη και κρύα νύχτα του χειμώνα των ψυχών.
«Οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη…»
(πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό «πολιτιστική ΕΝΝΕΑΔΑ», τ. 3ο, 2001)
Παγκόσμιο θαυμασμό και ενδιαφέρον προκαλούν οι νέες αποκαλύψεις στον λόφο Καστά σχετικά με την ύπαρξη κιβωτιόσχημου τάφου και την εύρεση σκελετού, πιθανότατα θνητού που λατρεύτηκε ως θεός. Η ανασκαφική ομάδα, έπειτα από δύο εβδομάδες πυρετωδών εργασιών κατάφεραν να εισέλθουν στον υπόγειο χώρο του τρίτου θαλάμου, καταφέρνοντας να λύσουν -σε βάθος 9 μέτρων- το μυστικό της κρύπτης.
Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει για την αποκάλυψη του νεκρού της ΑμφίποληςΤα στοιχεία που παρουσιάζουν οι αρχαιολόγοι αφήνουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για την ταυτότητα του νεκρού, ο οποίος ετάφη στο μνημείο για το οποίο χρησιμοποιήθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρου στη Μακεδονία. Η αγωνία μεγαλώνει περισσότερο μετά και τις δηλώσεις της επικεφαλής της ανασκαφικής ομάδας, Κατερίνας Περιστέρη, καθώς η ίδια θεωρεί ότι ο τάφος ανήκει σε επιφανή Μακεδόνα στρατιωτικό, πιθανότατα στρατηγό, τηρώντας αποστάσεις όμως από την άποψη ότι πρόκειται για τον Μέγα Αλέξανδρο.
Εύλογα προκύπτει το εξής ερώτημα: Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ήρωας τον οποίο θα λάτρευαν τόσο πολύ εκείνη την εποχή ώστε να του φτιάξουν και να του αφιερώσουν ένα τόσο εντυπωσιακό και ιδιαίτερα δαπανηρό μνημείο; Βεβαίως, η μη ανακάλυψη (προς το παρόν) χρυσών στεφανιών, νομισμάτων ή άλλων αμύθητης αξίας θησαυρών, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο τάφος έχει συληθεί και πιθανότατα όχι μια φορά.
Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει για την αποκάλυψη του νεκρού της Αμφίπολης, μέσα από τον σκελετό που βρέθηκε στον κιβωτόσχημο τάφο. Το πρώτο βήμα για την ταυτοποίηση αυτή θα είναι η ανθρωπολογική μελέτη. Στη συνέχεια θα γίνει ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα 14 που θα αποκαλύψει, κατά προσέγγιση, πόσο έζησε ο νεκρός, ωστόσο η ανάλυση αρχαίου DNA πιθανότατα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε εξειδικευμένα εργαστήρια του εξωτερικού.
(Αριστερά η σαρκοφάγος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και δεξιά αυτά τα οποία βρέθηκαν στην Αμφίπολη)
Η σαρκοφάγος του Αλεξάνδρου αποτελεί το σπουδαιότερο έκθεμα του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κωνσταντινούπολης. Βρέθηκε στον τελευταίο από τους επτά νεκρικούς θαλάμους στη βασιλική νεκρόπολη της Σιδώνας στη Φοινίκη (σημερινός Λίβανος) στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν η περιοχή αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από τον Οσμάν Χαμντί, ιδρυτή και διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Κωνσταντινούπολης.
Η νεκρόπολη ανήκε στους βασιλείς της πόλης και χρησιμοποιήθηκε για τη ταφή τους από τα μέσα του 5ου αιώνα μέχρι και τον ύστερο 4ο αιώνα π.Χ.
Η σαρκοφάγος είναι πιθανό να φτιάχτηκε για τον Αβδαλώνυμο, τελευταίο βασιλιά της Σιδώνας, που ενθρονίστηκε από τον Αλέξανδρο μετά τη μάχη της Ισσού (333π.Χ.) και κυβέρνησε έως τον θάνατό του, το 331 π.Χ. Κατασκευάστηκε από πεντελικό μάρμαρο, από Έλληνα καλλιτέχνη προφανώς, όταν ακόμη ο Αβδαλώνυμος ήταν εν ζωή, ανάμεσα στο 325 και το 311 π.Χ.
Η παρουσία αετωμάτων, ακρωτηρίων και υδρορροών στο κάλυμμα της σαρκοφάγου παραπέμπει σε αρχαίο ελληνικό ναό. Η κορυφή της στέγης διακοσμείται με γυναικεία κεφάλια. Στις πλευρές της, αλλά και στα αετώματα, φέρει ανάγλυφες παραστάσεις με μάχες και κυνήγια, γεμάτες μορφές με περσικά ενδύματα και μορφές που είναι είτε Μακεδόνες είτε άνδρες άλλων ελληνικών πόλεων. Μερικοί από τους τελευταίους φορούν κοντό χιτώνα και φέρουν οπλισμό, ενώ άλλοι είναι γυμνοί.
Η κύρια σκηνή της σαρκοφάγου θεωρείται το κυνήγι λιονταριού στη μία μακριά πλευρά, στο οποίο συμμετέχουν ο Αβδαλώνυμος, ο Αλέξανδρος, αλλά και ο Ηφαιστίωνας, ο στενός σύντροφος του Αλεξάνδρου. Ο σκοπός αυτής της παράστασης ήταν να ενισχύσει τη βασιλική εικόνα του Αβδαλώνυμου, καθώς τον παρουσιάζει να ασχολείται με το κυνήγι, ένα κατεξοχήν άθλημα βασιλέων, και μάλιστα συντροφιά με τον κατακτητή, που είχε γίνει ο Μέγας Βασιλεύς της Ασίας.
(Σαρκοφάγος του Αλεξάνδρου-Πάνω δεξιά διακρίνεται και λιοντάρι)
(Οστέινα και γυάλινα διακοσμητικά στοιχεία φερέτρου που βρέθηκαν στον τάφο της Αμφίπολης)
Μεγαλοπρέπεια…
Το ταφικό μνημείο ήταν ιδιαίτερα ακριβό και γι' αυτό πιθανότατα πρόκειται για δημόσιο έργο. Ένα έργο που κατασκευάστηκε προκειμένου να αφιερωθεί σε έναν σπουδαίο άνδρα της εποχής. Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η συνολική περιγραφή που κάνει η ανασκαφική ομάδα στον τάφο για να δείξει το μεγαλείο του τονίζοντας ότι χρησιμοποιήθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρου στη Μακεδονία. Μαζί με τα άλλα ευρήματα (Σφίγγες, Καρυάτιδες κ.λπ.), το ύψος του τάφου (33 μέτρα) και φυσικά το λιοντάρι, δείχνουν ότι πρόκειται για μια πρωτοφανή κατασκευή.
Σημαντική είναι επίσης και η εύρεση κομματιών από τον περίβολο του τάφου, που αποκαλύφθηκαν με την απομάκρυνση των νερών της λίμνης Κερκίνης. Περιστέρη: «Η περίβολος κρύβει μυστικά και εκπλήξεις»
«Η ανασκαφή στον λόφο Καστά ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο επιστημονικό τρόπο, έχουμε έναν καταπληκτικό τάφο. Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους συνεργάτες που έδωσαν την ψυχή τους γι αυτή την ανασκαφή, από το υπουργείο Πολιτισμού μέχρι και τον τελευταίο εργαζόμενο και πέρα από αυτό θέλω να ευχαριστήσω τον πρύτανη του ΑΠΘ, που ήρθε στην ομάδα μας και τον Γρηγόρη Τσόκα για να συνεχίσουμε τον αγώνα και τη δουλειά μας στον Τύμβο. Η ανασκαφή δεν έχει σταματήσει, θα συνεχίσουμε γιατί ακόμη η περίβολος μας διαφυλάσσει πολλά μυστικά», δήλωσε η αρχαιολόγος Κατερίνα Περιστέρη κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Από την πλευρά της, η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε ότι «με την αποκάλυψη του κιβωτιόσχημου τάφου και του σκελετού του νεκρού ολοκληρώνεται η φάση αυτή της αρχαιολογικής έρευνας. Υπολείπονται πολλά να γίνουν για το συνολικό μνημείο το οποίο καλύπτει ο τύμβος Καστά. Είμαστε πραγματικά ευτυχείς που ένα τόσο σημαντικό μνημείο προστίθεται στο παζλ της ιστορίας και της αρχαιολογίας της περιοχής. Είναι πολύ σημαντικό για την περιοχή που ένα τέτοιο εύρημα, ένα τόσο σημαντικό μνημείο έρχεται να συνδεθεί με όλα τα άλλα πλούσια ευρήματα της περιοχής, αποτελώντας και συμπληρώνοντας ένα πολύ σημαντικό αναπτυξιακό πόρο για το σύνολο της Μακεδονίας και της χώρας».
Play Button
Η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού:
Σε βάθος 1,60μ. από τους σωζόμενους λίθους του δαπέδου, αποκαλύφθηκε μεγάλος κιβωτιόσχημος τάφος, κατασκευασμένος από πωρόλιθους, καθώς και σκελετόςκάποιου θνητού της εποχής, στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές ως θεού.
Ο τάφος στην Αμφίπολη
Αποκαλύφθηκε μεγάλος κιβωτιόσχημος τάφος, κατασκευασμένος από πωρόλιθους, καθώς και σκελετόςΟι εξωτερικές διαστάσεις του τάφου είναι μήκους 3,23μ., πλάτους 1,56μ. και σωζόμενου ύψους 1 μ. Ωστόσο, βρέθηκαν, κατά την ανασκαφή, ορθοστάτες από την ανωδομή του τάφου, που μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε ότι το ύψος του έφθανε τουλάχιστον το 1,80μ.
Εντός του τάφου δημιουργήθηκε μια επιμήκης βάθυνση πλάτους 0,54μ. και μήκους 2,35μ.
Πρόκειται για τη θέση στην οποία τοποθετήθηκε ξύλινο φέρετρο. Βρέθηκαν, διάσπαρτα, σιδερένια και χάλκινα καρφιά, καθώς και οστέινα και γυάλινα διακοσμητικά στοιχεία του φερέτρου.
Οστέινα και γυάλινα διακοσμητικά στοιχεία του φερέτρου που βρέθηκαν εντός του τάφου
Επισημαίνεται ότι το συνολικό ύψος του τρίτου θαλάμου από την κορυφή της θόλου έως τον πυθμένα του τάφου είναι 8,90μ.
Εντός του τάφου βρέθηκε ο σκελετός του νεκρού. Είναι προφανές ότι το ανθρωπολογικό υλικό θα εξεταστεί από ειδικούς επιστήμονες. Είναι, εξίσου, προφανές ότι θα γίνουν όλες οι έρευνες τις οποίες απαιτεί η σύγχρονη επιστήμη.
Το ταφικό συγκρότημα στον λόφο Καστά είναι ένα δημόσιο έργο, που για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρου που έχει ποτέ χρησιμοποιηθεί στη Μακεδονία. Να σας θυμίσω τα στοιχεία της μοναδικότητάς του: τύμβος ύψους 33μ. και επ᾽ αυτού το βάθρο με το υπερμέγεθες λιοντάρι, συνολικού ύψους 15,84. Οι σφίγγες, οι καρυάτιδες και το υπέροχο ψηφιδωτό με την αρπαγή της Περσεφόνης, αλλά και τα μαρμάρινα ζωγραφισμένα επιστύλια, τα οποία, αυτήν τη στιγμή, συντηρούνται στο εργαστήριο του Μουσείου Αμφίπολης. Επισημαίνεται το πρωτοφανές ύψος του συνόλου της κατασκευής.
Επομένως, αυτό το μνημείο αποτελεί μοναδική και πρωτότυπη σύνθεση ποικίλων χαρακτηριστικών.
Πιθανότατα, πρόκειται για μνημείο αφηρωισμένου νεκρού, δηλαδή θνητού στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές από την κοινωνία της εποχής του. Ο νεκρός ήταν εξέχουσα προσωπικότητα, καθώς μόνον έτσι εξηγείται η κατασκευή αυτού του μοναδικού ταφικού συγκροτήματος.
Προκειμένου να δρομολογηθούν οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου, μελετώνται συστηματικά τα διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία έχουν ταυτιστεί και αποδοθεί στον περίβολο. Πρόκειται για 500 περίπου μαρμάρινα μέλη, που βρίσκονται στη γύρω περιοχή, εκεί όπου σήμερα είναι τοποθετημένο το λιοντάρι, ενώ καθώς αποσύρθηκαν, προ ολίγων ημερών, τα νερά της λίμνης Κερκίνης, αποκαλύφθηκαν περισσότερα από εκατό μέλη του περιβόλου, όπως γείσα, ορθοστάτες και στέψεις. Είχαν μεταφερθεί το 1936 από την Ούλεν, η οποία είχε αναλάβει την κατασκευή του φράγματος της Κερκίνης.
Στο πλαίσιο των αρχαιολογικών ερευνών στον τύμβο έγινε έλεγχος και δειγματοληψία των ιζημάτων, εσωτερικά και εξωτερικά του τάφου, όπως και γεωτρητικός έλεγχος του υπεδάφους του, ώστε να διαπιστωθεί το γεωλογικό υπόβαθρο. Τα ιζήματα αποτελούνται από εναλλαγές άμμου και μάργας, λιμναίας προέλευσης.
Για τις επόμενες ημέρες προβλέπεται η ολοκλήρωση του κοσκινίσματος των χωμάτων, η ολοκλήρωση των υποστυλωτικών εργασιών και η συνέχιση των εργασιών συντήρησης στο μνημείο, αλλά και των ευρημάτων στο εργαστήριο του Μουσείου της Αμφίπολης. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη συντήρηση των τμημάτων του ελλείποντος μέρους του ψηφιδωτού.
Σχέδιο του Υπουργείου Πολιτισμού
Γεωφυσικές διασκοπήσεις
1. Η γεωφυσική διασκόπηση θα γίνει από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ειδικότερα από το εργαστήριο Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής, το οποίο διευθύνεται από τον καθηγητή Γρηγόρη Τσόκα, έπειτα από πρόταση του πρυτάνεως καθηγητή Περικλή Μήτκα. Σημειώνεται ότι το ΑΠΘ έθεσε στη διάθεση του Υπουργείου Πολιτισμού όχι μόνον την τεχνογνωσία του αλλά και πόρους του πανεπιστημίου.
2. Για τη διερεύνηση του τύμβου Καστά θα χρησιμοποιηθεί, κυρίως, η μέθοδος της ηλεκτρικής τομογραφίας, στην ανάπτυξη της οποίας έχει συμβάλει καθοριστικά το συγκεκριμένο εργαστήριο. Η μέθοδος συνίσταται στην ηλεκτρική απεικόνιση του υπεδάφους, παρόμοια με την ιατρική τομογραφία. Έχει, δε, αποδώσει σε εξερεύνηση άλλων τύμβων (π.χ. Απολλωνία, Κιλκίς, Βεργίνα, Αργολίδα κ.α).
Συνέντευξη Τύπου και νέα ενημέρωση
Στις 22 Νοεμβρίου, ο υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Κ. Τασούλας θα δώσει συνέντευξη στο Μουσείο της Αμφίπολης, στις 13.00, σχετικά με τα ευρήματα και την επόμενη φάση των εργασιών στον τύμβο Καστά.
Στις 29 Νοεμβρίου, ημέρα Σάββατο και ώρα 11.00, θα παρουσιαστούν τα αποτελέσματα της ανασκαφικής περιόδου στον λόφο Καστά, από την έφορο Αρχαιοτήτων Σερρών Κ. Περιστέρη και τους συνεργάτες της, στην Αθήνα, στο Αμφιθέατρο του Υπουργείου Πολιτισμού.
Παγκόσμιος θαυμασμός για την Αμφίπολη
«Ο σκελετός θα μπορούσε να λύσει το αίνιγμα του αρχαίου ελληνικού τάφου», αναφέρει η Washington Post, προβάλλοντας ανταπόκριση του ειδησεογραφικού πρακτορείου Assosciated Press.
Η ιστοσελίδα του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου ABC προβάλλει επίσης το θέμα με τον ίδιο τίτλο, για το ενδεχόμενο ο σκελετός «να λύσει το αίνιγμα» της Αμφίπολης. Όπως σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ο σκελετός θα μπορούσε να βοηθήσει τους αρχαιολόγους να λύσουν το αίνιγμα για το ποιος θάφτηκε στο μεγαλειώδη τάφο, γύρω στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., στο λυκόφως της βασιλείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στα δημοσιεύματα υπογραμμίζεται και ότι ο Μέγας Αλέξανδρος θάφτηκε στην Αίγυπτο, αλλά ο τάφος του δεν έχει εντοπιστεί.
Το θέμα του Euronews έχει τίτλο «Ελλάδα: Τάφος και σκελετός ανακαλύφθηκαν στην αρχαία Αμφίπολη».
Το άρθρο του BBC έχει τίτλο «Σκελετός από την εποχή του Αλεξάνδρου βρέθηκε στον τάφο της Αμφίπολης στην Ελλάδα».
Το άρθρο του Reuters έχει τίτλο «Σκελετικά υπολείμματα βρέθηκαν σε τάφο από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου».
Μονόγραμα του Ταρχανιώτη σε πύργο του κάστρου του Διδυμοτείχου
Ο οίκος
Οι Ταρχανειώτες, το όνομα των οποίων προέρχεται, το πιθανότερο, από τον τόπο καταγωγής τους, τον οικισμό Ταρχάνειον κοντά στα Κύψελα της Θράκης,1 εμφανίστηκαν στο προσκήνιο της ιστορίας την περίοδο της βασιλείας του Βασιλείου Β' (Βουλγαροκτόνου) (963/976-1025). Κατέλαβαν υψηλά αξιώματα στην κρατική ιεραρχία και κατά καιρούς διατέλεσαν επικεφαλής στρατιωτικών μονάδων, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στα πολιτικά και στρατιωτικά δρώμενα του βυζαντινού κράτους. Έδρασαν κυρίως στο δυτικό τμήμα του και ειδικότερα στη Μακεδονία και στην Ιταλία.
Επιφανή μέλη στο πεδίο της μάχης (10ος-11ος αιώνας)
Το 999 ο Γρηγόριος Ταρχανειώτης, με το αξίωμα του κατεπάνω της Ιταλίας, ανέλαβε με επιτυχία την απομάκρυνση των Σαρακηνών από τη χώρα, ενώ λίγο αργότερα ο Βασίλειος Ταρχανειώτης έλαβε το αξίωμα του στρατηλάτη της Δύσης. Άλλα μέλη της οικογένειας έδρασαν στην Ανατολή, όπως ο Ιωσήφ Ταρχανειώτης, ο οποίος το 1071 συνόδευσε τον Ρωμανό Δ' (Διογένη) (1068-1071) στην εκστρατεία του εναντίον των Σελτζούκων στην Αρμενία και αργότερα ανέλαβε δούκας της Αντιόχειας.
Επιγαμίες Ταρχανειωτών
Κατά τον 11ο αιώνα η κοινωνική θέση των Ταρχανειωτών ενισχύθηκε μέσω της σύναψης επιγαμιών με τους οίκους των Βρυεννίων και αργότερα τωνΚομνηνών. Ωστόσο, επί Κομνηνών(1081-1183) δεν τους παραχωρήθηκαν σημαντικά αξιώματα, με εξαίρεση τον Ιωάννη Ταρχανειώτη, ο οποίος έλαβε το αξίωμα του πρώτου του Αγίου Όρους Άθω, το υψηλότερο εκκλησιαστικό αξίωμα που είχε πάρει ποτέ μέλος της οικογένειας, και τον έτερο Ιωάννη Ταρχανειώτη, που έλαβε το αξίωμα του πρωτοπροέδρου.
Μεγαλύτερη ακμή γνώρισε η οικογένεια το 13ο αιώνα, μετά τη σύναψη επιγαμίας με τον οίκο των Παλαιολόγων, οπότε ο μέγας δομέστικοςΝικηφόρος Ταρχανειώτης νυμφεύθηκε, ύστερα από εντολή του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222-1254), τη Μαρία Παλαιολογίνα, μεγαλύτερη αδελφή του Μιχαήλ Παλαιολόγου, μετέπειτα Μιχαήλ Η' (1258-1261: Νίκαια / 1261-1282: Κωνσταντινούπολη). Οι Ταρχανειώτες συγκαταλέγονταν στο εξής στις πλέον επιφανείς αριστοκρατικές οικογένειες και είχαν στην κατοχή τους μεγάλες εκτάσεις γης στην περιοχή της Σμύρνης.2 Την ίδια περίπου εποχή ο πρωτοστράτορας Μιχαήλ Δούκας Γλαβάς Ταρχανειώτης νυμφεύθηκε τη Μαρία Δούκαινα Κομνηνή Βράναινα Παλαιολογίνα.
Επιφανή μέλη στο πεδίο της μάχης (13ος-14ος αιώνας)
Γραβούρα με απεικόνιση ενός Έλληνα «στρατιότο» με τον τυπικό οπλισμό του
Στα χρόνια της δυναστείας των Παλαιολόγων (1261-1453) οι Ταρχανειώτες εξακολούθησαν να λαμβάνουν υψηλά αξιώματα και τίτλους, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στην αυτοκρατορία. Ο Μιχαήλ Δούκας Γλαβάς Ταρχανειώτης πολέμησε υπό τον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο (1261-1282) και τον Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο (1282-1328) εναντίον των Βουλγάρων, των Σέρβων και των Ανδεγαυών. Ο Ιωάννης Ταρχανειώτης, γιος του μεγάλου δομέστικου Νικηφόρου Ταρχανειώτη, αν και ηγετικό στέλεχος του κινήματος των αρσενιατών, ηγήθηκε το 1298 εκστρατείας εναντίον των Οθωμανών στη Μικρά Ασία. Στην επικράτεια της Μικράς Ασίας έδρασε αργότερα και ο πιγκέρνηςΑλέξιος Δούκας Φιλανθρωπηνός, ανιψιός του Ιωάννη, που εντέλει σφετερίστηκε το θρόνο του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου.
Σχέσεις με την αυτοκρατορική εξουσία
Επί Μιχαήλ Η' και Ανδρονίκου Β' ορισμένα μέλη του οίκου των Ταρχανειωτών, που ανήκαν στην παράταξη των αρσενιατών, ήρθαν σε σύγκρουση με την κεντρική εξουσία, αντιμετώπισαν βαριές κατηγορίες και τιμωρήθηκαν με την ποινή της φυλάκισης.
Το 1347 ο Ιωάννης ΣΤ' Καντακουζηνός (1347-1354), δισέγγονος του Νικηφόρου Ταρχανειώτη, ανήλθε στο θρόνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έπειτα από πεισματική διεκδίκηση. Στο πλευρό του συντάχθηκαν πολλά μέλη της οικογένειας των Ταρχανειωτών, όπως ο Μανουήλ Κουρτίκης Ταρχανειώτης, έμπιστος συνεργάτης του από την ταραγμένη περίοδο του εμφύλιου πολέμου (1341-1347), και ο πρωτοστράτορας Κωνσταντίνος Ταρχανειώτης, ο οποίος στις 28 Ιουλίου 1351 ηγήθηκε των βυζαντινών στρατευμάτων στη μάχη εναντίον των Γενουατών του Γαλατά.
Μετά την πτώση του Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνού οι Ταρχανειώτες συνέχισαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στα δρώμενα της αυτοκρατορίας και να κατέχουν υψηλά αξιώματα.
Επιφανή μέλη στην Ιταλία και στη Ρωσία
Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453, ορισμένα μέλη της οικογένειας των Ταρχανειωτών κατέφυγαν στη Δύση. Στην Ιταλία έδρασαν ο λόγιος Παύλος Ταρχανειώτης και ο ανιψιός του Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανειώτης, που διακρίθηκε ως ποιητής, και λίγο αργότερα ο ιστορικός Ιωάννης Ταρχανειώτης. Την ίδια περίοδο άλλα μέλη της οικογένειας κατέφυγαν στη Ρωσία, όπου έλαβαν σημαντικά αξιώματα. Ο Γεώργιος Ταρχανειώτης υπήρξε διακεκριμένος διπλωμάτης του ηγεμόνα της Ρωσίας Ιωάννη Γ' (1458-1505), ενώ ο αδελφός του Δημήτριος και ο ανιψιός του Γεώργιος απέκτησαν τον τίτλο του βογιάρου στην υπηρεσία της Ζωής-Σοφίας Παλαιολογίνας, συζύγου του Ιωάννη Γ'. Οι απόγονοί τους κατείχαν υψηλά αξιώματα στη ρωσική αυλή μέχρι και το 17ο αιώνα, οπότε σταματούν οι αναφορές.
1. Ο Moravcsik θεωρεί ότι το όνομα Ταρχανειώτης προέρχεται από την τουρκομανική λέξη tarquan (σιδηρουργός) ή από το βουλγαρικό αξίωμα ταρκάνος. Βλ. σχετικάMoravcsik, G., Byzantinoturkika II (Berlin 1958), σελ. 299-300. Ο Cahen θεωρεί ότι οι Ταρχανειώτες κατάγονταν από τη Γεωργία, βλ. Cahen, C., “La campagne de Mantzikert d’après les sources musulmanes”, Byzantion 9 (1934), σελ. 630-631. Βλ. επίσης Άμαντος, Κ.,«Σύμμεικτα: Πόθεν το όνομα Ταρχανειώτης», Ελληνικά 2 (1929), σελ. 435-436.
2. Η οικογένεια των Ταρχανειωτών σημειώνεται στο ιστορικό έργο του Παχυμέρη: Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαί ιστορίαι, Bekker, Ι. (ed.), Georgii Pachymeres de Michaele et Andronico Palaeologis libri trecedim 1 (CSHB, Bonn 1835), σελ. 21.
Οι Βυζαντινοί δεν είχαν τη συνήθεια του πρωινού. Έτρωγαν το «άριστον«, το πρώτο φαγητό της ημέρας όχι το πρωί, όπως οι αρχαίοι Έλληνες, αλλά γύρω στο μεσημέρι. Ακολουθούσε το γεύμα το απόγευμα και το βράδυ, πριν βασιλέψει ο ήλιος, το δείπνο, που ήταν κατά κανόνα το πιο μεγάλο και δαπανηρό φαγητό.
Το πιο σημαντικό στοιχείο της καθημερινής διατροφής ήταν το ψωμί. Οι ποιότητες ψωμιού ήταν διάφορες, ανάλογες με το είδος του αλευριού αλλά και του τρόπου με τον οποίο άλεθαν τα δημητριακά. Έτρωγαν ψωμί σταρένιο αλλά και από κριθάρι.
Τα κρέατα τρώγονταν με τους παραδοσιακούς τρόπους, δηλαδή ψητά (εψητά ή οφτά), βραστά (εφτά ή εκζεστά) και παστωμένα (ταρίχη). Πρώτα στην προτίμηση των βυζαντινών ήταν το αρνίσιο και το κατσικίσιο κρέας. Αναφέρεται επίσης και μαγείρεμα χοιρινού με ελαφίσιο κρέας και κομμάτια από λαγό. Τα μικρά γουρουνόπουλα, «γαλαθηνοί ή δέλφακες» στη σούβλα ήταν περιζήτητα. Τα άλειφαν μάλιστα πριν τα ψήσουν με ένα μείγμα από κρασί και μέλι. Το βοδινό το προτιμούσαν βραστό. Το «κρασάτο λαγομαγείρεμα» ήταν από τα πιο νόστιμα εδέσματα. Για να γίνει μάλιστα πιο πικάντικο, έβαζαν μέσα πιπεράδες και άλλα μπαχαρικά.
Πολύ συχνά τα ορνίθια και οι φασιανοί πλούτιζαν τα τραπέζια και τρώγονταν με τους παραδοσιακούς τρόπους, ψητά, τηγανιτά ή βρασμένα. Με τον ίδιο τρόπο έτρωγαν και τα αυγά τους. Ο ποιητής του 12ου αι., Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος μιλάει με ενθουσιασμό για τα «διπλοσφουγγάτα«, δηλ. την ομελέτα. Το τυρίαφού το αλάτιζαν το έβαζαν μέσα σε «πήλινα γαστρία» για να το διατηρήσουν. Έφτιαχναν τυρί πρόβειο, κατσικίσιο και αγελαδινό. Το τυρί τρωγόταν και τηγανισμένο. Γνώριζαν ακόμα την παρασκευή του ανθότυρου (απότυρου) και της μυζήθρας. Θαυμάσιο, επειδή είναι πολύ λιπαρό, θεωρούσαν και το γάλα από βουβάλα, και ο γιατρός Ορειβάσιος το επαινεί ιδιαίτερα.
Μαζί με το τυρί συνήθιζαν να τρώνε ελιές, τις οποίες διατηρούσαν σε άλμη ή σε ξύδι. Οι ελιές τρώγονταν πράσινες ή μελανές.Στους Βυζαντινούς άρεσαν τόσο πολύ τα ψάρια, που έτρωγαν μέχρι και ψαρόπιτες!!! Λευκά λέγονταν τα πρώτης ποιότητας ψάρια, η σάρκα των οποίων γινόταν λευκή με το ψήσιμο. Τα ψάρια της θάλασσας, τα«οψάρια» όπως τα έλεγαν, ήταν σαφώς προτιμότερα από τα ποταμίσια ή τα ψάρια των λιμνών. Τα ψάρια τρώγονταν ψητά, τηγανητά (οφτοί ή τηγάνου ιχθύες) και βραστά (εκζεστά). Μερικές φορές έβραζαν μαζί με τα ψαριά και διάφορα μπαχαρικά και αρωματικά χόρτα, όπως νάρδο, κολίανδρο, άνηθο, κρεμμύδια, πράσα, σκόρδα κ.α. (ένα είδος κακαβιάς).
Όσο πιο πολυσύχναστοι γινόταν οι δρόμοι για την Ανατολή, τόσο περισσότερα μπαχαρικά έφταναν στο Βυζάντιο. Περιζήτητο ήταν το μαύρο πιπέρι, καθώς όπως πίστευαν, τόνωνε τη διάθεση για ποτό. Μερικές φορές έτριβαν το πιπέρι μαζί με σινάπι για να κατασκευάσουν ένα είδος πικάντικης σάλτσας, κάτι που θυμίζει τη σημερινή μουστάρδα, αλλά σε μαύρο χρώμα. Τα καλά σπίτια φρόντιζαν να υπάρχουν στα ράφια τους όλα τα μπαχαρικά που έφτανα από την Ανατολή, όπως το ινδικό ξύλο ή κιννάμωμον, το καρυόφυλλο (γαρίφαλο), το«αρωματικόν κάρυον» (μοσχοκάρυδο), το «κάρανο» (ένα είδος κύμινου), το τριψίδι (κανέλα) και βέβαια το αλάτι. Υπήρχαν φυσικά και τα ντόπια μπαχαρικά που τα ονόμαζαν «ηδύσματα». Το ξύδι δεν έλειπε από το τραπέζι και συνόδευε κυρίως τα ψητά.
Οι επαφές με τα ρώσικα φύλα έκανα γνωστό στους Βυζαντινούς το μαύρο χαβιάρι. Ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος μνημονεύει «ωά ιχθύων τεταριχευμένα» (παστά αυγά ψαριών). Η πιο πρόχειρη σάλτσα φαγητού ήταν ο γάρος, που γινόταν από νερό, κρασί, λάδι και ξύδι. Αναλόγως με το τι έβαζαν μέσα τον έλεγαν υδρόγαρο, οινόγαρο, οξύγαρο, ελαιόγαρο ή γαρέλαιο, καθώς η ντομάτα ήταν άγνωστη στους Βυζαντινούς. Ήρθε στην Ευρώπη τον 16ο αι. από το Περού.
Τα λαχανικά υπήρξαν ανέκαθεν από τα σημαντικότερα συμπληρώματα στο γεύμα. Για τους φτωχούς βέβαια αποτελούσαν κύρια τροφή, ενώ οι πλούσιοι, ιδιαίτερα οι «κοιλιόδουλοι», δεν τα πολυσυμπαθούσαν. Αντίδια (ιντίβι), κουνουπίδια (ξυλοκράμβη), παντζάρια (σευκλόγουλα) , κολοκύθια, αγκινάρες, βλίτα, σπαράγγια (ασφάραγγα), μαρούλια(θρίδακες), ενώ γνωστό ήταν και ένα είδος μελιτζάνας (μαζιτζάνα). Τα καρότα τα προτιμούσαν ψητά και πουλιόνταν στις αγορές από τους «δαυκοψήστες» (πωλητές ψημένων καρότων). Τα κρεμμύδια επίσης υπήρξαν από τις αγαπημένες τροφές των φτωχών και σπάνια έλειπαν από το τραπέζι τους . Το ίδιο και το σκόρδο που ήταν ιδιαίτερα αγαπητό για τις πολλές θεραπευτικές του ιδιότητες. Από τα όσπρια ήταν γνωστά όσα και σήμερα, όπως τα κουκιά, οι φακές, τα φασόλια, τα μπιζέλια ή πισάρια και τα ρεβίθια. Τα φασόλια υπήρξαν πάντοτε από τα πλέον περιζήτητα όσπρια, μολονότι όλοι γνώριζαν τις βλαβερές συνέπειες από τη συχνή χρήση. Ο φασίολος άλλωστε ήταν γνωστός σαν «πρισκοκοίλης».
Οι βυζαντινοί έτρωγαν μετά βουλιμίας του καρπούς της ροδιάς και φρόντιζαν να τους φυλάνε κρεμασμένους στην αποθήκη ή στην κουζίνα για να διατηρούνται περισσότερο καιρό. Μερικές φορές μάλιστα γαρνίριζαν ορισμένα φαγητά με χυμό ροδιού, για να τους δώσουν γλυκόξινη γεύση.
Οι Βυζαντινοί άργησαν να ανακαλύψουν τη ζάχαρη, λάτρευαν όμως ταγλυκίσματα, καθώς το μέλι που υπήρχε σε αφθονία κάλυπτε πολλές ανάγκες. Συχνά εκτός από μέλι, περιέχυναν τα γλυκίσματα με σίραιο ήδροσάτο (σιρόπι από ρόδια). Τα γλυκίσματα τα ονόμαζαν «μελιτηρά«, «μελιτώματα» ή «μελίπηκτα«. Ο Αρτεμίδωρος ανέφερε ολόκληρο κατάλογο από γλυκίσματα, όπως οι «σησαμίδες» (σουσάμι με μέλι), «πυρασμούς» (ψημένο ή βρασμένο στάρι με μέλι), «πέμματα» (γλυκές πίτες) κ.α. Από τα πιο συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν η «γρούτα«, χυλός από αλεύρι με μέλι και σταφίδες. Πιο περιζήτητα ήταν όμως τα «λαλάγγια«, (ζύμη που την τηγάνιζαν και τη περιέχυναν με μέλι). Το «καρυδάτο» ήταν γλύκισμα από καρύδια και μέλι, ενώ το ρυζόγαλο, γαρνιρισμένο πολλές φορές με μέλι, ήταν επίσης γνωστό.Το κρασί είχε ιδιαίτερη θέση στο βυζαντινό κόσμο, καθώς από αυτό γινόταν η Θεία Ευχαριστία. Το κρασί που χρησίμευε σε αυτό τον ιερό σκοπό το ονόμαζαν «νάμα«. Οι Βυζαντινοί έπιναν το κρασί ανέρωτο ή άλλοτε το αραίωναν με ζεστό νερό. Τα γεωπονικά κείμενα της εποχής μνημονεύουν την παρασκευή κρασιού και από άλλα φρούτα π.χ. από μυρσίνη, από σπόρους ροδιού, από μήλα, αχλάδια ή κυδώνια κ.α.
Το Χαμάμ του Ορούτς Πασά γνωστό και ως τα Λουτρά των Ψιθύρων ή τα Λουτρά του Έρωτα (Τουρκικά: Oruç Paşa Hamami ή Fısıltı Hamami) είναι ένα οθωμανικό λουτρό το οποίο χρονολογείται από το 1398-1399 και βρίσκεται σε υπερυψωμένο ανάχωμα στις όχθες του ερυθροπόταμου στο Διδυμότειχο, Ελλάδα.
Αυτό το χαμάμ σύμφωνα με τον Οθωμανολόγο Machiel Kiel είναι είναι από τα πρωϊμότερα οθωμανικά λουτρά στον Ελλαδικό χώρο το οποίο ανοικοδομήθηκε το 1398-1399 (το Διδυμότειχο καταλήφθηκε το από τον Μουράτ Α΄ το 1361). Η είσοδος του λουτρού από την βορειοδυτική πλευρά οδηγεί σε χώρο αποδυτηρίων διαστάσεων 5,10x5,00μ. Στο λουτρό υπήρχαν δύο τμήματα, το "χλιαρό" και το "θερμό". Σύμφωνα με τον οθωμανό περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή η τοιχοποιία περιείχε πήλινους αγωγούς έτσι οι ήχοι από το "θερμό" τμήμα ακουγόταν στο "χλιαρό" τμήμα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το λουτρό πήρε και το όνομα Fısıltı Hamami δηλαδή "Λουτρό των Ψιθύρων". Λόγω της ιδιαίτερης ακουστικής, στο χαμάμ αυτό οι εραστές μπορούσαν να εκφράζουν τα πάθη τους ενώ η Υψηλή Πύλη μπορούσε να πληροφορείται εκμυστηρεύσεις εξόριστων Πασάδων.
Τα χαμάμ αυτά λειτούργησαν μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα και σήμερα θεωρούνται τα αρχαιότερα σωζόμενα Οθωμανικά λουτρά στην Ευρώπη. Για την ανάδειξη του μνημείου αυτού όπως και ενός αντίστοιχου λουτρού στο Σβίλεγκραντ της Βουλγαρίας υπογράφηκε συμφωνία στις 14 Μαρτίου 2011 μεταξύ Ελλάδος, Βουλγαρίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270 – 13 Μαρτίου 1332) ήταν ένας από τους σπουδαιότερους επιστήμονες και συγγραφείς, λόγιος και ανώτατος αξιωματούχος της ύστερης βυζαντινής περιόδου. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν γιος του αρχιδιακόνου Γεωργίου Μετοχίτη. Απέκτησε εξαιρετική μόρφωση, αν και ήταν μακριά από την Πόλη λόγω εξορίας του πατέρα του. Σε ηλικία είκοσι χρονών, το 1290, ήταν γνωστός για τις γνώσεις του για την αρχαία γραμματεία και τις ρητορικές του ικανότητες.
Καθοριστική για την πορεία του Μετοχίτη στάθηκε η επίσκεψη του Ανδρονίκου Β΄ στη Νίκαια το 1290, στο πλαίσιο της περιοδείας του στη Μικρά Ασία. Ο Μετοχίτης εκφώνησε προς τιμήν του αυτοκράτορα το λόγο «Νικαεύς» και αυτό στάθηκε η αφορμή να τον προσέξει o Ανδρόνικος και να τον εντάξει στην υπηρεσία του. Από το σημείο αυτό άρχισε η σταδιοδρομία του ως κρατικού αξιωματούχου, που τον οδήγησε στα ανώτατα κλιμάκια της ιεραρχίας, φτάνοντας στο αξίωμα του Λογοθέτη και του πρεσβευτή-διπλωμάτη στο εξωτερικό για πολλές υποθέσεις. Ο Μετοχίτης διατήρησε το αξίωμα του Λογοθέτη του γενικού μέχρι το 1321, όταν προήχθη σε μεγάλο λογοθέτη.
Επηρεασμένος από την εξορία του διακόνου -πατέρα του, δεν πήρε μέρος σε θρησκευτικές έριδες, Ωστόσο, τον ενδιέφερε ο έντιμος και ενάρετος χριστιανικός βίος, αλλά εξέφρασε την προοδευτική για την εποχή του άποψη ότι ο άνθρωπος οφείλει να ζει αναμεμειγμένος στις κοινωνικές και δημόσιες υποθέσεις. Η εγκατάλειψη των εγκοσμίων, κατά τον ίδιο, είναι αντίθετη στην ανθρώπινη φύση.
Εμπλέχτηκε στη σύγκρουση μεταξύ Ανδρονίκου Β’ και του εγγονού του Ανδρονίκου Γ’. Μετά την επικράτηση του τελευταίου, η μεγάλη περιουσία του δημεύτηκε και μετά από κάποιο διάστημα στην εξορία, του επιτράπηκε να αποσυρθεί ως μοναχός στη Μονή της Χώρας. Ανέλαβε ως χορηγός την ανακαίνιση και τη διακόσμηση με μωσαϊκά και ψηφιδωτά της μονής της Χώρας, διαδεδομένη πρακτική των επιφανών Βυζαντινών της εποχής. Στη μονή αυτή ίδρυσε βιβλιοθήκη, με τον εμπλουτισμό της οποίας ασχολήθηκε επισταμένα.
Πέθανε το 1332 στην αγαπημένη του Μονή που είχε καταστήσει σπουδαστήριο και ησυχαστήριο του.
Σε όλη του τη ζωή ασχολήθηκε με τη γνώση, τη μάθηση και την επιστήμη. Με το έργο του και τη δράση του συνέβαλε στο να αποκτήσουν η επιστήμη και οι ασχολούμενοι μαζί της κοινωνικό κύρος, όπως και στο να καθιερωθεί η μόρφωση απαραίτητο εφόδιο για κάποιον που ήθελε να σταδιοδρομήσει ως αξιωματούχος.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, όπως και οι περισσότεροι λόγιοι και πνευματικοί άνθρωποι της εποχής του, εμπνέεται από την αρχαιότητα. Πιστέυει πως ό,τι σημαντικό υπήρχε, είχε ήδη ειπωθεί από τους αρχαίους και δεν έμεινε στους νεότερους παρά μόνον ο σχολιασμός. Το εύρος των γνώσεών του αντικατοπτρίζεται στο έργο του, στο οποίο πραγματεύεται τους περισσότερους αρχαίους συγγραφείς. Ο μαθητής του Νικηφόρος Γρηγοράς ανέλαβε μάλιστα, μετά το θάνατο του δασκάλου του, να επεξεργαστεί και να διασώσει τα κατάλοιπα των κειμένων του.
Τα έργα του
Από τα σημαντικότερα συγγράμματα του Θεοδώρου Μετοχίτη είναι η συλλογή <<Υπομνηματισμοί και σημειώσεις γνωμικαί>>. Ο τίτλος δεν είναι απόλυτα βέβαιος, πιθανόν να αποδόθηκε από μετέπειτα αντιγραφέα. Στο έργο αυτό ο συγγραφέας παραθέτει και σχολιάζει περισσότερους από 70 συγγραφείς σε 120 πραγματείες με θέματα ιστορικά, φιλοσοφικά και αρχαίας ιστορίας,
Στην ίδια έργο ο Μετοχίτης αναφέρεται σε κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της χριστιανικής ηθικής και απασχολούσαν τον βυζαντινό άνθρωπο όπως στην επιλογή μεταξύ μοναχικού και κοσμικού βίου. Στο ζήτημα αυτό ο ίδιος τοποθετείται υπέρ του κοσμικού βίου, υποστηρίζοντας ότι ο άνθρωπος οφείλει να ζει μια φυσιολογική ζωή εντός της κοινωνίας, να αναμειγνύεται στις δημόσιες υποθέσεις και να τεκνοποιεί.
Τον απασχολεί και μελετά το είδος του πολιτεύματος που θα άρμοζε στην εποχή και τις ανάγκες της.Συζητά λοιπόν εκτεταμένα περί δημοκρατίας, αριστοκρατίας και μοναρχίας και τονίζει την αναγκαιότητα ορθής οικονομικής διαχείρισης,που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την ομαλη λειτουργία του πολιτέυματος…
Το έργο αυτό αναφέρεται και σε ιστορικά ζητήματα, όπως παραδείγματος χάρη οι πραγματείες που έχουν ως θέμα τους Αθηναίους και τους Λακεδαίμονες και την μεταξύ τους εμφύλια σύγκρουση. Το θέμα αυτό τον απασχολεί, καθώς το συνδυαζει με την πορεία πτώσης που ακολουθεί η αυτοκρατορία, η οποία είναι αναπόδραστη. Ο Μετοχίτης ανησυχεί για την παρακμή και εκφράζει τους έντονους φόβους του για το μέλλον που θα έχει η κοινωνία.
Το κύριο φιλοσοφικό σύγγραμμα του Μετοχίτη συνίσταται στο σχολιασμό των αριστοτελικών έργων Περί φυσικής ακροάσεως, Περί ψυχής, Περί ουρανού, Περί γενέσεως και φθοράς, Περί μνήμης και αναμνήσεως, Περί ύπνου και εγρηγόρσεως, Περί ενυπνίων, Περί της καθ’ ύπνον μαντικής. Είναι εντυπωσιακό το εύρος των αναφορών του Μετοχίτη σε αρχαίους συγγραφείς, χωρίς να λείπουν και κάποια λάθη στις παραπομπές του.
Ο Ηθικός ή περί παιδείας Λόγος είναι από τα πιο εκτεταμένα έργα του Θεοδώρου Μετοχίτη. Εδώ ο λόγιος απευθύνεται σε έναν νέο και το θέμα που διαπραγματεύεται είναι η διαφορά θεωρητικού και πρακτικού βίου και η συνεχής παλινδρόμηση μεταξύ αυτών των δύο τρόπων ζωής,που συζητούνταν ήδη από τους αρχαίους συγγραφείς και που απασχολεί κάθε κοινωνία, Το πρόβλημα αυτό απασχολεί συνεχώς το Μετοχίτη, ο οποίος αναζητά την αυτογνωσία και προσπαθεί να καθορίσει την προσωπική του θέση και στάση ζωής. Σκοπός της πραγματείας είναι να πεισθεί ο νέος άνθρωπος να ασχοληθεί με τη μόρφωση.
Στη συνέχεια αναφέρεται σε μια σειρά πνευματικές αξίες, παραδείγματος χάρη η πίστη και
αρετή, και εξαίρει τη σημασία της μελέτης και ερμηνείας των αρχαίων συγγραφέων. Ο Μετοχίτης έχει βιώσει το φθόνο των άλλων ανθρώπων που είναι έτοιμοι να συκοφαντήσουν έναν πνευματικό άνθρωπο. στερώντας του την ακαδημαικη ελευθερία. Ιδιαίτερα τον απασχολεί και τον προβληματίζει η κατασυκοφάντηση των λογίων στις εκκλησιαστικές αρχές, ως αντίθετους με τη χριστιανική πίστη. Στο ίδιο κείμενο πιθανόν να πρόσφερε και ο ίδιος μια ευκαιρία για τέτοιου είδους αντιμετώπιση.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης αναπτύσσει σπουδαία συγγραφική δραστηριότητα που αφορά την επιστήμη της αστρονομίας. Είναι γεγονός ότι μετά την ακμή του Ισλάμ, η βυζαντινή αστρονομία ήρθε σε επαφή και γνώρισε την ανάπτυξη της επιστήμης των ουρανών από Αραβες αστρονόμους. Δεδομένη ήταν η μακρά ώσμωση και επαφή Βυζαντινών και Αράβων αστρονόμων.
Άρχισε να ασχολείται με την αστρονομία σε σχετικά μεγάλη ηλικία, όμως το έργο του στον τομέα αυτό και οι επιδόσεις που σημείωσε τον τοποθετούν σε ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στους άλλους λογίους της εποχής του. Ο Μετοχίτης φαίνεται ότι είχε μελετήσει το έργο του Κλαυδίου Πτολεμαίου –ο ίδιος μάλιστα ισχυριζόταν ότι είχε διαβάσει ολόκληρη τη Μεγίστη–, καθώς και άλλων αστρονόμων, τους οποίους αναφέρει στα έργα του: Θέωνα, Απολλώνιο Περγαίο, Σερήνο, Θεοδόσιο κ.ά. Δύο είναι τα κύρια έργα του Μετοχίτη περί την αστρονομία: το Προεισαγωγή εις την του Πτολεμαίου Σύνταξιν και το Στοιχείωσις επί τη αστρονομική επιστήμη. Τα δύο αυτά έργα είχαν στόχο να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα από τις περσικές και αραβικές επιρροές.
Ο ίδιος ο συγγραφέας μπορούσε έπειτα από τα μαθήματα που είχε παρακολουθήσει, να προβλέπει ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και αυτή τη γνώση ήθελε να μεταδώσει σε ευρύτερο κύκλο. Το έργο του Μετοχίτη συνέβαλε στην πρόκληση έντονου ενδιαφέροντος για τα αστρονομικά ζητήματα στο Βυζάντιο και στη δημιουργία ενός κύκλου αστρονόμων που αργότερα παρουσίασαν και αρκετά πρωτότυπο έργο, όπως ο πιστός του μαθητής Νικηφόρος Γρηγοράς.
Ο Μετοχίτης θεωρούσε την αστρονομία κορυφαία επιστήμη γιατί διευκολύνει τον άνθρωπο να κατανοήσει τη θεϊκή βούληση. Ήταν αντίθετος με την αστρολογία και με τη βασική της αρχή ότι ο ανθρώπινος βίος καθορίζεται από τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων. Αυτή η άποψη, σύμφωνα με τον επιστήμόνα Μετοχίτη, κάνει τον άνθρωπο άβουλο και μοιρολάτρη και εμποδίζει την ελεύθερη βουλησή του. Για τον Μετοχίτη, η ενασχόληση με την αστρολογία δεν είναι αποδεκτή.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης συνέγραψε αρκετά ρητορικά, φιλοσοφικά και ποιητικά έργα. Ξεχωριστή θέση μεταξύ των ρητορικών του έργων διεκδικεί ο Νικαεύς, λόγος που εκφωνήθηκε με αφορμή την επίσκεψη του Ανδρονίκου Β΄ στη Νίκαια (1293). Σημαντικός για τους ρητορικούς τρόπους της εποχής θεωρείται ο επιτάφιός του στη Θεοδώρα, σύζυγο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄, όπως και η έμμετρη νεκρολογία στον Ιωσήφ, φιλόσοφο που πέθανε το 1330, όταν ήταν μοναχός στη Θεσσαλονίκη. Ρητορικό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το έργο του στο οποίο κάνει σύγκριση του Δημοσθένη και του Αριστείδη, που στοχεύει στην κριτική τους αποτίμηση ενταγμένη στο πολιτικό πλαίσιο της εποχής τους. Το έργο αυτό, με τίτλο <<Επιστασία και κρίσις της των δύο ρητόρων ευδοκιμήσεως του τε Δημοσθένους και Αριστείδου>>, θεωρείται από τις σημαντικότερες συγκρίσεις της βυζαντινής ρητορικής.
Το ποιητικό έργο του Μετοχίτη περιλαμβάνει και είκοσι ποιήματα σε εξάμετρο, αρκετά εκτεταμένα, που αναφέρονται σε πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Ανάμεσα σε αυτά είναι επιτάφιοι για την Ειρήνη, σύζυγο του Ανδρονίκου B΄, και το γιο του Ιωάννη Παλαιολόγο, που είχε τον τίτλο του καίσαρα, όπως και ποίημα προς το μαθητή του Νικηφόρο Γρηγορά, από το οποίο αντλούμε στοιχεία για τη ζωή του.
Σελίμ Β' Προσωπογραφία του σουλτάνου Σελίμ Β'Ο Σελίμ Β' ήταν ο τρίτος κατά σειράν γιος του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, τον οποίο είχε αποκτήσει με την αγαπημένη του Χασεκί Χιουρρέμ Σουλτάν, ουκρανικής καταγωγής. Το 1566 όταν ο Σουλεϊμάν πέθανε ξαφνικά από αποπληξία κατά τη διάρκεια εκστρατείας στην Ουγγαρία, ο Μέγας Βεζίρης Σοκολλού Μεχμέτ Πασάς απέκρυψε το θάνατο του ηγέτη από το στράτευμα και ειδοποίησε κρυφά τον Σελίμ να σπεύσει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Σελίμ ανακηρύχθηκε 11ος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και 90ς Χαλίφης του Ισλάμ στις 7 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς και στη συνέχεια μετέβη στο Βελιγράδι για να συναντήσει το στρατό του. Μεγαλωμένος στο χαρέμι, καθώς διάδοχοι αρχικά ήταν τα μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Σελίμ είχε αδυναμία στις κραιπάλες και ιδιαίτερα στο αλκοόλ. Για το λόγο αυτό είχε το παρατσούκλο “ο Μέθυσος”. Είχε αφήσει μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας στον ικανότατο βεζίρη Μεχμέτ Σοκολλού, εγκαινιάζοντας έτσι μια πρακτική που θα διαρκούσε πάνω από έναν αιώνα (“ο αιώνας των βεζίρηδων”). Ωστόσο ο ίδιος είχε μεγάλες στρατηγικές ικανότητες και σχεδίασε εκστρατείες που έφτασαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη μέγιστη έκτασή της: την ανάκτηση της Υεμένης, την κατάκτηση της Κύπρου, την εκστρατεία στην Τυνησία, που καταλήφθηκε λίγους μήνες μετά το θάνατό του, το 1574. Μια εκστρατεία στου στη Ρωσία απέτυχε παταγωδώς. Στη Ναύπακτο ο οθωμανικός στόλος καταστράφηκε. Στο πολιτικό επίπεδο όμως καταγράφηκε στο ενεργητικό του η σημαντική συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως με τους Αψβούργους (1568). Ο θάνατός του το 1574 ήταν τυχαίος και προκλήθηκε από πτώση στο λουτρό του ενώ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης.
Muezzinzade Ali Pasha Ο αρχηγός των ναυτικών επιχειρήσεων των Οθωμανών, Μουεζίνζαντέ Αλί Πασά σε μικρογραφία της εποχήςΌπως υποδηλώνει το όνομά του, ο Μουεζιν-ζαντέ Αλή Πασάς ήταν γιος του μουεζίνη που ιερουργούσε στο τζαμί δίπλα στο σεράι. Πολύ συχνά υποκαθιστούσε τον πατέρα του και η εξαιτίας της γλυκιάς φωνής του είχε γίνει αγαπητός στο χαρέμι και στον Σελίμ Β΄που είχε ανατραφεί εκεί. Όταν ο Σελίμ διαδέχθηκε τον πατέρα του, τον προβίβασε σε Καπουδάν Πασά και τον πάντρεψε με μία από τις κόρες του. Κατά την εκστρατεία για την κατάληψη της Κύπρου το 1570 ήταν επικεφαλής του στόλου. Αφού αποβίβασε τη χερσαία εκστρατευτική δύναμη, ο ίδιος με μεγάλο μέρος του στόλου κατευθύνθηκε προς την Κρήτη και την Πελοπόννησο για να αποκρούσει οποιαδήποτε προσπάθεια των δυτικών δυνάμεων να στείλουν ενισχύσεις στην Κύπρο. Η επιτυχία του στην εκστρατεία της Κύπρου δεν είχε ωστόσο συνέχεια. Ο Σελίμ Β΄του ανέθεσε την ηγεσία του στόλου και στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Του έδωσε μάλιστα και το λάβαρο των Χαλιφών, ένα ιερό λάβαρο όπου ήταν κεντημένες με χρυσοκλωστή σούρες από το Κοράνι. Κατά τη διάρκεια της μάχης η ναυαρχίδα του, η «Σουλτάνα» βρέθηκε αντιμέτωπη με τη ναυαρχίδα του συμμαχικού στόλου, τη La Real, επί της οποία επέβαινε ο Δον Χουάν της Αυστρίας. Τα δύο πλοία κόλλησαν μεταξύ τους και η συνέχεια δόθηκε σε μάχη σώμα με σώμα. Ο Αλί Πασά σκοτώθηκε όταν τον βρήκε ένα βόλι από μουσκέτο στο κεφάλι. Οι Ισπανοί τον αποκεφάλισαν και έστησαν το κεφάλι του σε πάσσαλο για να αποθαρρύνουν το στόλο του, επιδεικνύοντας μάλιστα και το ιερό λάβαρο των Χαλιφών που είχαν πάρει στην κατοχή τους. Το γεγονός αυτό είχε πράγματι ως αποτέλεσμα να αποσυντονιστεί η οθωμανική άμυνα και η ναυμαχία να λήξει υπέρ της Ιερής Συμμαχίας.
Ουλούτς Αλί (UluçAli ) Προσωπογραφία του Uluç Ali Ο Uluç Ali, γνωστός επίσης ως Uluç Ali Reis και αργότερα ως Kiliç Ali Pasha στις οθωμανικές πηγές και Occhiali στις δυτικές πηγές, υπήρξε μια μυθιστορηματική μορφή της Οθωμανικής ιστορίας. Γεννημένος το 1519 στην Καλάβρια της Κάτω Ιταλίας ως Giovanni Dionigi Galeni, γιος ναυτικού, προοριζόταν από τον πατέρα του για μια καριέρα στον κλήρο, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τον Αλί Αχμέντ, έναν από τους κουρσάρους που συνεργάζονταν με τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Υπηρέτησε αρκετά χρόνια ως κωπηλάτης σε γαλέρες, ώσπου τελικά εξισλαμίστηκε και έγινε κουρσάρος και ο ίδιος. Γρήγορα έλεγχε μεγάλο μέρος των βορείων ακτών της Αφρικής και ένωσε τις δυνάμεις του με τον Τουργκούτ Ρεϊς, φόβητρο της Βορείου Αφρικής και Μπέη της Τρίπολης. Κατά την πολιορκία της Μάλτας, όταν σκοτώθηκε ο ναύαρχος Τουργκούτ Ρεϊς, ο Καπουδάν Πασάς Piyale Pasha ανέθεσε την αρχηγία του οθωμανικού στόλου στον Ουλούτς. Πάλι με τη μεσολάβηση του Piyale Pasha ο Ουλούτς ανέλαβε το αξίωμα του Πασά του Αλγερίου το 1568. Το 1571 οι γενίτσαροι στο στράτευμά του εστασίασαν. Η αναταραχή στην ανατολική Μεσόγειο του έδωσε μια καλή ευκαιρία να αφήσει την εσωτερική κρίση και να κατευθυνθεί προς τη Μεθώνη και την Κορώνη για να ενώσει τις δυνάμεις του με αυτές του Muezzinzade Ali Pasha. Ο τελευταίος του ανέθεσε τη διοίκηση της αριστερής πτέρυγας του στόλου κατά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου. Ήταν ο μόνος από τους ναυάρχους που κατόρθωσε να κρατήσει τα πλοία του σε συνοχή, παρά τις απώλειες, και να κυριεύσει μάλιστα τη ναυαρχίδα των Μαλτέζων, αρπάζοντας ως λάφυρο, μεταξύ άλλων, και το λάβαρό τους. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη με 87 πλοία και πρόσφερε το μαλτέζικο λάβαρο ως δώρο στον Σελίμ Β', ο οποίος του έδωσε τον τιμητικό τίτλο Kılıç, δηλαδή “σπαθί”, και τον ουσιαστικό τίτλο του Καπουδάν Πασά και Μπεηλέρμπεη των νησιών. Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1587 και ετάφη στο Kılıç Ali Pasha τζαμί, ένα από τα τελευταία έργα του Μιμάρ Σινάν, σε παραθαλάσσια τοποθεσία στη σημερινή συνοικία Τοπχανέ.
Mehmed Pertev Pasha
Αλβανικής καταγωγής, ανήλθε στα οθωμανικά δημόσια αξιώματα. Ανέλαβε τη θέση του μπεηλέρμπεη της Ρούμελης το 1554, όταν ο φίλος του Σοκολλού Μεχμέτ Πασάς ανήλθε στην ιεραρχία. Και ο ίδιος έφθασε μέχρι τη 2η θέση κάτω από τον βεζίρη. Γενικός διοικητής των ναυτικών δυνάμεων των Οθωμανών κατά την πολιορκία της Κύπρου το 1570, ένωσε τις δυνάμεις του με αυτές του Muezzinzade Ali Pasha στη ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Mehmed Suluk Pasha Γνωστός και ως Sirocco, δηλαδή νότιος άνεμος, ο Mehmed Suluk ήταν Μπέης της Αλεξάνδρειας την εποχή της ναυμαχίας. Είχε καταταγεί στον οθωμανικό στρατό στα 18 του χρόνια και είχε διαγράψει μια λαμπρή πορεία ως πολεμιστής του πεζικού κυρίως. Στο ναυτικό τομέα συμμετείχε στην πολιορκία της Μάλτας καθώς και στις πολεμικές επιχειρήσεις για την κατάληψη της Κύπρου, ήταν μάλιστα από τους αρχηγούς που παρέμειναν στην Κύπρο κατά την πολιορκία της Αμμοχώστου. Στη Ναύπακτο του ανατέθηκε η διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας του οθωμανικού στόλου, δεν κατάφερε όμως να νικήσει τους Βενετούς που βρίσκονταν απέναντί του και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά. Κατόρθωσε να διαφύγει, οι Βενετοί όμως τον καταδίωξαν και τελικά τον συνέλαβαν. Ζήτησε τότε να τον λυτρώσουν από το μαρτύριό του και ο Βενετός αξιωματικός τον εκτέλεσε επί τόπου.
Τελικά δεν υπάρχει τίποτε που δεν κατάφερε ο θρυλικός Μέγας Αλέξανδρος: φιλοσόφησε με τους γυμνοσοφιστές στην Ινδία, αναγνώρισε τους γεννήτορές του σε θαυμαστά πρόσωπα όπως τον φαραώ Νεκτανεβώ της Αιγύπτου ή ακόμα και τον ίδιο τον Δαρείο.
Ο Αλέξανδρος ο μέγας πολεμά το τέρας του Habash
λεπτομέρεια απο την Shahnama
Αναζήτησε τη χώρα όπου τεράστια μυρμήγκια σκάβουν για χρυσάφι, συνάντησε Κενταύρους και Δράκοντες, είχε περιπέτειες με τις Αμαζόνες. Επινόησε μια πτητική μηχανή, αναζήτησε τον τάφο του Αδάμ, πήρε από τον Σολομώντα το βιβλίο της σοφίας και το παρέδωσε στον Αριστοτέλη, έγινε ακόμα και μωαμεθανός! Εζησε μόλις 33 χρόνια, αλλά ο απόηχος του θρύλου του απλώθηκε σε διαφορετικούς πολιτισμούς και θρησκευτικές παραδόσεις. Το πώς η ιστορία του Αλεξάνδρου εμφανίζεται σε θρύλους των Αράβων, Αρμενίων, Βουλγάρων, Αγγλων, Αιθιόπων, Εβραίων, Μογγόλων, Σέρβων, Περσών κ.ά. εξετάζει το βιβλίο «Αλέξανδρος ο Μέγας- Από την Ιστορία στον θρύλο» (έκδοση του Πανεπιστημίου του Γέιλ), που υπογράφει ο Ρίτσαρντ Στόουνμαν (μετάφρ.: Μοσχή Φωτεινή, εκδόσεις Τόπος).
«Είτε έδινε μάχες με φτερωτούς δαίμονες, είτε κατέβαινε στον Κάτω Κόσμο, είτε επινοούσε τον πρώτο στον κόσμο καταδυτικό κώδωνα, ο Αλέξανδρος ενέπνεε τους λαούς ως ήρωας, ακόμη και ως θεός», λέει ο συγγραφέας της έρευνας. Αλλωστε ο πρώτος που φρόντισε να κάνει θρυλικό το όνομά του ήταν ο ίδιος ο Αλέξανδρος, καλλιεργώντας την εικόνα του άτρωτου: Μιμούνταν απροκάλυπτα τους αρχαίους ήρωες του Μακεδονικού βασιλείου, τον Ηρακλή και τον Διόνυσο και αναπαρήγαγε τα «σενάρια» περί θεϊκής καταγωγής του. Σύγχρονοί του ιστορικοί, όπως ο Καλλισθένης και ο Κλείταρχος, συνέτειναν στην ενίσχυση αυτού του θρύλου, αφηγούμενοι φανταστικές ιστορίες για τα κατορθώματά του. Ακόμα όμως και οι πληροφορίες που δίνουν οι μετριοπαθέστεροι ιστορικοί, όπως ο Χάρης ο Μυτιληναίος απέπνεαν ένα εξωτικό άρωμα, με ιστορίες για τον πλούτο και τα μαγικά αντικείμενα της περσικής Αυλής.
Ο Μεγας Αλέξανδρος σύμφωνα με τις παραδόσεις των λαων της ανατολής,
το χρονικο των Ιβηρων και το Κοράνι, νίκησε τους δαίμονες Γωγ και Μαγωγ.
«Κεντρικό στοιχείο της προσωπικότητας του Αλεξάνδρου, στο οποίο δίνει έμφαση ο ιστορικός
Αρριανός, ήταν ο πόθος του, μία σχεδόν θρησκευτική επιθυμία που τον ωθούσε να οδηγήσει τον εαυτό του, αλλά και τον στρατό του, σε όλο και πιο μεγάλους εξερευνητικούς άθλους», αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλίου. «Αυτό, σε συνδυασμό με το πάθος του για την ποίηση του Ομήρου και το ηρωικό ιδεώδες που αντιπροσώπευε ο Αχιλλέας, εξασφάλιζε ότι το εύρος της προσωπικότητάς του πάντα θα ξεπερνούσε τα όρια των συνηθισμένων ανθρώπων».
Βιβλία με ανάλογο περιεχόμενο έχουν υπάρξει πολλά. Ωστόσο, όλα τερματίζουν την αφήγησή τους στο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αντιθέτως, για τον Στόουνμαν, αυτό το γεγονός αποτελεί απλώς την αφετηρία. Στο βιβλίο συγκεντρώνονται πρώτη φορά εκατοντάδες περιπετειώδεις θρύλοι που οι λαοί ανέπλασαν στις εθνικές τους αφηγήσεις. Ας δούμε μερικές:
ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ ΕΞ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Ο γαμος της Ρωξάνης,
ΠΡΙΝ το όνομα του Αλεξάνδρου εμπλακεί στη διαμάχη Ελλάδας και Σκοπίων, η δική του καταγωγή είχε δώσει τροφή για εκατοντάδες θρύλους. Οι Αιγύπτιοι τον θεωρούσαν γιο του Νεκτανεβώ Β' (τελευταίος από τους ανεξάρτητους φαραώ της Αιγύπτου, ο οποίος ηττημένος εγκαταλείπει την Αίγυπτο). Σύμφωνα με κάποιους καταφεύγει στη Μακεδονία και ζητάει άσυλο στην αυλή του βασιλιά Φιλίππου. Εκεί ερωτεύεται τη βασίλισσα Ολυμπιάδα και χρησιμοποιώντας τον κυνισμό αλλά και τη μαγική του τέχνη, προσπαθεί να γίνει εραστής της. «Ο Νεκτανεβώ παροτρύνει τη βασίλισσα να συνευρεθεί με τον θεό Αμμωνα, που έχει μαλλιά και γενειάδα από χρυσό και κέρατα επίσης χρυσά που φύονται από το κεφάλι του». Συλλέγοντας βότανα από την εξοχή, «έφτιαξε ένα μείγμα, έπειτα έπλασε μία γυναικεία φιγούρα από κερί και έγραψε επάνω το όνομα της Ολυμπιάδας». Στη συνέχεια, «ψάλλοντας τις κατάλληλες μαγικές φράσεις, προκαλεί στην Ολυμπιάδα ένα ερωτικό όνειρο στο οποίο εμφανίζεται μία παρόμοια μορφή και την κάνει να προσμένει την επίσκεψη του ίδιου του θεού».
Σε ένα άλλο απόσπασμα ο Νεκτανεβώ αναλαμβάνει τον ρόλο όχι του μάγου πλέον, αλλά του αγύρτη: «Έβαλε μία προβιά από το πιο απαλό μαλλί προβάτου με τα κέρατα ακόμα καρφωμένα στο κεφάλι. Τα κέρατα έλαμπαν σαν χρυσάφι. Είχε προμηθευτεί ακόμα ένα εβένινο σκήπτρο, έναν λευκό χιτώνα και ένα μανδύα που έμοιαζε με δέρμα ερπετού. Φορώντας τα, μπήκε στο υπνοδωμάτιο, όπου η Ολυμπιάς ήταν κρυμμένη κάτω από τα σκεπάσματα, κρυφοκοιτάζοντας διστακτικά. Τον είδε να μπαίνει, αλλά δεν φοβήθηκε, γιατί έμοιαζε ακριβώς με τον θεό στο όνειρό της. Οι λύχνοι ήταν αναμμένοι και η Ολυμπιάς σκέπασε το πρόσωπό της. Ο Νεκτανεβώ, αφήνοντας το σκήπτρο του στην άκρη, ανέβηκε στο κρεβάτι και συνευρέθηκε μαζί της. Έπειτα είπε: «Ηρέμησε γυναίκα, στη μήτρα σου κουβαλάς ένα αρσενικό παιδί που θα πάρει εκδίκηση για σένα και θα γίνει βασιλιάς και κυρίαρχος του κόσμου όλου. Επειτα έφυγε από το δωμάτιο, κρύβοντας όλα τα εξαρτήματα της περιβολής του».
Περσική μινιατούρα του 15ου αιώνα
από την Χεράτ που απεικονίζει τον Ισκαντέρ
Στη δική του ζωή, πάντως, η απουσία των γυναικών είναι καταφανής. Παρ' όλα αυτά ο Στόουνμαν συγκέντρωσε κάποιες. Μια από αυτές θέλει τη βασίλισσα Θάληστρη των Αμαζόνων να επισκέπτεται τον Αλέξανδρο όταν εκείνος είχε στρατοπεδεύσει παρά τον ποταμό Τάναϊ (Ντον). «Η βασίλισσα έμεινε κοντά του δεκατρείς ημέρες, τόσες, δηλαδή, όσες να βεβαιωθεί ότι καρποφόρησε η συνεύρεση μαζί του ("συγγενέσθαι τεκνοποιΐας χάριν")». Ετσι η Θάληστρις είναι η πρώτη απ' όλες τις Αμαζόνες για την οποία γνωρίζουμε τον πατέρα του παιδιού της (οι Αμαζόνες συνήθως κρατούσαν τους άνδρες περιορισμένους σε ένα νησί όπου τους επισκέπτονταν τακτικά προκειμένου να συνευρεθούν μαζί τους, πρακτική αντίστοιχη με εκείνη των Βραχμάνων, που έτσι εξασφάλιζαν τη διαιώνισή τους.) Παρά τον μεγάλο αριθμό πηγών που αναφέρουν την ιστορία, σίγουρα πρόκειται για μύθο. Μάλιστα, όταν ο Ονησίκριτος ανάγνωσε στην αυλή όσα είχε γράψει στα απομνημονεύματά του για τον Αλέξανδρο και την Αμαζόνα βασίλισσα, ένας από τους διαδόχους του Αλεξάνδρου, ο βασιλιάς της Θράκης Λυσίμαχος, γνωρίζοντας πόσο ψευδολόγος ήταν ο Ονησίκριτος, αναφώνησε περιπαικτικά: «Κι εγώ πού ήμουν τότε;»
Μια πιο άγνωστη ιστορία διασώζεται στον Κώδικα 197 στη Μονή Βαρλαάμ στα Μετέωρα καθώς και στον Σιναϊτικό Κώδικα στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Η ιστορία αφορά τον Αλέξανδρο και τη Σεμίραμι κι έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς αντιστοιχεί, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην ιστορία που είναι πιο γνωστή, ίσως, σε μας από την όπερα του Πουτσίνι «Τουραντό». «Ο Αλέξανδρος επισκέπτεται την πριγκίπισσα Σεμίραμι ως υποψήφιος μνηστήρας. Ολοι οι μνηστήρες απειλούνται με εκτέλεση, εκτός αν απαντήσουν σε μία σειρά από γρίφους. Κάποιοι είναι απλά αινίγματα, όπως: "Ποιο δέντρο έχει δώδεκα κλαδιά με εξήντα φύλλα, μισά μαύρα και μισά λευκά;"» - "Ο χρόνος". Οι περισσότεροι, όμως, είναι πολυπλοκότεροι και η απάντησή τους έχει ηθικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα, όπως: "Με τι τρέφονται οι άγγελοι;" - "Με τις καλές πράξεις των ανθρώπων". "Ποια αμαρτία φέρνει τον άνθρωπο στον Παράδεισο;" -"Αυτή για την οποία μετανοεί"». Ο θρησκευτικός χαρακτήρας αυτών των ερωτήσεων, ταιριάζει απόλυτα με την εύρεση του Κώδικα σε ένα μοναστήρι και μάλιστα υποδηλώνει πιθανή συγγραφή από μοναχό. Φαίνεται, πάντως, ότι οι μοναχοί της Μονής Βαρλαάμ είχαν γενικότερο ενδιαφέρον για τη μορφή του Αλεξάνδρου, καθώς ανάμεσα στις τοιχογραφίες της μονής υπάρχει μία πολύ σπάνια απεικόνιση του Αγίου Σισώη που κοιτάζει τα οστά του Αλεξάνδρου.
ΗΡΩΑΣ, ΤΥΡΑΝΝΟΣ... ΚΑΙ ΔΥΤΗΣ!
Η κατάδυση του Αλέξανδρου
στον βυθό λεπτομέρεια απο μεσαιωνικο χειρογραφο
Εκτός από τις ιστορίες που αφορούν -έστω και μεγεθυμένα- τα κατορθώματα του βίου του υπάρχουν και κάποιες που είναι εντελώς μυθοπλαστικές. Σε μία από αυτές περιγράφεται μια φανταστική επίσκεψη του Αλέξανδρου στην Ιερουσαλήμ:
«Εδώ οι κάτοικοι της Ιουδαίας ανησυχούν για την άφιξη του στρατού του Αλεξάνδρου... Οι αρχηγοί των Ιουδαίων αποφασίζουν να παραδοθούν με αξιοπρέπεια. «Οι ιερείς ντύθηκαν με τα επίσημα ενδύματά τους και βγήκαν να τον προϋπαντήσουν, μαζί με ένα πλήθος ακολούθων...«Η εμφάνισή σας είναι θεϊκή. Πείτε μου, ποιό θεό λατρεύετε; Γιατί δεν έχω δει ποτέ ιερείς κανενός θεού να είναι έτσι ντυμένοι», είπε ο Αλέξανδρος. «Λατρεύουμε έναν θεό που έφτιαξε τη γη και τον ουρανό και τα ορατά και τα αόρατα. Κανένας θνητός δεν μπορεί να τον αποκαλύψει», απάντησε ο ιερέας. «Είστε άξιοι ιερείς ενός αληθινού θεού. Πορευθείτε εν ειρήνη. Ο θεός σας θα γίνει και δικός μου και η ειρήνη μου θα σας συντροφεύει. Δεν θα σας αντιμετωπίσω όπως τα άλλα έθνη, γιατί είστε υπηρέτες του αληθινού θεού"», λέει ο Αλέξανδρος. Αυτός πρέπει να είναι ένας από τους πιο γρήγορους προσηλυτισμούς στην ιστορία των θρησκειών...
Ανάγλυφη απεικόνιση του Αλεξάνδρου ως Φαραώ
στο Luxor στον ναό του Amenhotep III
Οι Αιγύπτιοι από την άλλη, έχουν αναπτύξει έναν μύθο που αφορά στον καταδυτικό κώδωνα του Αλεξάνδρου. «Όταν ιδρύθηκε η πόλη, το λιμάνι ήταν γεμάτο από θαλάσσια τέρατα που έβγαιναν κάθε νύχτα και κατέστρεφαν ό,τι είχε χτιστεί την ημέρα. Γι' αυτό, ο Αλέξανδρος έφτιαξε ένα γυάλινο καταδυτικό κώδωνα και κατέβηκε για να δει τι συνέβαινε. Πήρε μαζί του αρκετούς καλλιτέχνες. Όταν ξαναβγήκε στην επιφάνεια έφτιαξε μπρούντζινα αντίγραφα των τεράτων, όπως τα είχαν απεικονίσει οι καλλιτέχνες. Τα έστησε μπροστά στην προκυμαία και τρόμαξε τα τέρατα, που δεν ξαναενόχλησαν τους τεχνίτες».
Αντιθέτως, στον ιουδαϊκό πολιτισμό υπάρχει μία περιγραφή που απαξιώνει τον Αλέξανδρο, παρουσιάζοντάς τον ως κλέφτη και ολετήρα. «Κατ' αυτή, όταν ο Αλέξανδρος κατέκτησε τα Ιεροσόλυμα, βρήκε τα βιβλία της σοφίας του Σολομώντα. Τα έδωσε στον δάσκαλό του, Αριστοτέλη, ο οποίος τα μετέφρασε στα ελληνικά και στη συνέχεια κατέστρεψε τα πρωτότυπα. Έτσι, όλη η σοφία της Δύσης προέρχεται από τη σοφία του Σολομώντα, την οποία ο Αριστοτέλης παρουσίασε ως ελληνική». Παρόμοιοι μύθοι αναφέρουν τον προσηλυτισμό του Μακεδόνα στη ζωροαστρική θρησκεία καθώς και τις αραβικές μεταφράσεις της ελληνικής επιστήμης που αρχικά ήταν περσική. «Οι ανεκδοτολογικές αυτές εικασίες ανακυκλώνονται έως σήμερα, σε σημείο που όλο το έργο του Αριστοτέλη να θεωρείται κλεμμένο από αφρικανικά χειρόγραφα τα οποία ο Σταγειρίτης ανακάλυψε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας: αφαίρεσε τα ονόματα των πρωτότυπων συγγραφέων και τα αντικατέστησε με το δικό του».
Ενδιαφέρον επίσης έχει να παρατηρήσει κανείς πως ο μύθος μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται σύμφωνα με τα κοινωνικά, πολιτικά και θρησκευτικά δεδομένα της κάθε εποχής. Για παράδειγμα, οι συγγραφείς της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας επέδειξαν μικρό μόνο ενδιαφέρον για τους θρύλους του κατακτητή, αλλά χρησιμοποίησαν τον ιστορικό Αλέξανδρο ως «εργαλείο» σκέψης και ως παράδειγμα τρυφηλότητας, αλαζονείας, καταχρήσεων και τυραννίας.
«Καθώς όμως η εποχή της αρχαιότητας τελείωνε, αυτή η αρνητική άποψη ξεθώριασε και ο Αλέξανδρος έγινε σύμβολο της «ειδωλολατρικής αναβίωσης» του 4ου αιώνα.
Ο Αλέξανδρος ο Μεγας
με την μορφή βυζαντινού αυτοκράτορα,
κώδικας του ελληνικού ινστιτούτου Βενετίας
Με το τέλος του Μεσαίωνα, η μορφή του Αλεξάνδρου χάνει την κεντρική της θέση. «Οι λόγοι μπορούν να εντοπιστούν εν μέρει στην κοινωνική ανάπτυξη και εν μέρει στην αύξηση της γνώσης», λέει ο Στόουνμαν. «Κυρίως, όμως, στην άνοδο της αστικής τάξης και στο ξεθώριασμα των ιπποτικών ιδανικών. Στενά συνδεδεμένος με την ιπποτική παράδοση, ο Αλέξανδρος, αυτός ο θεοφοβούμενος ιππότης σταυροφόρος, έμοιαζε να ταιριάζει όλο και λιγότερο στη νέα τάξη πραγμάτων. Τα Μυθιστορήματα, επίσης, γραμμένα συνήθως σε καλαίσθητα ακριβά εικονογραφημένα χειρόγραφα, προορίζονταν για το αριστοκρατικό κοινό και ήταν δύσκολο να φτάσουν στους μέσους αναγνώστες. Όμως, στη νέα κοινωνία που διαμορφώθηκε δεν υπήρχαν αρκετοί αριστοκράτες για να συντηρήσουν μία εκδοτική παραγωγή, οπότε οι τυπογράφοι παρήγαγαν ό,τι αγόραζαν τα μεσαία κοινωνικά στρώματα».
Ο Αλέξανδρος Dhul-Qarnayn χτίζει το σιδηρούν τείχος για να προστατευσει τους ανθρώπους απο τους βάρβαρους Γωγ και Μαγωγ
το κειμενο ειναι της ΜΑΤΟΥΛΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
εικονογράφιση κοινο θρακων