Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Ταφικός τύμβος Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης


Η έρευνα στον ταφικό τύμβο της Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης άρχισε το 2002 από τη ΙΘ΄Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Θράκης, περιφερειακή υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, με υπεύθυνους αρχαιολόγους τον Διαμαντή Τριαντάφυλλο, Διευθυντή τότε της Εφορείας και τη Δόμνα Τερζοπούλου. Μέχρι σήμερα οι εργασίες χρηματοδοτούνται εξολοκλήρου από το Υπουργείο Πολιτισμού.


Η ανασκαφή είχε σωστικό χαρακτήρα. Στο παρελθόν είχαν προηγηθεί πολλές προσπάθειες καταστροφής του τύμβου και σύλησης των ταφών. Η ένταξη της ανασκαφής στο πρόγραμμα σωστικών ανασκαφών ταφικών τύμβων του βόρειου Έβρου, αποφασίστηκε το 1998, όταν μετά από υπόδειξη του Θανάση Δερμεντζή, κατοίκου της Μικρής Δοξιπάρας, επισκεφτήκαμε την περιοχή του τύμβου και διαπιστώσαμε την ύπαρξη πολλών παράνομων ορυγμάτων στην επιφάνειά του. Τα πολυάριθμα θραύσματα επεξεργασμένου μαρμάρου και λατύπης που βρίσκονταν διάσπαρτα στην περιφέρεια του τύμβου, μας οδήγησαν στην αρχική υπόθεση ότι ο τύμβος κάλυπτε κτιστό τάφο ή σαρκοφάγο. Η υπόθεση αυτή δεν επιβεβαιώθηκε. Σήμερα πιστεύουμε ότι στην κορυφή του τύμβου υπήρχε κτιστό ταφικό μνημείο που έχει καταστραφεί ολοσχερώς ή ότι το μνημείο προϋπήρχε στη θέση που αργότερα κάλυψε ο τύμβος ή σε κάποια γειτονική θέση.


Το 1999 έγινε το τοπογραφικό διάγραμμα του τύμβου και το 2000 πραγματοποιήθηκε γεωφυσική διασκόπηση με γεωραντάρ από το Εργαστήριο Γεωφυσικής-Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης και Αρχαιοπεριβάλλοντος του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών της Κρήτης με επικεφαλής τον Δρ. Απόστολο Σαρρή.


Η ανασκαφή άρχισε στις 9 Σεπτεμβρίου του 2002. Λίγες μέρες αργότερα αποκαλύφθηκαν οι τροχοί της πρώτης άμαξας. Τετράτροχες άμαξες θαμμένες μόνες ή μαζί με τα άλογά τους έχουν βρεθεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, στην Ελλάδα όμως ήρθαν για πρώτη φορά στο φως στον τύμβο της Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης. Η καλή διατήρηση των αμαξών και των σκελετών των αλόγων και η ύπαρξη αποτυπωμάτων των ξύλων σε δύο από τις άμαξες μας προσέφερε μια μοναδική, ιδιαίτερα ζωντανή ανασκαφική εικόνα, την οποία προσπαθήσαμε να διατηρήσουμε με κάθε μέσο που είχαμε στη διάθεσή μας.


Η ανασκαφή συνεχίστηκε, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, καθόλη τη διάρκεια του 2003 και σταδιακά ήρθαν στο φως οι υπόλοιπες τέσσερις άμαξες, οι ταφές πέντε αλόγων και οι τέσσερις μεγάλοι λάκκοι που περιείχαν τα υπολείμματα της καύσης των νεκρών και πολυάριθμα αντικείμενα που είχαν τοποθετηθεί από τους συγγενείς για να συνοδεύουν τους νεκρούς στη μετά θάνατον ζωή τους. Για την προστασία των αμαξών, των ταφών των αλόγων και των καύσεων από τις καιρικές συνθήκες κατασκευάστηκαν ελαφρά στέγαστρα, κάτω από τα οποία ολοκληρώθηκε η επίπονη διαδικασία καθαρισμού και αποκάλυψής τους. Η ανασκαφική έρευνα ολοκληρώθηκε το 2004. Σήμερα έχει αφαιρεθεί ολόκληρη η επίχωση του τύμβου. Οι άμαξες και οι σκελετοί των αλόγων βρίσκονται ακόμη στο έδαφος, ενώ τα αντικείμενα έχουν απομακρυνθεί από τα ορύγματα των καύσεων. Η συντήρηση των αμαξών και των κινητών ευρημάτων από τις καύσεις βρίσκεται σε εξέλιξη. Στο χώρο της ανασκαφής έχει δημιουργηθεί πλήρως εξοπλισμένο εργαστήριο συντήρησης.


Τα πρώτα αποτελέσματα των ερευνών μας δημοσιοποιήθηκαν το Φεβρουάριο του 2003 στη Θεσσαλονίκη, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση τόσο στην αρχαιολογική κοινότητα όσο και στο ευρύτερο κοινό.


Παράλληλα με την αναλυτική καταγραφή των αντικειμένων σε ειδικά ευρετήρια, δημιουργήθηκε ηλεκτρονικό πρόγραμμα-βάση δεδομένων με το όνομα Ιππαρχία (το όνομα μιας φιλοσόφου από τη Μαρώνεια), για να καταγραφούν ηλεκτρονικά όλα τα ευρήματα κατά θέσεις εύρεσης με παραπομπές σε ημερολόγια και φωτογραφίες. Στην ίδια βάση καταγράφονται επίσης όλα τα στάδια της συντήρησης των ευρημάτων.




Οι καύσεις των νεκρών

Στην περιοχή του τύμβου αποκαλύφθηκαν τα υπολείμματα των καύσεων τεσσάρων ατόμων, τριών ανδρών και μιας γυναίκας, που πέθαναν διαδοχικά. Όλες οι καύσεις πραγματοποιήθηκαν μέσα σε λάκκους, όπου είχαν συσσωρευθεί τα απαραίτητα για την αποτέφρωση του σώματος ξύλα. Μετά την ολοκλήρωση της καύσης, οι συγγενείς τοποθέτησαν μέσα στους λάκκους τα κτερίσματα, τα απαραίτητα δηλαδή δώρα των ζώντων προς τους νεκρούς, που θα τους συνόδευαν στη μετά θάνατον ζωή τους. Εκτός από τα απανθρακωμένα οστά των νεκρών και τα ξύλα, στις καύσεις εντοπίστηκαν πολλά οργανικά υλικά, όπως υπολείμματα δέρματος και υφάσματος, κομμάτια σχοινιού και φιτιλιού, απανθρακωμένα καρύδια και κουκουνάρια. Με την ανθρωπολογική εξέταση των οστών διαπιστώθηκε ότι οι καύσεις Β' και Γ' ανήκουν σε άνδρες μέσης ηλικίας. Οι καύσεις Α' και Δ' με βάση μόνο τα ευρήματα ανήκουν σε νεαρή γυναίκα και άνδρα αντίστοιχα.


Ταφές Αλόγων και Αμαξών


Οι πέντε άμαξες αποτελούν το πιο εντυπωσιακό εύρημα της ανασκαφής. Μαζί με τα υποζύγιά τους έχουν εναποτεθεί σε ρηχούς λάκκους, ανοιγμένους στο φυσικό έδαφος. Κάθε άμαξα είναι λίγο διαφορετική από τις άλλες τόσο στη διακόσμηση όσο και στα τεχνικά χαρακτηριστικά. Σε όλες διατηρούνται οι άξονες, τα σιδερένια στεφάνια των τροχών (επίσωτρα), τα συμπαγή σιδερένια περιαξόνια καθώς και τα υπόλοιπα λειτουργικά και διακοσμητικά στοιχεία. Σε δύο από αυτές διατηρούνται ίχνη και αποτυπώματα των ξύλων. Οι άμαξες χωρίζονται σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα, που βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του τύμβου, πολύ κοντά στην ταφή- καύση Β΄, ανήκουν οι δύο άμαξες (άμαξες Β΄και Γ΄). Δίπλα τους βρέθηκε και η ταφή δύο αλόγων (ταφή αλόγων Α').

Οι τρεις άμαξες της δεύτερης ομάδας (άμαξες Α', Δ', Ε΄) βρίσκονται στη νοτιοανατολική πλευρά του τύμβου και η διάταξή τους ακολουθεί την περιφέρειά του. Οι άμαξες στην ομάδα αυτή δεν παρουσιάζουν την κανονική τους μορφή, καθώς τα άλογα έχουν λυθεί από τους ζυγούς, ενώ οι τροχοί και οι άξονες έχουν αποσυνδεθεί. Υπολείμματα ή ίχνη ξύλου δεν διατηρούνται καθόλου, τα μεταλλικά αντικείμενα όμως όπως και οι σκελετοί των αλόγων σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση. Ανάμεσα στις άμαξες Α' και Δ' βρέθηκε ταφή τριών αλόγων. Πολύ κοντά στην ομάδα αυτή των αμαξών εντοπίστηκε η ταφή- καύση Δ'.

Οι άμαξες που βρέθηκαν στη Μικρή Δοξιπάρα–Ζώνη ήταν τα οχήματα με τα οποία μεταφέρθηκαν οι νεκροί στο χώρο ταφής. Αν και ο ρόλος της άμαξας στην ταφική τελετουργία του αρχαίου κόσμου μας είναι γνωστός τόσο από τις πηγές όσο και από την εικονογραφία, Η ανασκαφή στη Μικρή Δοξιπάρα-Ζώνη προσέφερε για πρώτη φορά στον ελληνικό χώρο ένα τόσο ολοκληρωμένο σύνολο τετράτροχων αμαξών. Η πρακτική της ταφής αμαξών και αλόγων μαζί με τους νεκρούς απαντά σε πολλές περιοχές του αρχαίου κόσμου, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία. Τα άρματα, οι άμαξες και τα άλογα στις περιπτώσεις αυτές λειτουργούν ως σύμβολα κύρους και πλούτου των ιδιοκτητών τους. Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα είχαν βρεθεί μεμονωμένα εξαρτήματα αμαξών μέσα σε τάφους.



Το άλογο, ένα ζώο δυνατό και περήφανο, αποτέλεσε από τη στιγμή που εξημερώθηκε, σταθερό σύντροφο του ανθρώπου στον πόλεμο, στις μετακινήσεις, στις αγροτικές εργασίες, στο κυνήγι και στα ιππικά αγωνίσματα. Τα φυσικά χαρίσματα του αλόγου και η πρακτική βοήθεια που πρόσφερε στους ανθρώπους, του εξασφάλισαν μια σταθερή θέση στη μυθολογία, τη θρησκεία και την τέχνη του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Οι Ρωμαίοι ειδικότερα ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό την ιπποφορβία, επειδή είχαν να αντιμετωπίσουν αυξημένες ανάγκες στο στρατό και στις μετακινήσεις και επειδή αγαπούσαν ιδιαίτερα τα ιππικά αγωνίσματα. Ταφές αλόγων έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές του ελληνορωμαϊκού κόσμου.

Τα μεγάλα, λευκότερα από το χιόνι, άλογα του μυθικού βασιλιά της Θράκης Ρήσου, μας είναι γνωστά από τον Όμηρο (Ιλ. Κ 437), ενώ αναφορές σ’αυτά γίνονται και από μεταγενέστερους συγγραφείς. Ιπποπόλους ονομάζει ο Όμηρος τους Θράκες (Ιλ. Ν 4, Ξ 227) ενώ ο Σοφοκλής (αποσπ.523) και ο Ευριπίδης (Εκάβη 428) τους χαρακτηρίζουν ωςφιλίππους. Στην ιπποτρόφο άλλωστε, σύμφωνα με τον Ησίοδο Θράκη (Έργα και Ημέραι, 507), ακόμη και σήμερα ζουν ελεύθερα άλογα. Εδώ γεννήθηκαν οι φοράδες του βασιλιά των Βιστόνων Διομήδη που κατασπάραξαν το σύντροφο του Ηρακλή, Άβδηρο (Πινδ.παιάνες 2, 1 κ.ε). Ο ίππος απεικονίστηκε σε νομίσματα των ελληνικών πόλεων των παραλίων της Θράκης, αλλά και στα νομίσματα των Θρακών δυναστών. Άλογο συνόδευε και τον ήρωα-ιππέα, έναν από τους πιο αγαπητούς θεούς της ρωμαϊκής περιόδου για την περιοχή της Θράκης. Είναι γνωστό εξάλλου ότι η Θράκη τροφοδοτούσε το ρωμαϊκό στρατό, τόσο με ιππείς όσο και με άλογα.

Η συνήθεια ταφής των αλόγων δίπλα στους ιδιοκτήτες τους, έχει διαπιστωθεί δύο ακόμη φορές σε ανασκαφές ταφικών τύμβων της αυτοκρατορικής περιόδου στην περιοχή του βόρειου Έβρου


Περιοχές προσφορών - εναγισμοί - εστίες


Σε διάφορα σημεία του τύμβου βρέθηκαν περιοχές με υπολείμματα προσφορών προς τους νεκρούς. Στα σημεία αυτά εντοπίστηκαν στάχτες, οστά ζώων και σπασμένα πήλινα αγγεία. Στην αρχαιότητα, μετά την ταφή, οι συγγενείς συνήθιζαν να προσφέρουν προς τους νεκρούς υγρές προσφορές (νερό, κρασί, γάλα, μέλι) ή τροφές σε τελετές που γίνονταν κοντά στους τάφους. Τα αγγεία με τις προσφορές αυτές συνήθως τα έσπαζαν. Συχνά τα έριχναν στη φωτιά που είχε καθαρτήριες δυνάμεις. Δύο παραλληλεπίπεδες κατασκευές από πήλινες πλίνθους βρέθηκαν στο ανατολικό τμήμα του τύμβου. Επάνω τους υπήρχαν στάχτες και δεκάδες σπασμένα μικρά πήλινα αγγεία. Οι κατασκευές αυτές λειτουργούσαν ως επιτάφιοι βωμοί για τις προσφορές προς τιμήν των νεκρών. Κοντά στις δύο αυτές κατασκευές βρέθηκαν δύο μεγάλοι λάκκοι εστίες γεμάτοι με στάχτες.



για περισσότερες πληροφορίες ανατρέξτε στον ιστότοπο