Άγνωστες πτυχές των τελευταίων χρόνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και των πρώτων χρόνων μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αποκαλύπτονται σε ένα κιτρινισμένο χειρόγραφο που ήταν ξεχασμένο στο αρχείο του Παλατιού του Τόπκαπι με τον κωδικό CI3.
Αυτόπτης μάρτυρας ιστορικών γεγονότων εκείνης της εποχής, ο εξέχων Ιμβριώτης γαιοκτήμονας Κριτόβουλος, κατέγραψε τα όσα συνέβησαν τα δύο τελευταία χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για την κατάκτηση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, βασιζόμενος στα προσωπικά του βιώματα αλλά και σε αφηγήσεις συγχρόνων του.
Δεν περιορίστηκε, όμως, μόνο σ’ αυτά, αλλά συνέχισε να καταγράφει και τα όσα διαδραματίστηκαν κατά τα πρώτα 17 χρόνια μετά την Άλωση, βασιζόμενος σε πληροφορίες που είχε λόγω της προσωπικής του σχέσης τόσο με τον Πατριάρχη Γεννάδιο όσο και με το νεαρό τότε Σουλτάνο Μώαμεθ τον Πορθητή.
Το χειρόγραφο αυτό θα κυκλοφορήσει και θα παρουσιαστεί στην Κωνσταντινούπολη, στο Μουσείο του Πέρα, στις 21 Μαΐου, με τη μορφή ενός δίγλωσσου βιβλίου (ελληνικά, στην Αττική διάλεκτο, και τουρκικά), με τίτλο «Η ιστορία του Κριτόβουλου 1451-1467», από τις εκδόσεις Heyamola.
«Ο ιστορικός Κριτόβουλος πρέπει να είχε γεννηθεί μεταξύ 1400 και 1410 στην Ίμβρο. Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιχαήλ Κριτόπουλος και καταγόταν από οικογένεια ευγενών γαιοκτημόνων. Το όνομά του το άλλαξε σε Κριτόβουλος, λόγω του θαυμασμού του για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την Αττική διάλεκτο. Τέτοιες αλλαγές ονομάτων συνηθίζονταν εκείνη την εποχή» εξηγεί ο φιλόλογος Άρης Τσοκώνας, ο οποίος μετέφρασε την Ιστορία του Κριτόβουλου στα τουρκικά.
Το χειρόγραφο του Κριτόβουλου παρέχει σημαντικές πληροφορίες, οι οποίες δεν απαντώνται αλλού, για θέματα, όπως είναι οι έριδες μεταξύ των φόρου υποτελών κρατιδίων κατά τη διάρκεια της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τις σχέσεις τους με τους Οθωμανούς ή τον ανταγωνισμό Βενετών-Γενοβέζων.
Δίνει ακόμη αυθεντικές και λεπτομερείς πληροφορίες για την ανοικοδόμηση του Φρουρίου της Ρούμελης, την κατασκευή των οβίδων, τα σημεία τοποθέτησης των επικεφαλής του στρατού που πολιόρκησε την πόλη και την πρώτη οβίδα που χρησιμοποιήθηκε ποτέ.
«Ο Κριτόβουλος συνέταξε την πλέον ευρεία και αντικειμενική ιστορία της περιόδου, επωφελούμενος τόσο από Βυζαντινούς όσο και Οθωμανούς αυτόπτες μάρτυρες. Μάλιστα, η δική του αφήγηση της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης είναι η πιο καλογραμμένη σε σχέση με τους συγχρόνους του. Ακόμη, στέκεται ιδιαίτερα στο θέμα της ανοικοδόμησης και επανακατοίκησης της Κωνσταντινούπολης. Μαθαίνουμε πως ο Μωάμεθ ο Β’ επιθυμούσε να μετατρέψει την πόλη που, με την πάροδο του χρόνου, είχε χάσει την αίγλη της, και, με την τελευταία πολιορκία και τον πόλεμο, είχε αποψιλωθεί πληθυσμιακά, καεί, γκρεμισθεί και λεηλατηθεί, σε πρωτεύουσά του και ότι δαπάνησε μεγάλο τμήμα της ενέργειάς του για τον σκοπό αυτό. Έδωσε εντολή να χτισθούν το Παλαιό και Νέο Παλάτι στα πιο ωραία σημεία της πόλης, να κατασκευασθεί φρούριο στο Επταπύργιο, να επισκευασθούν τα τείχη, να οικοδομηθούν τζαμιά, χάνια, δημόσια λουτρά και να μεταφερθούν κάτοικοι στην Κωνσταντινούπολη από άλλες περιοχές που περνούσαν στην εξουσία του. Ο Κριτόβουλος κατάλαβε καλύτερα από όλους αυτήν την ανησυχία του νεαρού Σουλτάνου και μας παρέχει σχετικά τις πιο λεπτομερείς πληροφορίες» προσθέτει ο Άρης Τσοκώνας.
Το χειρόγραφο του Κριτόβουλου εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1870. Σύμφωνα με πληροφορίες που δίνει ο Άρης Τσοκώνας, μία από τις πρώτες γλώσσες στις οποίες μεταφράστηκε το βιβλίο αυτό, (το οποίο εκδόθηκε στα αγγλικά μόλις το 1954), ήταν η οθωμανική τουρκική .
« Ο βουλευτής Σμύρνης Παύλος Καρολίδης το μετέφρασε στα Οθωμανικά το 1910 και το εξέδωσε ως ένθετο στο περιοδικό Tarih-i Osmanı Encumeni, του οποίου ήταν μέλος» αναφέρει ο κ. Τσοκώνας.