Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Οι Ταρχανειώτες

Μονόγραμα του Ταρχανιώτη σε πύργο του κάστρου του Διδυμοτείχου   
Ο οίκος

Οι Ταρχανειώτες, το όνομα των οποίων προέρχεται, το πιθανότερο, από τον τόπο καταγωγής τους, τον οικισμό Ταρχάνειον κοντά στα Κύψελα της Θράκης,1 εμφανίστηκαν στο προσκήνιο της ιστορίας την περίοδο της βασιλείας του Βασιλείου Β' (Βουλγαροκτόνου) (963/976-1025). Κατέλαβαν υψηλά αξιώματα στην κρατική ιεραρχία και κατά καιρούς διατέλεσαν επικεφαλής στρατιωτικών μονάδων, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στα πολιτικά και στρατιωτικά δρώμενα του βυζαντινού κράτους. Έδρασαν κυρίως στο δυτικό τμήμα του και ειδικότερα στη Μακεδονία και στην Ιταλία.

 Επιφανή μέλη στο πεδίο της μάχης (10ος-11ος αιώνας)

                                                  
Το 999 ο Γρηγόριος Ταρχανειώτης, με το αξίωμα του κατεπάνω της Ιταλίας, ανέλαβε με επιτυχία την απομάκρυνση των Σαρακηνών από τη χώρα, ενώ λίγο αργότερα ο Βασίλειος Ταρχανειώτης έλαβε το αξίωμα του στρατηλάτη της Δύσης. Άλλα μέλη της οικογένειας έδρασαν στην Ανατολή, όπως ο Ιωσήφ Ταρχανειώτης, ο οποίος το 1071 συνόδευσε τον Ρωμανό Δ' (Διογένη) (1068-1071) στην εκστρατεία του εναντίον των Σελτζούκων στην Αρμενία και αργότερα ανέλαβε δούκας της Αντιόχειας.

Επιγαμίες Ταρχανειωτών

Κατά τον 11ο αιώνα η κοινωνική θέση των Ταρχανειωτών ενισχύθηκε μέσω της σύναψης επιγαμιών με τους οίκους των Βρυεννίων και αργότερα τωνΚομνηνών. Ωστόσο, επί Κομνηνών(1081-1183) δεν τους παραχωρήθηκαν σημαντικά αξιώματα, με εξαίρεση τον Ιωάννη Ταρχανειώτη, ο οποίος έλαβε το αξίωμα του πρώτου του Αγίου Όρους Άθω, το υψηλότερο εκκλησιαστικό αξίωμα που είχε πάρει ποτέ μέλος της οικογένειας, και τον έτερο Ιωάννη Ταρχανειώτη, που έλαβε το αξίωμα του πρωτοπροέδρου.

Μεγαλύτερη ακμή γνώρισε η οικογένεια το 13ο αιώνα, μετά τη σύναψη επιγαμίας με τον οίκο των Παλαιολόγων, οπότε ο μέγας δομέστικοςΝικηφόρος Ταρχανειώτης νυμφεύθηκε, ύστερα από εντολή του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222-1254), τη Μαρία Παλαιολογίνα, μεγαλύτερη αδελφή του Μιχαήλ Παλαιολόγου, μετέπειτα Μιχαήλ Η' (1258-1261: Νίκαια / 1261-1282: Κωνσταντινούπολη). Οι Ταρχανειώτες συγκαταλέγονταν στο εξής στις πλέον επιφανείς αριστοκρατικές οικογένειες και είχαν στην κατοχή τους μεγάλες εκτάσεις γης στην περιοχή της Σμύρνης.2 Την ίδια περίπου εποχή ο πρωτοστράτορας Μιχαήλ Δούκας Γλαβάς Ταρχανειώτης νυμφεύθηκε τη Μαρία Δούκαινα Κομνηνή Βράναινα Παλαιολογίνα.


 Επιφανή μέλη στο πεδίο της μάχης (13ος-14ος αιώνας)
                       
Γραβούρα με απεικόνιση ενός Έλληνα «στρατιότο» 
με τον τυπικό οπλισμό του
Στα χρόνια της δυναστείας των Παλαιολόγων (1261-1453) οι Ταρχανειώτες εξακολούθησαν να λαμβάνουν υψηλά αξιώματα και τίτλους, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στην αυτοκρατορία. Ο Μιχαήλ Δούκας Γλαβάς Ταρχανειώτης πολέμησε υπό τον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο (1261-1282) και τον Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο (1282-1328) εναντίον των Βουλγάρων, των Σέρβων και των Ανδεγαυών. Ο Ιωάννης Ταρχανειώτης, γιος του μεγάλου δομέστικου Νικηφόρου Ταρχανειώτη, αν και ηγετικό στέλεχος του κινήματος των αρσενιατών, ηγήθηκε το 1298 εκστρατείας εναντίον των Οθωμανών στη Μικρά Ασία. Στην επικράτεια της Μικράς Ασίας έδρασε αργότερα και ο πιγκέρνηςΑλέξιος Δούκας Φιλανθρωπηνός, ανιψιός του Ιωάννη, που εντέλει σφετερίστηκε το θρόνο του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου.




 Σχέσεις με την αυτοκρατορική εξουσία

Επί Μιχαήλ Η' και Ανδρονίκου Β' ορισμένα μέλη του οίκου των Ταρχανειωτών, που ανήκαν στην παράταξη των αρσενιατών, ήρθαν σε σύγκρουση με την κεντρική εξουσία, αντιμετώπισαν βαριές κατηγορίες και τιμωρήθηκαν με την ποινή της φυλάκισης.

Το 1347 ο Ιωάννης ΣΤ' Καντακουζηνός (1347-1354), δισέγγονος του Νικηφόρου Ταρχανειώτη, ανήλθε στο θρόνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έπειτα από πεισματική διεκδίκηση. Στο πλευρό του συντάχθηκαν πολλά μέλη της οικογένειας των Ταρχανειωτών, όπως ο Μανουήλ Κουρτίκης Ταρχανειώτης, έμπιστος συνεργάτης του από την ταραγμένη περίοδο του εμφύλιου πολέμου (1341-1347), και ο πρωτοστράτορας Κωνσταντίνος Ταρχανειώτης, ο οποίος στις 28 Ιουλίου 1351 ηγήθηκε των βυζαντινών στρατευμάτων στη μάχη εναντίον των Γενουατών του Γαλατά.

Μετά την πτώση του Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνού οι Ταρχανειώτες συνέχισαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στα δρώμενα της αυτοκρατορίας και να κατέχουν υψηλά αξιώματα.

 Επιφανή μέλη στην Ιταλία και στη Ρωσία

Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης
    Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453, ορισμένα μέλη της οικογένειας των Ταρχανειωτών κατέφυγαν στη Δύση. Στην Ιταλία έδρασαν ο λόγιος Παύλος Ταρχανειώτης και ο ανιψιός του Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανειώτης, που διακρίθηκε ως ποιητής, και λίγο αργότερα ο ιστορικός Ιωάννης Ταρχανειώτης. Την ίδια περίοδο άλλα μέλη της οικογένειας κατέφυγαν στη Ρωσία, όπου έλαβαν σημαντικά αξιώματα. Ο Γεώργιος Ταρχανειώτης υπήρξε διακεκριμένος διπλωμάτης του ηγεμόνα της Ρωσίας Ιωάννη Γ' (1458-1505), ενώ ο αδελφός του Δημήτριος και ο ανιψιός του Γεώργιος απέκτησαν τον τίτλο του βογιάρου στην υπηρεσία της Ζωής-Σοφίας Παλαιολογίνας, συζύγου του Ιωάννη Γ'. Οι απόγονοί τους κατείχαν υψηλά αξιώματα στη ρωσική αυλή μέχρι και το 17ο αιώνα, οπότε σταματούν οι αναφορές.

1. Ο Moravcsik θεωρεί ότι το όνομα Ταρχανειώτης προέρχεται από την τουρκομανική λέξη tarquan (σιδηρουργός) ή από το βουλγαρικό αξίωμα ταρκάνος. Βλ. σχετικάMoravcsik, G., Byzantinoturkika II (Berlin 1958), σελ. 299-300. Ο Cahen θεωρεί ότι οι Ταρχανειώτες κατάγονταν από τη Γεωργία, βλ. Cahen, C., “La campagne de Mantzikert d’après les sources musulmanes”, Byzantion 9 (1934), σελ. 630-631. Βλ. επίσης Άμαντος, Κ.,«Σύμμεικτα: Πόθεν το όνομα Ταρχανειώτης», Ελληνικά 2 (1929), σελ. 435-436.


2. Η οικογένεια των Ταρχανειωτών σημειώνεται στο ιστορικό έργο του Παχυμέρη: Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαί ιστορίαι, Bekker, Ι. (ed.), Georgii Pachymeres de Michaele et Andronico Palaeologis libri trecedim 1 (CSHB, Bonn 1835), σελ. 21.





Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ




Οι Βυζαντινοί δεν είχαν τη συνήθεια του πρωινού. Έτρωγαν το «άριστον«, το πρώτο φαγητό της ημέρας όχι το πρωί, όπως οι αρχαίοι Έλληνες, αλλά γύρω στο μεσημέρι. Ακολουθούσε το γεύμα το απόγευμα και το βράδυ, πριν βασιλέψει ο ήλιος, το δείπνο, που ήταν κατά κανόνα το πιο μεγάλο και δαπανηρό φαγητό.
Το πιο σημαντικό στοιχείο της καθημερινής διατροφής ήταν το ψωμί. Οι ποιότητες ψωμιού ήταν διάφορες, ανάλογες με το είδος του αλευριού αλλά και του τρόπου με τον οποίο άλεθαν τα δημητριακά. Έτρωγαν ψωμί σταρένιο αλλά και από κριθάρι.

Τα κρέατα τρώγονταν με τους παραδοσιακούς τρόπους, δηλαδή ψητά (εψητά ή οφτά), βραστά (εφτά ή εκζεστά) και παστωμένα (ταρίχη). Πρώτα στην προτίμηση των βυζαντινών ήταν το αρνίσιο και το κατσικίσιο κρέας. Αναφέρεται επίσης και μαγείρεμα χοιρινού με ελαφίσιο κρέας και κομμάτια από λαγό. Τα μικρά γουρουνόπουλα, «γαλαθηνοί ή δέλφακες» στη σούβλα ήταν περιζήτητα. Τα άλειφαν μάλιστα πριν τα ψήσουν με ένα μείγμα από κρασί και μέλι. Το βοδινό το προτιμούσαν βραστό. Το «κρασάτο λαγομαγείρεμα» ήταν από τα πιο νόστιμα εδέσματα. Για να γίνει μάλιστα πιο πικάντικο, έβαζαν μέσα πιπεράδες και άλλα μπαχαρικά.

Πολύ συχνά τα ορνίθια και οι φασιανοί πλούτιζαν τα τραπέζια και τρώγονταν με τους παραδοσιακούς τρόπους, ψητά, τηγανιτά ή βρασμένα. Με τον ίδιο τρόπο έτρωγαν και τα αυγά τους. Ο ποιητής του 12ου αι., Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος μιλάει με ενθουσιασμό για τα «διπλοσφουγγάτα«, δηλ. την ομελέτα. Το τυρίαφού το αλάτιζαν το έβαζαν μέσα σε «πήλινα γαστρία» για να το διατηρήσουν. Έφτιαχναν τυρί πρόβειο, κατσικίσιο και αγελαδινό. Το τυρί τρωγόταν και τηγανισμένο. Γνώριζαν ακόμα την παρασκευή του ανθότυρου (απότυρου) και της μυζήθρας. Θαυμάσιο, επειδή είναι πολύ λιπαρό, θεωρούσαν και το γάλα από βουβάλα, και ο γιατρός Ορειβάσιος το επαινεί ιδιαίτερα.


Μαζί με το τυρί συνήθιζαν να τρώνε ελιές, τις οποίες διατηρούσαν σε άλμη ή σε ξύδι. Οι ελιές τρώγονταν πράσινες ή μελανές.Στους Βυζαντινούς άρεσαν τόσο πολύ τα ψάρια, που έτρωγαν μέχρι και ψαρόπιτες!!! Λευκά λέγονταν τα πρώτης ποιότητας ψάρια, η σάρκα των οποίων γινόταν λευκή με το ψήσιμο. Τα ψάρια της θάλασσας, τα«οψάρια» όπως τα έλεγαν, ήταν σαφώς προτιμότερα από τα ποταμίσια ή τα ψάρια των λιμνών. Τα ψάρια τρώγονταν ψητά, τηγανητά (οφτοί ή τηγάνου ιχθύες) και βραστά (εκζεστά). Μερικές φορές έβραζαν μαζί με τα ψαριά και διάφορα μπαχαρικά και αρωματικά χόρτα, όπως νάρδο, κολίανδρο, άνηθο, κρεμμύδια, πράσα, σκόρδα κ.α. (ένα είδος κακαβιάς).

Όσο πιο πολυσύχναστοι γινόταν οι δρόμοι για την Ανατολή, τόσο περισσότερα μπαχαρικά έφταναν στο Βυζάντιο. Περιζήτητο ήταν το μαύρο πιπέρι, καθώς όπως πίστευαν, τόνωνε τη διάθεση για ποτό. Μερικές φορές έτριβαν το πιπέρι μαζί με σινάπι για να κατασκευάσουν ένα είδος πικάντικης σάλτσας, κάτι που θυμίζει τη σημερινή μουστάρδα, αλλά σε μαύρο χρώμα. Τα καλά σπίτια φρόντιζαν να υπάρχουν στα ράφια τους όλα τα μπαχαρικά που έφτανα από την Ανατολή, όπως το ινδικό ξύλο ή κιννάμωμον, το καρυόφυλλο (γαρίφαλο), το«αρωματικόν κάρυον» (μοσχοκάρυδο), το «κάρανο» (ένα είδος κύμινου), το τριψίδι (κανέλα) και βέβαια το αλάτι. Υπήρχαν φυσικά και τα ντόπια μπαχαρικά που τα ονόμαζαν «ηδύσματα». Το ξύδι δεν έλειπε από το τραπέζι και συνόδευε κυρίως τα ψητά.

Οι επαφές με τα ρώσικα φύλα έκανα γνωστό στους Βυζαντινούς το μαύρο χαβιάρι. Ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος μνημονεύει «ωά ιχθύων τεταριχευμένα» (παστά αυγά ψαριών). Η πιο πρόχειρη σάλτσα φαγητού ήταν ο γάρος, που γινόταν από νερό, κρασί, λάδι και ξύδι. Αναλόγως με το τι έβαζαν μέσα τον έλεγαν υδρόγαρο, οινόγαρο, οξύγαρο, ελαιόγαρο ή γαρέλαιο, καθώς η ντομάτα ήταν άγνωστη στους Βυζαντινούς. Ήρθε στην Ευρώπη τον 16ο αι. από το Περού.

Τα λαχανικά υπήρξαν ανέκαθεν από τα σημαντικότερα συμπληρώματα στο γεύμα. Για τους φτωχούς βέβαια αποτελούσαν κύρια τροφή, ενώ οι πλούσιοι, ιδιαίτερα οι «κοιλιόδουλοι», δεν τα πολυσυμπαθούσαν. Αντίδια (ιντίβι), κουνουπίδια (ξυλοκράμβη), παντζάρια (σευκλόγουλα) , κολοκύθια, αγκινάρες, βλίτα, σπαράγγια (ασφάραγγα), μαρούλια(θρίδακες), ενώ γνωστό ήταν και ένα είδος μελιτζάνας (μαζιτζάνα). Τα καρότα τα προτιμούσαν ψητά και πουλιόνταν στις αγορές από τους «δαυκοψήστες» (πωλητές ψημένων καρότων). Τα κρεμμύδια επίσης υπήρξαν από τις αγαπημένες τροφές των φτωχών και σπάνια έλειπαν από το τραπέζι τους . Το ίδιο και το σκόρδο που ήταν ιδιαίτερα αγαπητό για τις πολλές θεραπευτικές του ιδιότητες. Από τα όσπρια ήταν γνωστά όσα και σήμερα, όπως τα κουκιά, οι φακές, τα φασόλια, τα μπιζέλια ή πισάρια και τα ρεβίθια. Τα φασόλια υπήρξαν πάντοτε από τα πλέον περιζήτητα όσπρια, μολονότι όλοι γνώριζαν τις βλαβερές συνέπειες από τη συχνή χρήση. Ο φασίολος άλλωστε ήταν γνωστός σαν «πρισκοκοίλης».

Οι βυζαντινοί έτρωγαν μετά βουλιμίας του καρπούς της ροδιάς και φρόντιζαν να τους φυλάνε κρεμασμένους στην αποθήκη ή στην κουζίνα για να διατηρούνται περισσότερο καιρό. Μερικές φορές μάλιστα γαρνίριζαν ορισμένα φαγητά με χυμό ροδιού, για να τους δώσουν γλυκόξινη γεύση.

Οι Βυζαντινοί άργησαν να ανακαλύψουν τη ζάχαρη, λάτρευαν όμως ταγλυκίσματα, καθώς το μέλι που υπήρχε σε αφθονία κάλυπτε πολλές ανάγκες. Συχνά εκτός από μέλι, περιέχυναν τα γλυκίσματα με σίραιο ήδροσάτο (σιρόπι από ρόδια). Τα γλυκίσματα τα ονόμαζαν «μελιτηρά«, «μελιτώματα» ή «μελίπηκτα«. Ο Αρτεμίδωρος ανέφερε ολόκληρο κατάλογο από γλυκίσματα, όπως οι «σησαμίδες» (σουσάμι με μέλι), «πυρασμούς» (ψημένο ή βρασμένο στάρι με μέλι), «πέμματα» (γλυκές πίτες) κ.α. Από τα πιο συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν η «γρούτα«, χυλός από αλεύρι με μέλι και σταφίδες. Πιο περιζήτητα ήταν όμως τα «λαλάγγια«, (ζύμη που την τηγάνιζαν και τη περιέχυναν με μέλι). Το «καρυδάτο» ήταν γλύκισμα από καρύδια και μέλι, ενώ το ρυζόγαλο, γαρνιρισμένο πολλές φορές με μέλι, ήταν επίσης γνωστό.Το κρασί είχε ιδιαίτερη θέση στο βυζαντινό κόσμο, καθώς από αυτό γινόταν η Θεία Ευχαριστία. Το κρασί που χρησίμευε σε αυτό τον ιερό σκοπό το ονόμαζαν «νάμα«. Οι Βυζαντινοί έπιναν το κρασί ανέρωτο ή άλλοτε το αραίωναν με ζεστό νερό. Τα γεωπονικά κείμενα της εποχής μνημονεύουν την παρασκευή κρασιού και από άλλα φρούτα π.χ. από μυρσίνη, από σπόρους ροδιού, από μήλα, αχλάδια ή κυδώνια κ.α.


Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

Τα Λουτρά των Ψιθύρων

Το Χαμάμ του Ορούτς Πασά γνωστό και ως τα Λουτρά των Ψιθύρων ή τα Λουτρά του Έρωτα (Τουρκικά: Oruç Paşa Hamami ή Fısıltı Hamami) είναι ένα οθωμανικό λουτρό το οποίο χρονολογείται από το 1398-1399 και βρίσκεται σε υπερυψωμένο ανάχωμα στις όχθες του ερυθροπόταμου στο Διδυμότειχο, Ελλάδα.
Αυτό το χαμάμ σύμφωνα με τον Οθωμανολόγο Machiel Kiel είναι είναι από τα πρωϊμότερα οθωμανικά λουτρά στον Ελλαδικό χώρο το οποίο ανοικοδομήθηκε το 1398-1399 (το Διδυμότειχο καταλήφθηκε το από τον Μουράτ Α΄ το 1361). Η είσοδος του λουτρού από την βορειοδυτική πλευρά οδηγεί σε χώρο αποδυτηρίων διαστάσεων 5,10x5,00μ. Στο λουτρό υπήρχαν δύο τμήματα, το "χλιαρό" και το "θερμό". Σύμφωνα με τον οθωμανό περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή η τοιχοποιία περιείχε πήλινους αγωγούς έτσι οι ήχοι από το "θερμό" τμήμα ακουγόταν στο "χλιαρό" τμήμα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το λουτρό πήρε και το όνομα Fısıltı Hamami δηλαδή "Λουτρό των Ψιθύρων". Λόγω της ιδιαίτερης ακουστικής, στο χαμάμ αυτό οι εραστές μπορούσαν να εκφράζουν τα πάθη τους ενώ η Υψηλή Πύλη μπορούσε να πληροφορείται εκμυστηρεύσεις εξόριστων Πασάδων.

Τα χαμάμ αυτά λειτούργησαν μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα  και σήμερα θεωρούνται τα αρχαιότερα σωζόμενα Οθωμανικά λουτρά στην Ευρώπη. Για την ανάδειξη του μνημείου αυτού όπως και ενός αντίστοιχου λουτρού στο Σβίλεγκραντ της Βουλγαρίας υπογράφηκε συμφωνία στις 14 Μαρτίου 2011 μεταξύ Ελλάδος, Βουλγαρίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης

Μεγάλοι επιστήμονες του Βυζαντίου – Θεόδωρος Μετοχίτης

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270 – 13 Μαρτίου 1332) ήταν ένας από τους σπουδαιότερους επιστήμονες και συγγραφείς, λόγιος και ανώτατος αξιωματούχος της ύστερης βυζαντινής περιόδου. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν γιος του αρχιδιακόνου Γεωργίου Μετοχίτη. Απέκτησε εξαιρετική μόρφωση, αν και ήταν μακριά από την Πόλη λόγω εξορίας του πατέρα του. Σε ηλικία είκοσι χρονών, το 1290, ήταν γνωστός για τις γνώσεις του για την αρχαία γραμματεία και τις ρητορικές του ικανότητες.
Καθοριστική για την πορεία του Μετοχίτη στάθηκε η επίσκεψη του Ανδρονίκου Β΄ στη Νίκαια το 1290, στο πλαίσιο της περιοδείας του στη Μικρά Ασία. Ο Μετοχίτης εκφώνησε προς τιμήν του αυτοκράτορα το λόγο «Νικαεύς» και αυτό στάθηκε η αφορμή να τον προσέξει o Ανδρόνικος και να τον εντάξει στην υπηρεσία του. Από το σημείο αυτό άρχισε η σταδιοδρομία του ως κρατικού αξιωματούχου, που τον οδήγησε στα ανώτατα κλιμάκια της ιεραρχίας, φτάνοντας στο αξίωμα του Λογοθέτη και του πρεσβευτή-διπλωμάτη στο εξωτερικό για πολλές υποθέσεις. Ο Μετοχίτης διατήρησε το αξίωμα του Λογοθέτη του γενικού μέχρι το 1321, όταν προήχθη σε μεγάλο λογοθέτη.
Επηρεασμένος από την εξορία του διακόνου -πατέρα του, δεν πήρε μέρος σε θρησκευτικές έριδες, Ωστόσο, τον ενδιέφερε ο έντιμος και ενάρετος χριστιανικός βίος, αλλά εξέφρασε την προοδευτική για την εποχή του άποψη ότι ο άνθρωπος οφείλει να ζει αναμεμειγμένος στις κοινωνικές και δημόσιες υποθέσεις. Η εγκατάλειψη των εγκοσμίων, κατά τον ίδιο, είναι αντίθετη στην ανθρώπινη φύση.
Εμπλέχτηκε στη σύγκρουση μεταξύ Ανδρονίκου Β’ και του εγγονού του Ανδρονίκου Γ’. Μετά την επικράτηση του τελευταίου, η μεγάλη περιουσία του δημεύτηκε και μετά από κάποιο διάστημα στην εξορία, του επιτράπηκε να αποσυρθεί ως μοναχός στη Μονή της Χώρας. Ανέλαβε ως χορηγός την ανακαίνιση και τη διακόσμηση με μωσαϊκά και ψηφιδωτά της μονής της Χώρας, διαδεδομένη πρακτική των επιφανών Βυζαντινών της εποχής. Στη μονή αυτή ίδρυσε βιβλιοθήκη, με τον εμπλουτισμό της οποίας ασχολήθηκε επισταμένα.
Πέθανε το 1332 στην αγαπημένη του Μονή που είχε καταστήσει σπουδαστήριο και ησυχαστήριο του.
Σε όλη του τη ζωή ασχολήθηκε με τη γνώση, τη μάθηση και την επιστήμη. Με το έργο του και τη δράση του συνέβαλε στο να αποκτήσουν η επιστήμη και οι ασχολούμενοι μαζί της κοινωνικό κύρος, όπως και στο να καθιερωθεί η μόρφωση απαραίτητο εφόδιο για κάποιον που ήθελε να σταδιοδρομήσει ως αξιωματούχος.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, όπως και οι περισσότεροι λόγιοι και πνευματικοί άνθρωποι της εποχής του, εμπνέεται από την αρχαιότητα. Πιστέυει πως ό,τι σημαντικό υπήρχε, είχε ήδη ειπωθεί από τους αρχαίους και δεν έμεινε στους νεότερους παρά μόνον ο σχολιασμός. Το εύρος των γνώσεών του αντικατοπτρίζεται στο έργο του, στο οποίο πραγματεύεται τους περισσότερους αρχαίους συγγραφείς. Ο μαθητής του Νικηφόρος Γρηγοράς ανέλαβε μάλιστα, μετά το θάνατο του δασκάλου του, να επεξεργαστεί και να διασώσει τα κατάλοιπα των κειμένων του.

                                                            
                                                                 Τα έργα του

Από τα σημαντικότερα συγγράμματα του Θεοδώρου Μετοχίτη είναι η συλλογή <<Υπομνηματισμοί και σημειώσεις γνωμικαί>>. Ο τίτλος δεν είναι απόλυτα βέβαιος, πιθανόν να αποδόθηκε από μετέπειτα αντιγραφέα. Στο έργο αυτό ο συγγραφέας παραθέτει και σχολιάζει περισσότερους από 70 συγγραφείς σε 120 πραγματείες με θέματα ιστορικά, φιλοσοφικά και αρχαίας ιστορίας,
Στην ίδια έργο ο Μετοχίτης αναφέρεται σε κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της χριστιανικής ηθικής και απασχολούσαν τον βυζαντινό άνθρωπο όπως στην επιλογή μεταξύ μοναχικού και κοσμικού βίου. Στο ζήτημα αυτό ο ίδιος τοποθετείται υπέρ του κοσμικού βίου, υποστηρίζοντας ότι ο άνθρωπος οφείλει να ζει μια φυσιολογική ζωή εντός της κοινωνίας, να αναμειγνύεται στις δημόσιες υποθέσεις και να τεκνοποιεί.
Τον απασχολεί και μελετά το είδος του πολιτεύματος που θα άρμοζε στην εποχή και τις ανάγκες της.Συζητά λοιπόν εκτεταμένα περί δημοκρατίας, αριστοκρατίας και μοναρχίας και τονίζει την αναγκαιότητα ορθής οικονομικής διαχείρισης,που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την ομαλη λειτουργία του πολιτέυματος…
Το έργο αυτό αναφέρεται και σε ιστορικά ζητήματα, όπως παραδείγματος χάρη οι πραγματείες που έχουν ως θέμα τους Αθηναίους και τους Λακεδαίμονες και την μεταξύ τους εμφύλια σύγκρουση. Το θέμα αυτό τον απασχολεί, καθώς το συνδυαζει με την πορεία πτώσης που ακολουθεί η αυτοκρατορία, η οποία είναι αναπόδραστη. Ο Μετοχίτης ανησυχεί για την παρακμή και εκφράζει τους έντονους φόβους του για το μέλλον που θα έχει η κοινωνία.
Το κύριο φιλοσοφικό σύγγραμμα του Μετοχίτη συνίσταται στο σχολιασμό των αριστοτελικών έργων Περί φυσικής ακροάσεως, Περί ψυχής, Περί ουρανού, Περί γενέσεως και φθοράς, Περί μνήμης και αναμνήσεως, Περί ύπνου και εγρηγόρσεως, Περί ενυπνίων, Περί της καθ’ ύπνον μαντικής. Είναι εντυπωσιακό το εύρος των αναφορών του Μετοχίτη σε αρχαίους συγγραφείς, χωρίς να λείπουν και κάποια λάθη στις παραπομπές του.

Ο Ηθικός ή περί παιδείας Λόγος είναι από τα πιο εκτεταμένα έργα του Θεοδώρου Μετοχίτη. Εδώ ο λόγιος απευθύνεται σε έναν νέο και το θέμα που διαπραγματεύεται είναι η διαφορά θεωρητικού και πρακτικού βίου και η συνεχής παλινδρόμηση μεταξύ αυτών των δύο τρόπων ζωής,που συζητούνταν ήδη από τους αρχαίους συγγραφείς και που απασχολεί κάθε κοινωνία, Το πρόβλημα αυτό απασχολεί συνεχώς το Μετοχίτη, ο οποίος αναζητά την αυτογνωσία και προσπαθεί να καθορίσει την προσωπική του θέση και στάση ζωής. Σκοπός της πραγματείας είναι να πεισθεί ο νέος άνθρωπος να ασχοληθεί με τη μόρφωση.
Στη συνέχεια αναφέρεται σε μια σειρά πνευματικές αξίες, παραδείγματος χάρη η πίστη και
αρετή, και εξαίρει τη σημασία της μελέτης και ερμηνείας των αρχαίων συγγραφέων. Ο Μετοχίτης έχει βιώσει το φθόνο των άλλων ανθρώπων που είναι έτοιμοι να συκοφαντήσουν έναν πνευματικό άνθρωπο. στερώντας του την ακαδημαικη ελευθερία. Ιδιαίτερα τον απασχολεί και τον προβληματίζει η κατασυκοφάντηση των λογίων στις εκκλησιαστικές αρχές, ως αντίθετους με τη χριστιανική πίστη. Στο ίδιο κείμενο πιθανόν να πρόσφερε και ο ίδιος μια ευκαιρία για τέτοιου είδους αντιμετώπιση.

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης αναπτύσσει σπουδαία συγγραφική δραστηριότητα που αφορά την επιστήμη της αστρονομίας. Είναι γεγονός ότι μετά την ακμή του Ισλάμ, η βυζαντινή αστρονομία ήρθε σε επαφή και γνώρισε την ανάπτυξη της επιστήμης των ουρανών από Αραβες αστρονόμους. Δεδομένη ήταν η μακρά ώσμωση και επαφή Βυζαντινών και Αράβων αστρονόμων.
Άρχισε να ασχολείται με την αστρονομία σε σχετικά μεγάλη ηλικία, όμως το έργο του στον τομέα αυτό και οι επιδόσεις που σημείωσε τον τοποθετούν σε ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στους άλλους λογίους της εποχής του. Ο Μετοχίτης φαίνεται ότι είχε μελετήσει το έργο του Κλαυδίου Πτολεμαίου –ο ίδιος μάλιστα ισχυριζόταν ότι είχε διαβάσει ολόκληρη τη Μεγίστη–, καθώς και άλλων αστρονόμων, τους οποίους αναφέρει στα έργα του: Θέωνα, Απολλώνιο Περγαίο, Σερήνο, Θεοδόσιο κ.ά.
Δύο είναι τα κύρια έργα του Μετοχίτη περί την αστρονομία: το Προεισαγωγή εις την του Πτολεμαίου Σύνταξιν και το Στοιχείωσις επί τη αστρονομική επιστήμη. Τα δύο αυτά έργα είχαν στόχο να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα από τις περσικές και αραβικές επιρροές.
Ο ίδιος ο συγγραφέας μπορούσε έπειτα από τα μαθήματα που είχε παρακολουθήσει, να προβλέπει ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και αυτή τη γνώση ήθελε να μεταδώσει σε ευρύτερο κύκλο. Το έργο του Μετοχίτη συνέβαλε στην πρόκληση έντονου ενδιαφέροντος για τα αστρονομικά ζητήματα στο Βυζάντιο και στη δημιουργία ενός κύκλου αστρονόμων που αργότερα παρουσίασαν και αρκετά πρωτότυπο έργο, όπως ο πιστός του μαθητής Νικηφόρος Γρηγοράς.
Ο Μετοχίτης θεωρούσε την αστρονομία κορυφαία επιστήμη γιατί διευκολύνει τον άνθρωπο να κατανοήσει τη θεϊκή βούληση. Ήταν αντίθετος με την αστρολογία και με τη βασική της αρχή ότι ο ανθρώπινος βίος καθορίζεται από τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων. Αυτή η άποψη, σύμφωνα με τον επιστήμόνα Μετοχίτη, κάνει τον άνθρωπο άβουλο και μοιρολάτρη και εμποδίζει την ελεύθερη βουλησή του. Για τον Μετοχίτη, η ενασχόληση με την αστρολογία δεν είναι αποδεκτή.

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης συνέγραψε αρκετά ρητορικά, φιλοσοφικά και ποιητικά έργα. Ξεχωριστή θέση μεταξύ των ρητορικών του έργων διεκδικεί ο Νικαεύς, λόγος που εκφωνήθηκε με αφορμή την επίσκεψη του Ανδρονίκου Β΄ στη Νίκαια (1293). Σημαντικός για τους ρητορικούς τρόπους της εποχής θεωρείται ο επιτάφιός του στη Θεοδώρα, σύζυγο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄, όπως και η έμμετρη νεκρολογία στον Ιωσήφ, φιλόσοφο που πέθανε το 1330, όταν ήταν μοναχός στη Θεσσαλονίκη.
Ρητορικό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το έργο του στο οποίο κάνει σύγκριση του Δημοσθένη και του Αριστείδη, που στοχεύει στην κριτική τους αποτίμηση ενταγμένη στο πολιτικό πλαίσιο της εποχής τους. Το έργο αυτό, με τίτλο <<Επιστασία και κρίσις της των δύο ρητόρων ευδοκιμήσεως του τε Δημοσθένους και Αριστείδου>>, θεωρείται από τις σημαντικότερες συγκρίσεις της βυζαντινής ρητορικής.

Το ποιητικό έργο του Μετοχίτη περιλαμβάνει και είκοσι ποιήματα σε εξάμετρο, αρκετά εκτεταμένα, που αναφέρονται σε πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Ανάμεσα σε αυτά είναι επιτάφιοι για την Ειρήνη, σύζυγο του Ανδρονίκου B΄, και το γιο του Ιωάννη Παλαιολόγο, που είχε τον τίτλο του καίσαρα, όπως και ποίημα προς το μαθητή του Νικηφόρο Γρηγορά, από το οποίο αντλούμε στοιχεία για τη ζωή του.


Πηγή: http://pneymatiko.wordpress.com
‘Βυζαντινών Ιστορικά

Οι πρωταγωνιστές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη ναυμαχία της Ναυπάκτου

Σελίμ Β'
Προσωπογραφία του σουλτάνου Σελίμ Β'Ο Σελίμ Β' ήταν ο τρίτος κατά σειράν γιος του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, τον οποίο είχε αποκτήσει με την αγαπημένη του Χασεκί Χιουρρέμ Σουλτάν, ουκρανικής καταγωγής. Το 1566 όταν ο Σουλεϊμάν πέθανε ξαφνικά από αποπληξία κατά τη διάρκεια εκστρατείας στην Ουγγαρία, ο Μέγας Βεζίρης Σοκολλού Μεχμέτ Πασάς απέκρυψε το θάνατο του ηγέτη από το στράτευμα και ειδοποίησε κρυφά τον Σελίμ να σπεύσει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Σελίμ ανακηρύχθηκε 11ος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και 90ς Χαλίφης του Ισλάμ στις 7 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς και στη συνέχεια μετέβη στο Βελιγράδι για να συναντήσει το στρατό του. Μεγαλωμένος στο χαρέμι, καθώς διάδοχοι αρχικά ήταν τα μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Σελίμ είχε αδυναμία στις κραιπάλες και ιδιαίτερα στο αλκοόλ. Για το λόγο αυτό είχε το παρατσούκλο “ο Μέθυσος”. Είχε αφήσει μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας στον ικανότατο βεζίρη Μεχμέτ Σοκολλού, εγκαινιάζοντας έτσι μια πρακτική που θα διαρκούσε πάνω από έναν αιώνα (“ο αιώνας των βεζίρηδων”). Ωστόσο ο ίδιος είχε μεγάλες στρατηγικές ικανότητες και σχεδίασε εκστρατείες που έφτασαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη μέγιστη έκτασή της: την ανάκτηση της Υεμένης, την κατάκτηση της Κύπρου, την εκστρατεία στην Τυνησία, που καταλήφθηκε λίγους μήνες μετά το θάνατό του, το 1574. Μια εκστρατεία στου στη Ρωσία απέτυχε παταγωδώς. Στη Ναύπακτο ο οθωμανικός στόλος καταστράφηκε. Στο πολιτικό επίπεδο όμως καταγράφηκε στο ενεργητικό του η σημαντική συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως με τους Αψβούργους (1568). Ο θάνατός του το 1574 ήταν τυχαίος και προκλήθηκε από πτώση στο λουτρό του ενώ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης.

Muezzinzade Ali Pasha
   Ο αρχηγός των ναυτικών επιχειρήσεων των Οθωμανών, Μουεζίνζαντέ Αλί Πασά σε μικρογραφία της εποχήςΌπως υποδηλώνει το όνομά του, ο Μουεζιν-ζαντέ Αλή Πασάς ήταν γιος του μουεζίνη που ιερουργούσε στο τζαμί δίπλα στο σεράι. Πολύ συχνά υποκαθιστούσε τον πατέρα του και η εξαιτίας της γλυκιάς φωνής του είχε γίνει αγαπητός στο χαρέμι και στον Σελίμ Β΄που είχε ανατραφεί εκεί. Όταν ο Σελίμ διαδέχθηκε τον πατέρα του, τον προβίβασε σε Καπουδάν Πασά και τον πάντρεψε με μία από τις κόρες του. Κατά την εκστρατεία για την κατάληψη της Κύπρου το 1570 ήταν επικεφαλής του στόλου. Αφού αποβίβασε τη χερσαία εκστρατευτική δύναμη, ο ίδιος με μεγάλο μέρος του στόλου κατευθύνθηκε προς την Κρήτη και την Πελοπόννησο για να αποκρούσει οποιαδήποτε προσπάθεια των δυτικών δυνάμεων να στείλουν ενισχύσεις στην Κύπρο. Η επιτυχία του στην εκστρατεία της Κύπρου δεν είχε ωστόσο συνέχεια. Ο Σελίμ Β΄του ανέθεσε την ηγεσία του στόλου και στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Του έδωσε μάλιστα και το λάβαρο των Χαλιφών, ένα ιερό λάβαρο όπου ήταν κεντημένες με χρυσοκλωστή σούρες από το Κοράνι. Κατά τη διάρκεια της μάχης η ναυαρχίδα του, η «Σουλτάνα» βρέθηκε αντιμέτωπη με τη ναυαρχίδα του συμμαχικού στόλου, τη La Real, επί της οποία επέβαινε ο Δον Χουάν της Αυστρίας. Τα δύο πλοία κόλλησαν μεταξύ τους και η συνέχεια δόθηκε σε μάχη σώμα με σώμα. Ο Αλί Πασά σκοτώθηκε όταν τον βρήκε ένα βόλι από μουσκέτο στο κεφάλι. Οι Ισπανοί τον αποκεφάλισαν και έστησαν το κεφάλι του σε πάσσαλο για να αποθαρρύνουν το στόλο του, επιδεικνύοντας μάλιστα και το ιερό λάβαρο των Χαλιφών που είχαν πάρει στην κατοχή τους. Το γεγονός αυτό είχε πράγματι ως αποτέλεσμα να αποσυντονιστεί η οθωμανική άμυνα και η ναυμαχία να λήξει υπέρ της Ιερής Συμμαχίας.

Ουλούτς Αλί (UluçAli )
 Προσωπογραφία του Uluç Ali Ο Uluç Ali, γνωστός επίσης ως Uluç Ali Reis και αργότερα ως Kiliç Ali Pasha στις οθωμανικές πηγές και Occhiali στις δυτικές πηγές, υπήρξε μια μυθιστορηματική μορφή της Οθωμανικής ιστορίας. Γεννημένος το 1519 στην Καλάβρια της Κάτω Ιταλίας ως Giovanni Dionigi Galeni, γιος ναυτικού, προοριζόταν από τον πατέρα του για μια καριέρα στον κλήρο, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τον Αλί Αχμέντ, έναν από τους κουρσάρους που συνεργάζονταν με τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Υπηρέτησε αρκετά χρόνια ως κωπηλάτης σε γαλέρες, ώσπου τελικά εξισλαμίστηκε και έγινε κουρσάρος και ο ίδιος. Γρήγορα έλεγχε μεγάλο μέρος των βορείων ακτών της Αφρικής και ένωσε τις δυνάμεις του με τον Τουργκούτ Ρεϊς, φόβητρο της Βορείου Αφρικής και Μπέη της Τρίπολης. Κατά την πολιορκία της Μάλτας, όταν σκοτώθηκε ο ναύαρχος Τουργκούτ Ρεϊς, ο Καπουδάν Πασάς Piyale Pasha ανέθεσε την αρχηγία του οθωμανικού στόλου στον Ουλούτς. Πάλι με τη μεσολάβηση του Piyale Pasha ο Ουλούτς ανέλαβε το αξίωμα του Πασά του Αλγερίου το 1568. Το 1571 οι γενίτσαροι στο στράτευμά του εστασίασαν. Η αναταραχή στην ανατολική Μεσόγειο του έδωσε μια καλή ευκαιρία να αφήσει την εσωτερική κρίση και να κατευθυνθεί προς τη Μεθώνη και την Κορώνη για να ενώσει τις δυνάμεις του με αυτές του Muezzinzade Ali Pasha. Ο τελευταίος του ανέθεσε τη διοίκηση της αριστερής πτέρυγας του στόλου κατά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου. Ήταν ο μόνος από τους ναυάρχους που κατόρθωσε να κρατήσει τα πλοία του σε συνοχή, παρά τις απώλειες, και να κυριεύσει μάλιστα τη ναυαρχίδα των Μαλτέζων, αρπάζοντας ως λάφυρο, μεταξύ άλλων, και το λάβαρό τους. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη με 87 πλοία και πρόσφερε το μαλτέζικο λάβαρο ως δώρο στον Σελίμ Β', ο οποίος του έδωσε τον τιμητικό τίτλο Kılıç, δηλαδή “σπαθί”, και τον ουσιαστικό τίτλο του Καπουδάν Πασά και Μπεηλέρμπεη των νησιών. Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1587 και ετάφη στο Kılıç Ali Pasha τζαμί, ένα από τα τελευταία έργα του Μιμάρ Σινάν, σε παραθαλάσσια τοποθεσία στη σημερινή συνοικία Τοπχανέ.

Mehmed Pertev Pasha
Αλβανικής καταγωγής, ανήλθε στα οθωμανικά δημόσια αξιώματα. Ανέλαβε τη θέση του μπεηλέρμπεη της Ρούμελης το 1554, όταν ο φίλος του Σοκολλού Μεχμέτ Πασάς ανήλθε στην ιεραρχία. Και ο ίδιος έφθασε μέχρι τη 2η θέση κάτω από τον βεζίρη. Γενικός διοικητής των ναυτικών δυνάμεων των Οθωμανών κατά την πολιορκία της Κύπρου το 1570, ένωσε τις δυνάμεις του με αυτές του Muezzinzade Ali Pasha στη ναυμαχία της Ναυπάκτου.

Mehmed Suluk Pasha
Γνωστός και ως Sirocco, δηλαδή νότιος άνεμος, ο Mehmed Suluk ήταν Μπέης της Αλεξάνδρειας την εποχή της ναυμαχίας. Είχε καταταγεί στον οθωμανικό στρατό στα 18 του χρόνια και είχε διαγράψει μια λαμπρή πορεία ως πολεμιστής του πεζικού κυρίως. Στο ναυτικό τομέα συμμετείχε στην πολιορκία της Μάλτας καθώς και στις πολεμικές επιχειρήσεις για την κατάληψη της Κύπρου, ήταν μάλιστα από τους αρχηγούς που παρέμειναν στην Κύπρο κατά την πολιορκία της Αμμοχώστου. Στη Ναύπακτο του ανατέθηκε η διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας του οθωμανικού στόλου, δεν κατάφερε όμως να νικήσει τους Βενετούς που βρίσκονταν απέναντί του και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά. Κατόρθωσε να διαφύγει, οι Βενετοί όμως τον καταδίωξαν και τελικά τον συνέλαβαν. Ζήτησε τότε να τον λυτρώσουν από το μαρτύριό του και ο Βενετός αξιωματικός τον εκτέλεσε επί τόπου.

πηγή:lepanto1571

http://www.lepanto1571.gr/Default.aspx?tabid=2970&language=el-GR

Ο Αλέξανδρος των λαών


Τελικά δεν υπάρχει τίποτε που δεν κατάφερε ο θρυλικός Μέγας Αλέξανδρος: φιλοσόφησε με τους γυμνοσοφιστές στην Ινδία, αναγνώρισε τους γεννήτορές του σε θαυμαστά πρόσωπα όπως τον φαραώ Νεκτανεβώ της Αιγύπτου ή ακόμα και τον ίδιο τον Δαρείο.

Ο Αλέξανδρος ο μέγας πολεμά το τέρας του Habash
λεπτομέρεια απο την Shahnama 
Αναζήτησε τη χώρα όπου τεράστια μυρμήγκια σκάβουν για χρυσάφι, συνάντησε Κενταύρους και Δράκοντες, είχε περιπέτειες με τις Αμαζόνες. Επινόησε μια πτητική μηχανή, αναζήτησε τον τάφο του Αδάμ, πήρε από τον Σολομώντα το βιβλίο της σοφίας και το παρέδωσε στον Αριστοτέλη, έγινε ακόμα και μωαμεθανός! Εζησε μόλις 33 χρόνια, αλλά ο απόηχος του θρύλου του απλώθηκε σε διαφορετικούς πολιτισμούς και θρησκευτικές παραδόσεις. Το πώς η ιστορία του Αλεξάνδρου εμφανίζεται σε θρύλους των Αράβων, Αρμενίων, Βουλγάρων, Αγγλων, Αιθιόπων, Εβραίων, Μογγόλων, Σέρβων, Περσών κ.ά. εξετάζει το βιβλίο «Αλέξανδρος ο Μέγας- Από την Ιστορία στον θρύλο» (έκδοση του Πανεπιστημίου του Γέιλ), που υπογράφει ο Ρίτσαρντ Στόουνμαν (μετάφρ.: Μοσχή Φωτεινή, εκδόσεις Τόπος).

«Είτε έδινε μάχες με φτερωτούς δαίμονες, είτε κατέβαινε στον Κάτω Κόσμο, είτε επινοούσε τον πρώτο στον κόσμο καταδυτικό κώδωνα, ο Αλέξανδρος ενέπνεε τους λαούς ως ήρωας, ακόμη και ως θεός», λέει ο συγγραφέας της έρευνας. Αλλωστε ο πρώτος που φρόντισε να κάνει θρυλικό το όνομά του ήταν ο ίδιος ο Αλέξανδρος, καλλιεργώντας την εικόνα του άτρωτου: Μιμούνταν απροκάλυπτα τους αρχαίους ήρωες του Μακεδονικού βασιλείου, τον Ηρακλή και τον Διόνυσο και αναπαρήγαγε τα «σενάρια» περί θεϊκής καταγωγής του. Σύγχρονοί του ιστορικοί, όπως ο Καλλισθένης και ο Κλείταρχος, συνέτειναν στην ενίσχυση αυτού του θρύλου, αφηγούμενοι φανταστικές ιστορίες για τα κατορθώματά του. Ακόμα όμως και οι πληροφορίες που δίνουν οι μετριοπαθέστεροι ιστορικοί, όπως ο Χάρης ο Μυτιληναίος απέπνεαν ένα εξωτικό άρωμα, με ιστορίες για τον πλούτο και τα μαγικά αντικείμενα της περσικής Αυλής.

Ο Μεγας Αλέξανδρος σύμφωνα με τις παραδόσεις των λαων της ανατολής,
το χρονικο των Ιβηρων και το Κοράνι, νίκησε τους δαίμονες Γωγ και Μαγωγ.
«Κεντρικό στοιχείο της προσωπικότητας του Αλεξάνδρου, στο οποίο δίνει έμφαση ο ιστορικός
Αρριανός, ήταν ο πόθος του, μία σχεδόν θρησκευτική επιθυμία που τον ωθούσε να οδηγήσει τον εαυτό του, αλλά και τον στρατό του, σε όλο και πιο μεγάλους εξερευνητικούς άθλους», αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλίου. «Αυτό, σε συνδυασμό με το πάθος του για την ποίηση του Ομήρου και το ηρωικό ιδεώδες που αντιπροσώπευε ο Αχιλλέας, εξασφάλιζε ότι το εύρος της προσωπικότητάς του πάντα θα ξεπερνούσε τα όρια των συνηθισμένων ανθρώπων».

Βιβλία με ανάλογο περιεχόμενο έχουν υπάρξει πολλά. Ωστόσο, όλα τερματίζουν την αφήγησή τους στο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αντιθέτως, για τον Στόουνμαν, αυτό το γεγονός αποτελεί απλώς την αφετηρία. Στο βιβλίο συγκεντρώνονται πρώτη φορά εκατοντάδες περιπετειώδεις θρύλοι που οι λαοί ανέπλασαν στις εθνικές τους αφηγήσεις. Ας δούμε μερικές:

ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ ΕΞ ΑΙΓΥΠΤΟΥ


Ο γαμος της Ρωξάνης,


ΠΡΙΝ το όνομα του Αλεξάνδρου εμπλακεί στη διαμάχη Ελλάδας και Σκοπίων, η δική του καταγωγή είχε δώσει τροφή για εκατοντάδες θρύλους. Οι Αιγύπτιοι τον θεωρούσαν γιο του Νεκτανεβώ Β' (τελευταίος από τους ανεξάρτητους φαραώ της Αιγύπτου, ο οποίος ηττημένος εγκαταλείπει την Αίγυπτο). Σύμφωνα με κάποιους καταφεύγει στη Μακεδονία και ζητάει άσυλο στην αυλή του βασιλιά Φιλίππου. Εκεί ερωτεύεται τη βασίλισσα Ολυμπιάδα και χρησιμοποιώντας τον κυνισμό αλλά και τη μαγική του τέχνη, προσπαθεί να γίνει εραστής της. «Ο Νεκτανεβώ παροτρύνει τη βασίλισσα να συνευρεθεί με τον θεό Αμμωνα, που έχει μαλλιά και γενειάδα από χρυσό και κέρατα επίσης χρυσά που φύονται από το κεφάλι του». Συλλέγοντας βότανα από την εξοχή, «έφτιαξε ένα μείγμα, έπειτα έπλασε μία γυναικεία φιγούρα από κερί και έγραψε επάνω το όνομα της Ολυμπιάδας». Στη συνέχεια, «ψάλλοντας τις κατάλληλες μαγικές φράσεις, προκαλεί στην Ολυμπιάδα ένα ερωτικό όνειρο στο οποίο εμφανίζεται μία παρόμοια μορφή και την κάνει να προσμένει την επίσκεψη του ίδιου του θεού».

Σε ένα άλλο απόσπασμα ο Νεκτανεβώ αναλαμβάνει τον ρόλο όχι του μάγου πλέον, αλλά του αγύρτη: «Έβαλε μία προβιά από το πιο απαλό μαλλί προβάτου με τα κέρατα ακόμα καρφωμένα στο κεφάλι. Τα κέρατα έλαμπαν σαν χρυσάφι. Είχε προμηθευτεί ακόμα ένα εβένινο σκήπτρο, έναν λευκό χιτώνα και ένα μανδύα που έμοιαζε με δέρμα ερπετού. Φορώντας τα, μπήκε στο υπνοδωμάτιο, όπου η Ολυμπιάς ήταν κρυμμένη κάτω από τα σκεπάσματα, κρυφοκοιτάζοντας διστακτικά. Τον είδε να μπαίνει, αλλά δεν φοβήθηκε, γιατί έμοιαζε ακριβώς με τον θεό στο όνειρό της. Οι λύχνοι ήταν αναμμένοι και η Ολυμπιάς σκέπασε το πρόσωπό της. Ο Νεκτανεβώ, αφήνοντας το σκήπτρο του στην άκρη, ανέβηκε στο κρεβάτι και συνευρέθηκε μαζί της. Έπειτα είπε: «Ηρέμησε γυναίκα, στη μήτρα σου κουβαλάς ένα αρσενικό παιδί που θα πάρει εκδίκηση για σένα και θα γίνει βασιλιάς και κυρίαρχος του κόσμου όλου. Επειτα έφυγε από το δωμάτιο, κρύβοντας όλα τα εξαρτήματα της περιβολής του».

Περσική μινιατούρα του 15ου αιώνα
από την Χεράτ που απεικονίζει τον Ισκαντέρ
Στη δική του ζωή, πάντως, η απουσία των γυναικών είναι καταφανής. Παρ' όλα αυτά ο Στόουνμαν συγκέντρωσε κάποιες. Μια από αυτές θέλει τη βασίλισσα Θάληστρη των Αμαζόνων να επισκέπτεται τον Αλέξανδρο όταν εκείνος είχε στρατοπεδεύσει παρά τον ποταμό Τάναϊ (Ντον). «Η βασίλισσα έμεινε κοντά του δεκατρείς ημέρες, τόσες, δηλαδή, όσες να βεβαιωθεί ότι καρποφόρησε η συνεύρεση μαζί του ("συγγενέσθαι τεκνοποιΐας χάριν")». Ετσι η Θάληστρις είναι η πρώτη απ' όλες τις Αμαζόνες για την οποία γνωρίζουμε τον πατέρα του παιδιού της (οι Αμαζόνες συνήθως κρατούσαν τους άνδρες περιορισμένους σε ένα νησί όπου τους επισκέπτονταν τακτικά προκειμένου να συνευρεθούν μαζί τους, πρακτική αντίστοιχη με εκείνη των Βραχμάνων, που έτσι εξασφάλιζαν τη διαιώνισή τους.) Παρά τον μεγάλο αριθμό πηγών που αναφέρουν την ιστορία, σίγουρα πρόκειται για μύθο. Μάλιστα, όταν ο Ονησίκριτος ανάγνωσε στην αυλή όσα είχε γράψει στα απομνημονεύματά του για τον Αλέξανδρο και την Αμαζόνα βασίλισσα, ένας από τους διαδόχους του Αλεξάνδρου, ο βασιλιάς της Θράκης Λυσίμαχος, γνωρίζοντας πόσο ψευδολόγος ήταν ο Ονησίκριτος, αναφώνησε περιπαικτικά: «Κι εγώ πού ήμουν τότε;»

Μια πιο άγνωστη ιστορία διασώζεται στον Κώδικα 197 στη Μονή Βαρλαάμ στα Μετέωρα καθώς και στον Σιναϊτικό Κώδικα στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Η ιστορία αφορά τον Αλέξανδρο και τη Σεμίραμι κι έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς αντιστοιχεί, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην ιστορία που είναι πιο γνωστή, ίσως, σε μας από την όπερα του Πουτσίνι «Τουραντό». «Ο Αλέξανδρος επισκέπτεται την πριγκίπισσα Σεμίραμι ως υποψήφιος μνηστήρας. Ολοι οι μνηστήρες απειλούνται με εκτέλεση, εκτός αν απαντήσουν σε μία σειρά από γρίφους. Κάποιοι είναι απλά αινίγματα, όπως: "Ποιο δέντρο έχει δώδεκα κλαδιά με εξήντα φύλλα, μισά μαύρα και μισά λευκά;"» - "Ο χρόνος". Οι περισσότεροι, όμως, είναι πολυπλοκότεροι και η απάντησή τους έχει ηθικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα, όπως: "Με τι τρέφονται οι άγγελοι;" - "Με τις καλές πράξεις των ανθρώπων". "Ποια αμαρτία φέρνει τον άνθρωπο στον Παράδεισο;" -"Αυτή για την οποία μετανοεί"». Ο θρησκευτικός χαρακτήρας αυτών των ερωτήσεων, ταιριάζει απόλυτα με την εύρεση του Κώδικα σε ένα μοναστήρι και μάλιστα υποδηλώνει πιθανή συγγραφή από μοναχό. Φαίνεται, πάντως, ότι οι μοναχοί της Μονής Βαρλαάμ είχαν γενικότερο ενδιαφέρον για τη μορφή του Αλεξάνδρου, καθώς ανάμεσα στις τοιχογραφίες της μονής υπάρχει μία πολύ σπάνια απεικόνιση του Αγίου Σισώη που κοιτάζει τα οστά του Αλεξάνδρου.


ΗΡΩΑΣ, ΤΥΡΑΝΝΟΣ... ΚΑΙ ΔΥΤΗΣ!

Η κατάδυση του Αλέξανδρου
 στον βυθό λεπτομέρεια απο μεσαιωνικο χειρογραφο
Εκτός από τις ιστορίες που αφορούν -έστω και μεγεθυμένα- τα κατορθώματα του βίου του υπάρχουν και κάποιες που είναι εντελώς μυθοπλαστικές. Σε μία από αυτές περιγράφεται μια φανταστική επίσκεψη του Αλέξανδρου στην Ιερουσαλήμ:
«Εδώ οι κάτοικοι της Ιουδαίας ανησυχούν για την άφιξη του στρατού του Αλεξάνδρου... Οι αρχηγοί των Ιουδαίων αποφασίζουν να παραδοθούν με αξιοπρέπεια. «Οι ιερείς ντύθηκαν με τα επίσημα ενδύματά τους και βγήκαν να τον προϋπαντήσουν, μαζί με ένα πλήθος ακολούθων...«Η εμφάνισή σας είναι θεϊκή. Πείτε μου, ποιό θεό λατρεύετε; Γιατί δεν έχω δει ποτέ ιερείς κανενός θεού να είναι έτσι ντυμένοι», είπε ο Αλέξανδρος. «Λατρεύουμε έναν θεό που έφτιαξε τη γη και τον ουρανό και τα ορατά και τα αόρατα. Κανένας θνητός δεν μπορεί να τον αποκαλύψει», απάντησε ο ιερέας. «Είστε άξιοι ιερείς ενός αληθινού θεού. Πορευθείτε εν ειρήνη. Ο θεός σας θα γίνει και δικός μου και η ειρήνη μου θα σας συντροφεύει. Δεν θα σας αντιμετωπίσω όπως τα άλλα έθνη, γιατί είστε υπηρέτες του αληθινού θεού"», λέει ο Αλέξανδρος. Αυτός πρέπει να είναι ένας από τους πιο γρήγορους προσηλυτισμούς στην ιστορία των θρησκειών...

Ανάγλυφη απεικόνιση του Αλεξάνδρου ως Φαραώ
στο Luxor στον ναό του Amenhotep III
Οι Αιγύπτιοι από την άλλη, έχουν αναπτύξει έναν μύθο που αφορά στον καταδυτικό κώδωνα του Αλεξάνδρου. «Όταν ιδρύθηκε η πόλη, το λιμάνι ήταν γεμάτο από θαλάσσια τέρατα που έβγαιναν κάθε νύχτα και κατέστρεφαν ό,τι είχε χτιστεί την ημέρα. Γι' αυτό, ο Αλέξανδρος έφτιαξε ένα γυάλινο καταδυτικό κώδωνα και κατέβηκε για να δει τι συνέβαινε. Πήρε μαζί του αρκετούς καλλιτέχνες. Όταν ξαναβγήκε στην επιφάνεια έφτιαξε μπρούντζινα αντίγραφα των τεράτων, όπως τα είχαν απεικονίσει οι καλλιτέχνες. Τα έστησε μπροστά στην προκυμαία και τρόμαξε τα τέρατα, που δεν ξαναενόχλησαν τους τεχνίτες».

Αντιθέτως, στον ιουδαϊκό πολιτισμό υπάρχει μία περιγραφή που απαξιώνει τον Αλέξανδρο, παρουσιάζοντάς τον ως κλέφτη και ολετήρα. «Κατ' αυτή, όταν ο Αλέξανδρος κατέκτησε τα Ιεροσόλυμα, βρήκε τα βιβλία της σοφίας του Σολομώντα. Τα έδωσε στον δάσκαλό του, Αριστοτέλη, ο οποίος τα μετέφρασε στα ελληνικά και στη συνέχεια κατέστρεψε τα πρωτότυπα. Έτσι, όλη η σοφία της Δύσης προέρχεται από τη σοφία του Σολομώντα, την οποία ο Αριστοτέλης παρουσίασε ως ελληνική». Παρόμοιοι μύθοι αναφέρουν τον προσηλυτισμό του Μακεδόνα στη ζωροαστρική θρησκεία καθώς και τις αραβικές μεταφράσεις της ελληνικής επιστήμης που αρχικά ήταν περσική. «Οι ανεκδοτολογικές αυτές εικασίες ανακυκλώνονται έως σήμερα, σε σημείο που όλο το έργο του Αριστοτέλη να θεωρείται κλεμμένο από αφρικανικά χειρόγραφα τα οποία ο Σταγειρίτης ανακάλυψε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας: αφαίρεσε τα ονόματα των πρωτότυπων συγγραφέων και τα αντικατέστησε με το δικό του».


Ενδιαφέρον επίσης έχει να παρατηρήσει κανείς πως ο μύθος μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται σύμφωνα με τα κοινωνικά, πολιτικά και θρησκευτικά δεδομένα της κάθε εποχής. Για παράδειγμα, οι συγγραφείς της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας επέδειξαν μικρό μόνο ενδιαφέρον για τους θρύλους του κατακτητή, αλλά χρησιμοποίησαν τον ιστορικό Αλέξανδρο ως «εργαλείο» σκέψης και ως παράδειγμα τρυφηλότητας, αλαζονείας, καταχρήσεων και τυραννίας.

«Καθώς όμως η εποχή της αρχαιότητας τελείωνε, αυτή η αρνητική άποψη ξεθώριασε και ο Αλέξανδρος έγινε σύμβολο της «ειδωλολατρικής αναβίωσης» του 4ου αιώνα.

Ο Αλέξανδρος ο Μεγας
με την μορφή βυζαντινού αυτοκράτορα,
κώδικας του ελληνικού ινστιτούτου Βενετίας 

Με το τέλος του Μεσαίωνα, η μορφή του Αλεξάνδρου χάνει την κεντρική της θέση. «Οι λόγοι μπορούν να εντοπιστούν εν μέρει στην κοινωνική ανάπτυξη και εν μέρει στην αύξηση της γνώσης», λέει ο Στόουνμαν. «Κυρίως, όμως, στην άνοδο της αστικής τάξης και στο ξεθώριασμα των ιπποτικών ιδανικών. Στενά συνδεδεμένος με την ιπποτική παράδοση, ο Αλέξανδρος, αυτός ο θεοφοβούμενος ιππότης σταυροφόρος, έμοιαζε να ταιριάζει όλο και λιγότερο στη νέα τάξη πραγμάτων. Τα Μυθιστορήματα, επίσης, γραμμένα συνήθως σε καλαίσθητα ακριβά εικονογραφημένα χειρόγραφα, προορίζονταν για το αριστοκρατικό κοινό και ήταν δύσκολο να φτάσουν στους μέσους αναγνώστες. Όμως, στη νέα κοινωνία που διαμορφώθηκε δεν υπήρχαν αρκετοί αριστοκράτες για να συντηρήσουν μία εκδοτική παραγωγή, οπότε οι τυπογράφοι παρήγαγαν ό,τι αγόραζαν τα μεσαία κοινωνικά στρώματα».








Ο Αλέξανδρος Dhul-Qarnayn χτίζει το σιδηρούν τείχος για να προστατευσει  τους ανθρώπους απο τους βάρβαρους
Γωγ και Μαγωγ 



το κειμενο ειναι της ΜΑΤΟΥΛΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
εικονογράφιση κοινο θρακων

Οι Πρωταγωνιστές των δυνάμεων της Ιερής Συμμαχίας στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου


    Ο Φίλιππος της Ισπανίας και η Μαρία Τυδώρ της Αγγλίας Πορτραίτο του Πάπα Πίου Ε' από τον Ελ Γκρέκο    Ο Δον Χουάν  της Αυστρίας Πορτραίτο του Αυγουστίνου Μπαρμπαρίγο από τον Πάολο Βερονέζε  Τιντορέττο, πορτραίτο του Σεμπαστιάνο Βενιέρ. (Βιέννη, Kunsthistorisches Museum) Πορτραίτο του Gianandrea Doria, χαρακτικό του Domenicos Custos.
 Πορτραίτο του Μαρκαντόνιο Κολόννα, φιλοτεχνημένο από τον Scipione Pulzone. (Ρώμη, Galleria Colonna)   To άγαλμα του Θερβάντες στη ΝαύπακτοΦίλιππος Β' της Ισπανίας
 Ο Φίλιππος Β' ήταν γιος του βασιλιά της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Ισπανίας Καρόλου Ε' και της Ισαβέλλας της Πορτογαλίας. Γεννήθηκε στο Βαγιαδολίδ της Ισπανίας στις 21 Μαϊου 1527. Πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του ως το 1539 στην Καστίλη, υπό την επίβλεψη της μητέρας του. Για το λόγο αυτό αισθανόταν πάντοτε Ισπανός και καθόλου Γερμανός, γεγονός που τον εμπόδισε αργότερα να αισθανθεί πραγματικός ηγέτης της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Φίλιππος πήρε αξιόλογη μόρφωση, ενώ την πολιτική του κατάρτιση ανέλαβε ο ίδιος ο πατέρας του. Βλέποντας τις ικανότητες του γιου του, ο Κάρολος αποφάσισε το 1543 να τον χρίσει αντιβασιλέα της Ισπανίας. Έτσι, σε ηλικία 16 ετών ο Φίλιππος βρέθηκε στην ουσία να κυβερνά το μεγαλύτερο κράτος της εποχής του, με εδάφη σε όλες τις ως τότε γνωστές ηπείρους. Το 1554 ο Φίλιππος παντρεύτηκε την 37χρονη τότε Μαρία Τυδώρ, βασίλισσα της Αγγλίας. Ήταν μια καθαρά πολιτική κίνηση που οδήγησε σε σύντομη συνένωση των δύο βασιλείων, η οποία έληξε με το θάνατο της Μαρίας το 1558. Το 1555 ο Φίλιππος αναγκάστηκε να αποκηρύξει τη διαδοχή του στο θρόνο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εξαιτίας των αντιρρήσεων του θείου του, Φερδινάνδου, ο οποίος είχε αναγορευθεί Βασιλεύς των Ρωμαίων από το 1531 και επιδίωκε να διατηρήσει τον τίτλο του αυτοκράτορα για το γιο του, Μαξιμιλιανό. Ο Κάρολος ωστόσο είχε μεριμνήσει ώστε ο γιος του να τον διαδεχθεί στις Κάτω Χώρες, όπου και ο Φίλιππος παρέμεινε για τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του. Παρά το γεγονός ότι ενεργούσε ως απόλυτος μονάρχης, στην εξουσία του έθετε άτυπα φραγμούς η αυξανόμενη παλατιανή γραφειοκρατία, καθώς και οι κατά καιρούς εξεγέρσεις, όπως αυτή των Μαυριτανών της Γρανάδας στα 1569, που κατέληξε στο διασκορπισμό τους σε άλλες επαρχίες. Το παρωνύμιό του “ο Συνετός” (Felippe el Prudente) δεν ήταν σε συνάφεια με την οικονομική του πολιτική, καθώς επί των ημερών του η Ισπανία πτώχευσε τέσσερις φορές. Από την άλλη πλευρά όμως, ήταν η εποχή της μέγιστης επέκτασης της ισχύος της στη διεθνή πολιτική σκηνή αλλά και της μέγιστης εδαφικής εξάπλωσής της.
Ο Φίλιππος αντιλήφθηκε εξαρχής τη δυναμική του Οθωμανού αντιπάλου του στη Μεσόγειο, Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Για το λόγο αυτό εμπνεύστηκε την ίδρυση μιας “ιερής συμμαχίας” που περιλάμβανε την Ισπανία, τη Βενετία, τη Γένοβα, το παπικό κράτος, το Δουκάτο της Σαβοϊας και τους Ιππότες της Μάλτας. Η συμμαχία συγκρούστηκε για πρώτη φορά με τους Οθωμανούς στη Τζέρμπα (Djerba) της Τυνησίας το 1560, με καταστροφικά αποτελέσματα: οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη Τζέρμπα και οργάνωσαν από εκεί την εκστρατεία για την κατάληψη της Μάλτας το 1565. Η κατάληψη της Κύπρου από τον Σελίμ Β' το 1571 ενεργοποίησε ξανά τη συμμαχία, η οποία αυτή τη φορά συγκέντρωσε τις δυνάμεις της για να αντιμετωπίσει τελικά τους Οθωμανούς στη Ναύπακτο.

Πάπας Πίος Ε'
Ο Πάπας Πίος Ε', κατά κόσμον Antonio Ghislieri, ανήκε στις τάξεις των Δομινικανών μοναχών, γεγονός που καθόρισε τη μετέπειτα πολιτική του. Γεννήθηκε το 1504 κοντά στο Μιλάνο και εκάρη μοναχός το 1518 σε ηλικία 14 ετών. Το 1528 πήρε το χρίσμα του ιερέως και ξεκίνησε την εκκλησιαστική του καριέρα. Οι θέσεις του περί περιορισμού της κοσμικότητας και των δαπανών των ιερέων ενόχλησαν πολλούς. Ωστόσο το 1566, με τον αιφνίδιο θάνατο του Πάπα Πίου Δ', επελέγη ως νέος Πάπας, παίρνοντας το όνομα Πίος Ε'. Στη μόλις εξαετή θητεία του πέτυχε πολλά: οργάνωσε την αντιμεταρρύθμιση, κατάφερε αποφασιστικά πλήγματα κατά των μεταρρυθμιστών Ουγενότων στην Γαλλία, περιόρισε τις δαπάνες του κλήρου, επέβαλε λιτότητα και ηθική κάθαρση στη διαβίωσή τους, αφόρισε την Ελισάβετ Α' της Αγγλίας για τους διωγμούς της εναντίον των Καθολικών, επέβαλε συγκεκριμένο τελετουργικό στην καθολική λειτουργία και γενικά εφάρμοσε πιστά τις αποφάσεις της συνόδου του Τρέντο, της οποίας ήταν ένας από τους βασικούς εμπνευστές. Το 1571, μετά την πτώση της Κύπρου στους Οθωμανούς, αναβίωσε την ιερή συμμαχία, που βρισκόταν σε ληθαργική κατάσταση μετά τη ναυμαχία της Πρέβεζας το 1538, και ενεργοποίησε το συνασπισμό δυνάμεων που οδήγησε στη νικηφόρα για τις δυτικές δυνάμεις Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Πέθανε την επόμενη χρονιά, το 1572, και αναγνωρίστηκε ως άγιος από την Καθολική Εκκλησία.

Δον Χουάν της Αυστρίας
Νόθος γιος του Καρόλου Ε' και ετεροθαλής αδελφός του Φιλίππου Β'. Ο Χουάν (Ιωάννης) γεννήθηκε το 1547. Η μητέρα του ήταν τραγουδίστρια και ο πατέρας του φρόντισε ώστε ο Χουάν να απομακρυνθεί σύντομα από αυτήν. Λέγεται ότι του είχε ιδιαίτερη αδυναμία και κατά τον τελευταίο χρόνο της ζωής του τον έφερε κοντά του ώστε να μπορεί να τον βλέπει. Μετά το θάνατο του Καρόλου, ο Φίλιππος κάλεσε τον Χουάν και του αποκάλυψε ότι ήταν γιος του αυτοκράτορα, στη συνέχεια δε τον έκανε μέλος της βασιλικής αυλής και του εκχώρησε σημαντική περιουσία, αρκετή για να ζει όπως έπρεπε ένας βασιλικός γόνος. Ο Κάρολος επιθυμούσε για το γιο του εκκλησιαστική καριέρα, ο Χουάν όμως σύντομα στράφηκε στο στρατιωτικό κλάδο. Το 1565 συμμετείχε στο εκστρατευτικό σώμα των Ισπανών που ενίσχυσαν την άμυνα της Μάλτας λύοντας τελικά την πολιορκία της από τους Οθωμανούς. Το 1568, σε ηλικία μόλις 21 ετών, ο Φίλιππος τον διόρισε γενικό αρχηγό του στόλου και επικεφαλής της ισπανικής αρμάδας. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκστρατεία για την πάταξη των εξεγερμένων Μαυριτανών στη Γρανάδα. Επιστρέφοντας, είχε ήδη ετοιμαστεί η αποστολή δυνάμεων στην Κύπρο, για την ενίσχυση της άμυνας του νησιού, και ακολούθησε την εκστρατεία υπό τις διαταγές του αρχιναύαρχου του Πάπα, Μαρκαντόνιο Κολόννα και του Γενοβέζου ναυάρχου, Τζιαν Αντρέα Ντόρια. Η ολιγωρία αλλά και ο κακός καιρός εμπόδισαν τις χριστιανικές δυνάμεις να δράσουν έγκαιρα. Ανασυντάσσοντας τις δυνάμεις τους, ωστόσο, αποφάσισαν να αναχαιτίσουν το Οθωμανικό ναυτικό, που ετοιμαζόταν πια να κυριαρχήσει στη Μεσόγειο, επιλέγοντας ως σημείο άμυνας τον Πατραϊκό Κόλπο, ανοιχτά της Ναυπάκτου. Ο Δον Χουάν ορίστηκε επικεφαλής των χριστιανικών δυνάμεων και η επιτυχής έκβαση της Ναυμαχίας θεωρείται λιγο-πολύ προσωπική του επιτυχία.

Αυγουστίνος Μπαρμπαρίγο (Agostin Barbarigo)
O Agostin Barbarigo ήταν Βενετός ευγενής, καταγόμενος από μια από τις μεγάλες οικογένειες της Βενετίας. Ο συνονόματος πρόγονός του είχε χρηματίσει δόγης στην περίοδο της μεγάλης ακμής και επέκτασης της Βενετίας και ήταν επί των ημερών του που η Βενετία είχε προσαρτήσει την Κύπρο καθώς και άλλες κτήσεις στην ανατολική Μεσόγειο. Ο ίδιος ήταν επιφυλακτικός κατά τις παραμονές της ναυμαχίας, θεωρώντας πως δεν έπρεπε να πάνε σε κατά μέτωπο αναμέτρηση με τον Οθωμανικό στόλο. Οι γαλέρες του αντιπαρατάχθηκαν με τις τουρκικές γαλιότες στο αριστερό τμήμα του σχηματισμού. Πολέμησε γενναία και έχασε τη ζωή του μαχόμενος.

Sebastiano Venier
O Sebastiano Venier ή Veniero γεννήθηκε στη Βενετία περί το 1496. Η οικογένειά του είχε δεσμούς με τον Ελλαδικό χώρο και ιδιαίτερα με τα Κύθηρα, αφού συγγενείς και πρόγονοί του είχαν χρηματίσει άρχοντες του νησιού. Είχε εργαστεί ως δικηγόρος και είχε αναλάβει διάφορες διοικητικές θέσεις στη Δημοκρατία της Βενετίας. Το 1570 κατείχε το αξίωμα του “προνοητή” (procurator) και, εν όψει της νέας αντιπαράθεσης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για την κατοχή της Κύπρου, διορίστηκε από τη Γαληνοτάτη επικεφαλής του στόλου. Στη ναυμαχία της Ναυπάκτου ήταν γενικός διοικητής των Βενετικών δυνάμεων. Η νίκη του χάρισε μεγάλη δημοτικότητα. Το 1577 εξελέγη Δόγης, θέση που κράτησε για μία χρονιά, ως το θάνατό του το 1578 σε ηλικία 82 ετών.

Marc' Antonio Colonna
Καταγόταν από μια από τις επιφανέστερες οικογένειες του Λάτσιο, που τον 16ο αιώνα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Πάπα και του βασιλείου της Σικελίας, τότε υπό ισπανική επικυριαρχία. Στον πόλεμο εναντίον της Σιένα (1553-54) είχε χρηματίσει γενικός διοικητής του ισπανικού πεζικού. Με τη σύμπηξη της Ιερής Συμμαχίας για την αντιμετώπιση των Οθωμανών το 1570 του ανατέθηκε η διοίκηση του παπικού στόλου και στη συνέχεια ο Δον Χουάν της Αυστρίας τον επέλεξε ως γενικό αρχηγό του στόλου των συνασπισμένων δυτικών δυνάμεων. Επιστρέφοντας στην Ιταλία “εξαργύρωσε” την επιτυχία του παίρνοντας ακόμη μεγαλύτερα αξιώματα: διορίστηκε γενικός διοικητής του παπικού στόλου και, το 1577, ο Φίλιππος Β' τον έχρισε αντιβασιλέα της Σικελίας. Πέθανε το 1584.

Giovanni Andrea (Gianandrea) Doria
Μικρανηψιός και θετός γιος του Andrea Doria, του γενοβέζου ευγενή και στρατηγού που ηγήθηκε των δυνάμεων της αψβουργικής αυτοκρατορίας επί Καρόλου Ε' και των ναυτικών δυνάμεων της ιερής συμμαχίας κατά την καταστροφική ναυμαχία της Πρέβεζας το 1538. Από τον θείο του κληρονόμησε τον τίτλο του Πρίγκηπα του Melfi. Ο Gianandrea ανέλαβε το αξίωμα του ναυάρχου της Γένοβας το 1556. Το 1560 αναμετρήθηκε στη ναυμαχία της Τζέρμπα με τον Piyale Pasha ο οποίος τελικά επικράτησε και ανακατέλαβε την Τύνιδα. Στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, παρά τις αντιρρήσεις των Βενετών, του ανατέθηκε η διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας του συμμαχικού στόλου.

Miguel de Cervantes
Αν και απλός στρατιώτης στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, ο Miguel de Cervantes χρήζει ιδιαίτερης μνείας, όχι μόνο γιατί υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ισπανόφωνους συγγραφείς ανά τους αιώνες αλλά και γιατί στο περίφημο έργο του “Ο δον Κιχώτης της Μάντσα” περικλείει πολύτίμες πληροφορίες για τη ναυμαχία. Γεννήθηκε το 1547 στο Alcalà de Henares, μια μικρή πόλη περίπου 15 μίλια μακριά από τη Μαδρίτη. Οι γονείς του, παγιδευμένοι σε έναν γάμο συμφέροντος, μετακινούνταν συχνά. Ο ίδιος αποφάσισε να ακολουθήσει τη λίγο τυχοδιωκτική καριέρα του στρατιώτη και κατατάγηκε στο ισπανικό ναυτικό το 1570. Είχε μείνει αδρανής ωστόσο όταν το 1571 επιβιβάστηκε στη γαλέρα Marquesa με κατεύθυνση το Ιόνιο και τη Ναύπακτο.
 Αν και άρρωστος με πυρετό την ημέρα της ναυμαχίας, αρνήθηκε να μείνει κλινήρης και ανέβηκε στο κατάστρωμα να πολεμήσει. Πολέμησε πράγματι γενναία και δέχτηκε τρία τραύματα, δύο στο στήθος και ένα στο αριστερό του χέρι που τελικά αχρηστεύθηκε. Μετά την αποθεραπεία του, που διήρκεσε 6 μήνες, εξακολούθησε να εργάζεται στο ναυτικό ως αγγελιαφόρος, εωσότου το 1575 το πλοίο στο οποίο επέβαινε έπεσε στα χέρια αλγερινών πειρατών. Ο Θερβάντες πέρασε περίπου πέντε χρόνια ως σκλάβος στο Αλγέρι και τελικά απελευθερώθηκε χάρη στη συγκέντρωση χρημάτων από τους γονείς του και του Τάγματος της Αγίας Τριάδας, που φρόντιζε τους αιχμαλώτους. Οι εμπειρίες του κατά την παραμονή του στο Αλγέρι του πρόσφεραν την πρώτη ύλη για τη συγγραφή του αριστουργήματός του, του Δον Κιχώτη. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει, αναφερόμενος στο αχρηστευμένο αριστερό του χέρι, ότι “ασχρηστεύτηκε για να δοξάσει το δεξί”.

πηγή : lepanto1571


Η απήχηση της ναυμαχίας της Ναυπάκτου (1571) στις τουρκοκρατούμενες ελληνικές χώρε



 
Απόστολου Βακαλόπουλου
Ιστορία του Νέου Ελληνισμού
Γ' τομ., Θεσσαλονίκη 1968.


       Η απόβαση των Τούρκων στην Κύπρο και οι σκληρές εκεί μάχες επέσπευσαν τις συνεννοήσεις των ισχυρών μεσογειακών δυνάμεων της εποχής εκείνης, των Ισπανών, Βενετών και του πάπα Πίου Ε'. Και έτσι, παρά τις μεταξύ τους αντιθέσεις και δυσπιστίες, έγινε δυνατόν να υπογραφή στις 20 Μαΐου 1571 η Secra Liga (Ιερή Συμμαχία).
Τον επόμενο κιόλας μήνα, ενώ η άμυνα στην Αμμόχωστο της Κύπρου βρισκόταν πια στα τελευταία της, ο ενωμένος τουρκικός στόλος με επικεφαλής τούς αρχηγούς των πεζικών δυνάμεων Περτέβ πασά και των ναυτικών Αλή πασά, αποτελούμενος από 300 καράβια (200 γαλέρες και 100 φούστες), κάνει την εμφάνισή του στην Εύβοια και Μήλο και με ούριο άνεμο φθάνει στην Κρήτη. Μπαίνει στο λιμάνι της Σούδας, αποβιβάζει στρατεύματα στην ξηρά και προχωρεί προς το εσωτερικό καίοντας και λεηλατώντας, αλλά στις διάφορες αψιμαχίες με τούς επιδέξιους στον κλεφτοπόλεμο Κρητικούς χάνει 3.700 άνδρες και αναγκάζεται ν' αποσυρθή. Οι αρπακτικές ορέξεις των ανδρών του βρίσκουν εύκολη ικανοποίηση στα Κύθηρα.
Κατόπιν ο Αλή πασάς, αφού προσορμίζεται για λίγο στον ευρύχωρο όρμο του Ναβαρίνου, ανεβαίνει, κάνει αποβάσεις στην Ζάκυνθο και λεηλατεί τα χωριά της. Τα τουρκικά στρατεύματα, χωρισμένα σε σώματα, προχωρούν προς το εσωτερικό, άλλοι προς τα πεδινά, άλλοι προς τα ορεινά και άλλοι προς τα παράλια μέρη του νησιού. Την κρίσιμη εκείνη κατάσταση την αντιμετωπίζει τότε με ψυχραιμία και περίσκεψη ο προνοητής του νησιού Παύλος Contarini, ο οποίος συγκεντρώνει τούς κατοίκους μέσα στο Κάστρο και απ' εκεί στέλνει έξω ένα επίλεκτο σώμα 130 ικανών και ρωμαλέων stradioti με τον σκοπό να αιφνιδιάζουν και να προκαλούν φθορές στον εχθρό. Και πραγματικά, οι ψυχωμένοι εκείνοι άνδρες με συνεχείς αψιμαχίες του κάνουν μεγάλες ζημίες. Μολαταύτα τα αποβατικά σώματα επιχειρούν να συγκεντρωθούν και να κτυπήσουν το κάστρο από 4 πλευρές, αλλά οι πολιορκημένοι με την ηρωική τους άμυνα και με τις συνεχείς αιφνιδιαστικές εξόδους του ιππικού τους κατορθώνουν να τούς αποκρούσουν και να τούς αναγκάσουν να επιβιβαστούν στα καράβια τους, ύστερ' από δεκαήμερη παραμονή στο έδαφος της Ζακύνθου.


Ο ναύαρχος του οθωμανικού στόλου, από το 1569 έως το 1571, Αλί Πασά, ο επονομαζόμενος Μουεζίν Ζαντέ (οθωμανικά, γιός του μουεζίνη), σκοτώθηκε κατά την διάρκεια της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου στις 7 Οκτωβρίου του 1571. Αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του τοποθετήθηκε σε εμφανές σημείο της χριστιανικής ναυαρχίδας.

Κατόπιν ο εχθρός διευθύνεται προς την Κεφαλληνία, όπου κάνει τα ίδια. Από τα δυό νησιά αιχμαλωτίζει 6.000 ψυχές. Περνά έπειτα έξω από την Κέρκυρα κατασκοπεύοντας τα παράλιά της και προχωρεί προς τον μυχό της Αδριατικής σπέρνοντας τον τρόμο στους παραθαλάσσιους πληθυσμούς τής Ηπείρου, Αλβανίας, Δαλματίας και Ιταλίας. Κατεβαίνοντας κατόπιν από ψηλά λεηλατεί ανεμπόδιστα τα χωριά και προάστεια τής Κέρκυρας. Στο Κάστρο όμως πρόλαβαν να καταφύγουν πολλοί χωρικοί.
Είναι αλήθεια ότι στόχος των Τούρκων δεν ήταν η Ζάκυνθος και τα άλλα νησιά του Ιονίου, αλλά ο αντίπαλος στόλος πού τον αναζητούσαν. Αλλά και ο ενωμένος χριστιανικός στόλος με επικεφαλής τον Don Juan d' Austria έσπευδε από την Μεσσήνη της Σικελίας προς συνάντηση του τουρκικού. Ανάμεσα στα χριστιανικά καράβια πολλά ήταν τα ελληνικά με Έλληνες κυβερνήτες και πληρώματα, ιδίως τής Κρήτης, τής Ζακύνθου και Κερκύρας. Ακόμη και σ' εκείνα τα καράβια της Κρήτης, όπου ο διοικητής φαίνεται να είναι γνήσιος ή εξελληνισμένος Βενετός (το πράγμα δεν είναι πάντοτε σαφές), τα πληρώματα είναι αναμφισβήτητα ελληνικά, γιατί Κρητικοί επάνδρωναν τα βενετικά καράβια της μεγαλονήσου. Μνημονεύω παρακάτω μερικά με Έλληνες κυβερνήτες: του Αντωνίου Ευδαιμονογιάννη (Κρήτη), του Χριστοφόρου Κοντοκάλη (Κέρκυρα), του Γεωργίου Καλλέργη (Κρήτη), Μιχαήλ Βιραμάνου (Κρήτη), του Δανιήλ Καλαφάτη (Κρήτη), του Αλεξ. Βιζαμάνου (Κρήτη), του Μαρίνου Σιγούρου (Ζάκυνθος), του Ανδρέα Καλλέργη (Κρήτη), του Πέτρου Μπούα (Κέρκυρα) κ.α..
Ξαφνικά, με την ανατολή του ηλίου της 7 Οκτωβρίου 1571, οι δύο στόλοι βρέθηκαν αντιμέτωποι μέσα στον χώρο του Πατραϊκού κόλπου: ο τουρκικός με 230 γαλέρες προς τις ακτές της Αιτωλίας και ο χριστιανικός με 203 απέναντί του, εξασφαλίζοντας έτσι για τον εαυτό του μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Οι χριστιανοί υπερείχαν σε δύναμη πυρός, γιατί είχαν γενικά νέα πλοία, ιδίως τις βαριές και ογκώδεις γαλεάτσες, αληθινά πλωτά φρούρια και διέθεταν περισσότερα κανόνια και αρκεβούζια, ενώ οι Τούρκοι πολεμούσαν ακόμη με παλαιού τύπου πλοία και χρησιμοποιούσαν τόξα και σφενδόνες. Η σύγκρουση ήταν τρομερή. Η ναυμαχία γρήγορα μεταβλήθηκε σε λυσσασμένη πεζομαχία. Έτσι το ισπανικό πεζικό είχε την ευκαιρία να δείξη το θάρρος και την μαχητικότητά του. Το άφθονο αίμα τού χυνόταν και από τα δύο μέρη έβαψε κόκκινη την ανοικτή θάλασσα. Τελικά οι χριστιανοί θριάμβευσαν. Τα αποτελέσματα της αναμέτρησης ήταν συντριπτικά για τούς Τούρκους. Μόνο 30 τουρκικές γαλέρες με αρχηγό τον Ουλούτζ Αλή κατόρθωσαν να ξεφύγουν με επιδέξιους ελιγμούς γύρω από τις φοβερές γαλέρες του Ιωάννη Andrea Doria. Όλες οι άλλες αιχμαλωτίστηκαν ή βυθίστηκαν. Οι απώλειές τους ήταν τεράστιες: 30.000 νεκροί και τραυματίες, 3.000 αιχμάλωτοι και 15.000 σκλάβοι κωπηλάτες πού απελευθερώθηκαν. Αλλά και οι σύμμαχοι είχαν δεχθή τρομερά πλήγματα: 10 γαλέρες είχαν βυθιστή, 8.000 άνδρες ήταν νεκροί και 21.000 τραυματίες. Ανάμεσα στους τελευταίους και ό συγγραφέας του «Δον Κιχώτη», ο Μ. Θερβάντες, με δυό σφαίρες στο στήθος, και μιά στο αριστερό του χέρι, πού του το αχρήστευσε για πάντα. Ήταν όμως περήφανος για τις πληγές του αυτές, πού τις είχε δεχθή, όπως έλεγε, «στο πιο δοξασμένο γεγονός πού είδανε ποτέ ή θα δούνε οι αιώνες».

Το πιο τραγικό σε όλη αυτή την ανθρωποσφαγή είναι ότι τα περισσότερα θύματα και από τις δυο παρατάξεις ήταν Έλληνες, γιατί χιλιάδες απ' αυτούς υπηρετούσαν είτε με τούς χριστιανούς είτε και με τούς μουσουλμάνους. Χίλιοι πεντακόσιοι ήταν μόνον οι Κερκυραίοι πού αλωνίζονταν με τούς Βενετούς. Ανάμεσά τους και οι κυβερνήτες Πέτρος Μπούας, πού βρήκε οικτρό θάνατο, ο Στυλιανός Χαλικιόπουλος και ο Χριστ. Κοντοκάλης, πού τιμήθηκαν από την Βενετία με τον τίτλο του δούκα.


Ο Ισπανός Don Juan της Αυστρίας, ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φιλίππου του Β΄ της Ισπανίας.

Οι μεγάλες απώλειες και η κακοκαιρία εμπόδισαν τον χριστιανικό στόλο να καταδιώξη και να εκμηδενίση τα υπολείμματα του τουρκικού στόλου, καθώς και να δράση άμεσα και αποτελεσματικά μεταφέροντας τον πόλεμο στα ίδια τα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου οι σκλαβωμένοι πληθυσμοί τον περίμεναν με λαχτάρα. Έτσι η νίκη των χριστιανών έμεινε ουσιαστικά ανεκμετάλλευτη, χωρίς άλλους θετικούς καρπούς, εκτός από την απροσμέτρητη επίδρασή της στο ηθικό των λαών της Δυτικής Ευρώπης. Έδειχνε πολύ καθαρά τι θα μπορούσαν να κάνουν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, αν συνασπίζονταν με ειλικρίνεια εναντίον του κοινού εχθρού της χριστιανοσύνης. Για πρώτη φορά στην ιστορία τους οι Οθωμανοί Τούρκοι είχαν πάθει τέτοια μεγάλη ναυτική ήττα. Από τότε η τουρκικός κολοσσός έπαψε πια να θεωρήται αήττητος. «. . . Κείνη την ημέρα, γράφει η Θερβάντες στον «Δον Κιχώτη», γίνηκε αφορμή να σκορπιστή η πλανερή ιδέα πούχε όλος ό κόσμος κι' όλα τα έθνη, πώς οι Τούρκοι ήτανε τάχα ανίκητοι στη θάλασσα - εκείνη την ημέρα συντρίφτηκε η οθωμανική αλαζονεία κι' η φαντασία. . .». Η ναυμαχία λοιπόν της Ναυπάκτου ήταν ορόσημο, καμπή, το τέρμα «ενός αληθινού πλέγματος κατωτερότητας της χριστιανοσύνης», παρατηρεί ο Braudel. Η αντίθετη έκβαση θα είχε γι' αυτήν πολύ τραγικά αποτελέσματα. Έτσι εξηγούνται η αγαλλίαση, οι γιορτές στις χριστιανικές χώρες της Δύσης και τα τολμηρά σχέδια πού καταστρώνονται την εποχή αυτή από φλογερά και ενθουσιώδη πνεύματα. Και όμως όλος αυτός ο ενθουσιασμός ξεθυμαίνει ύστερ' από τούς πρώτους μήνες, χωρίς να έχει πρακτικά αποτελέσματα.
Πάντως ή νίκη στην Ναύπακτο έκανε τα βλέμματα των χριστιανικών λαών της Ευρώπης να στραφούν ζωηρά προς την Ανατολή, προς την Τουρκία και προς τούς σκλαβωμένους ομόθρησκους λαούς, ιδίως τα βλέμματα των ανθρωπιστών προς την Ελλάδα, με την οποία τότε τόσες αναμνήσεις τούς συνέδεαν. Πολιτικοί, διπλωμάτες, λόγιοι και κατ' αντανάκλαση η κοινή γνώμη, ζητούν να μάθουν νέα για όσα τραγικά διαδραματίζονται εκεί κ.λ. Η Ευρώπη αρχίζει να συγκινήται, αλλά δεν έχει ακόμη την δύναμη να βοηθήση τούς σκλάβους της Ανατολής.

2. Ως τώρα ήταν αδύνατο να εκτιμήσουμε με ακρίβεια την αναταραχή πού προκάλεσε στις χριστιανικές χώρες της οθωμανικής αυτοκρατορίας η ναυμαχία της Ναυπάκτου, ούτε και την αντίδραση της Πύλης με τα φοβερά αντίποινα και άλλα πιεστικά μέτρα πού έβαλε σ' εφαρμογή ύστερ' από την πρώτη κατάπληξή της. Και ο ειδικός ερευνητής τώρα μόλις, όταν συναρμόση τα διάφορα στοιχεία πού έχουν σωθή από την εποχή εκείνη, αντιλαμβάνεται την έκταση των δραματικών εκείνων γεγονότων. Τώρα μόλις προβάλλει εμπρός μας καθαρός ο μεγάλος πίνακας της ταραγμένης Εγγύς Ανατολής.

Η νίκη της Ναυπάκτου αναστατώνει τις ψυχές των Ελλήνων. Τις ημέρες εκείνες, έναν μόλις αιώνα ύστερ' από την Άλωση, γιγάντιο το όραμα της Ελευθερίας φάνηκε να πλησιάζη τις ελληνικές ακτές και να τις καταυγάζη με το ανέσπερο φως της. Τρελοί από χαρά οι κάτοικοι, ιδίως οι Πελοποννήσιοι και οι Στερεοελλαδίτες, χαιρετίζουν την εμφάνιση του στόλου στα παράλιά τους, γιατί ελπίζουν ότι θ' απαλλαγούν από τον πολυστέναχτο ζυγό. Και είχαν λόγους να το πιστεύουν, γιατί οι νικητές μετά την ναυμαχία έστειλαν απεσταλμένους στις πλησιέστερες ελληνικές χώρες και τούς προέτρεπαν ν' αρπάξουν τα όπλα και να τα στρέψουν εναντίον των τυράννων τους. Τότε ο Μονεμβασίας Μακάριος Μελισσηνός ή καλύτερα Μελισσουργός, φύση ριψοκίνδυνη και τυχοδιωκτική, μαζί με τον αδελφό του Θεόδωρο ξεσήκωσε τούς Πελοποννησίους σε επανάσταση.
Έτσι οι Έλληνες, χωρίς να παραδειγματιστούν από τα τόσα παθήματά τους, άρχισαν τις συνεννοήσεις μεταξύ τους και τις προετοιμασίες τους. Απεσταλμένοι της Βόρειας Πελοποννήσου ήλθαν απέναντι στο Γαλαξίδι και μέσα στην εκκλησία του Αγ. Παντελεήμονα ορκίστηκαν μαζί με τούς κατοίκους της κωμόπολης να επαναστατήσουν την ίδια μέρα. Τα σχέδια αυτά τα δέχθηκαν και οι αντιπρόσωποι από το Λιδορίκι και από τα Σάλωνα και αποφάσισαν όλοι μαζί ταυτόχρονα να χτυπήσουν από στεριά και θάλασσα με το σύνθημα «ή να πεθάνουμε ή να ξεσκλαβωθούμε». Ένας όμως συνωμότης από το Αίγιο (Βοστίτσα) τα μαρτύρησε όλα στους Τούρκους, και αυτοί φυλάκισαν πολλούς και κατόπιν τούς εξετέλεσαν με γιαταγάνια και πιστολιές. Τότε ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός, πού ήταν φαίνεται επικεφαλής της ανταρσίας στην περιοχή του, κατακομματιάστηκε μαζί με τον ανεψιό του από τούς Τούρκους. Επίσης θανατώθηκε και ο πρόκριτος (gentilhuomo) της πόλης Σοφιανός, καθώς και ένας άλλος από τον Μυστρά, ονομαζόμενος Πετρόπουλος, γιατί παρότρυναν τούς χριστιανούς εναντίον των Τούρκων. Την ίδια τύχη είχαν και πολλοί άλλοι. Επίσης βρήκαν φρικτό τέλος (παλουκώθηκαν) ο αρχιεπίσκοπος Ρόδου και δυό άλλοι πρόκριτοι της πόλης. Θανατώθηκαν ακόμη οι μητροπολίτες Νάξου και Μυτιλήνης με τέσσερις ιερείς.

Τότε, ίσως τέλη 1571 ή αρχές 1572, οι δυό αντάρτες αδελφοί Μελισσηνοί ή Μελισσουργοί για ν' αποφύγουν την εκδίκηση των Τούρκων, αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Μάνη, όπως και τόσοι άλλοι Πελοποννήσιοι, και εκεί συγκέντρωσαν σημαντικό αριθμό ανδρών (πάντως όχι 25.000, όπως ισχυρίστηκαν αργότερα), οι οποίοι ύψωσαν τις σημαίες του Σωτήρος (δηλαδή την ελληνική) και του Αγίου Μάρκου και έκαναν μεγάλες ζημιές και σφαγές στους τουρκικούς πληθυσμούς. Ήταν όμως πραγματικά εδώ οι Μελισσηνοί οι πραγματικοί και μόνοι αρχηγοί των επαναστατών; Πώς εξηγείται τότε ότι οι Μανιάτες τον Μάρτιο το 1572 παρουσιάζουν ως αρχηγούς τον Σταμάτη Κορωνιό, τον Νικόλαο Δαρμάρο και τον Δημήτριο Κοσμά;
Παράλληλα προς την Πελοπόννησο διαδραματίζονταν τραγικά γεγονότα και στην Στερεά Ελλάδα. Τρεις Πελοποννήσιοι της βόρειας παραλίας πέρασαν αντίκρυ στο Γαλαξίδι, αφηγήθηκαν τα συμβάντα και ξεσήκωσαν τούς κατοίκους, καθώς και τούς άλλους πού είχαν ορκιστή να πάρουν μέρος στο κίνημα. Έτσι, έχοντας εμπιστοσύνη και στις επικουρίες των χριστιανικών δυνάμεων, συγκεντρώθηκαν 3.000 περίπου άνδρες και κίνησαν να πολιορκήσουν τα Σάλωνα. Εκεί όμως βρέθηκαν μπροστά στα τουρκικά στρατεύματα πού βγήκαν να τούς χτυπήσουν. Εδώ ακριβώς ήλθαν οι απεσταλμένοι των Ελλήνων και τούς έφεραν τα δυσάρεστα νέα ότι ο «Φράγκοι» δεν φαίνονται πουθενά και ότι δεν υπάρχει καμιά ελπίδα για βοήθεια.
Ύστερ' απ' αυτό πανικός κυρίεψε τα στίφη των Ελλήνων και διαλύθηκαν με άτακτο τρόπο. Τότε ό μπέης των Σαλώνων έγραψε στους κεφαλάδες των τόπων (προκρίτους), πού είχαν επαναστατήσει, πώς τούς συγχωρεί και τούς καλεί στην έδρα του, για να μάθη πώς έγιναν τα πράγματα. Ξεγελασμένοι ο πρόκριτοι πήγαν στα Σάλωνα, όπου ό μπέης τούς δέχθηκε με χαρά και τιμές. Το ίδιο όμως βράδυ τούς έπιασε έναν ένα χωριστά, τούς έδεσε και τούς έριξε σε σκοτεινό μπουντρούμι, όπου και τούς εξετέλεσε όλους με σπαθιά, συνολικά 80, εκτός από ένα, πού γλύτωσε με θαυμαστό τρόπο, αλλά πέθανε ύστερ' από πέντε μέρες στο χωριό του, ίσως από τραύματα ή από συγκοπή. «Εσκοτωθήκασι γούν, γράφει το χρονικό του Γαλαξιδίου, με χίλια βασανιστήρια οι άλλοι ογδοήντα, οι πρώτοι κεφαλάδες και τα ανδρειότερα παλληκάρια , με απιστιά μεγάλη• ακούσατε• 22 Γαλαξιδιώτες, 3 Βουνοχωρίτες κ.λ.π. όλοι για την πατρίδα και την θρησκεία, συμπαθημένοι από όλες τες αμαρτίες!».

Ταυτόχρονα οι Μανιάτες βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη θέση. Ζητούν επίμονα την άφιξη και επέμβαση του Don Juan. Η αγωνία ήταν εύλογη, γιατί την ίδια ακριβώς εποχή στην Κωνσταντινούπολη ο νέος καπουδάν πασάς Ουλούτζ Αλή, πού είχε σώσει την τιμή των τουρκικών όπλων στην Ναύπακτο, ο νέος αυτός Χαρεδδίν Μπαρμπαρόσσα, ετοίμαζε γοργά, κάτω από την ίδια την άγρυπνη προσωπική του εποπτεία ένα μεγάλο στόλο από 250 καράβια. Οι τοξότες και οι σφενδονήτες, πού άλλοτε αποτελούσαν την δύναμη κρούσης του οθωμανικού στόλου, ανήκαν πια στο παρελθόν. Ο νέος καπουδάν πασάς, μη ξεχνώντας ακόμη τον ρόλο πού είχαν παίξει ο βαριές και μεγάλες χριστιανικές γαλεάτσες, πού με τον όγκο και με την δύναμη του πυρός θωρηκτά της εποχής - είχαν διαλύσει τις εχθρικές γραμμές, είχε φροντίσει να συγχρονίση τα νέα του σκάφη και να εφοδιάση τα πληρώματά τους με κανόνια και με αρκεβούζια. Μολαταύτα οι τουρκικές γαλέρες δεν ήταν παραφορτωμένες με πυροβόλα και με άλλο βαρύ οπλισμό και υλικό. Γι' αυτό, αν και γερά κατασκευασμένες και καλά εφοδιασμένες, ήταν ελαφρές. Έπειτα - αντίθετα προς την πολυαρχία πού επικρατούσε στον χριστιανικό στόλο - ο ικανός και έμπειρος νέος αρχηγός είχε απόλυτη επιβολή στους ανώτερους και κατώτερους αξιωματικούς του. Τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, άγρυπνος, προσεκτικός και συνετός ο Ουλούτζ Αλή, βγαίνει στο Αιγαίο το καλοκαίρι του 1572 αναζητώντας τον χριστιανικό στόλο με την πρόθεση να ξεπλύνη την κηλίδα της ήττας ή τουλάχιστον ν' αντιμετωπίση άφοβα τον αντίπαλό του. Καίει τα χωριά της Νάξου και Πάρου και ίσως και άλλων νησιών και μελετά να κάνη πολύ χειρότερα στους Έλληνες της Πελοποννήσου. Ήδη είχε κόψει εκεί, όπως είδαμε, πολλά κεφάλια. Μολαταύτα οι Πελοποννήσιοι και προ πάντων οι Μανιάτες ήταν στα όπλα και περίμεναν την άφιξη του χριστιανικού στόλου και την έκβαση των νέων επιχειρήσεων.
Και πραγματικά στις 16 Ιουλίου ο Don Juan, γράφοντας στους άλλους αρχηγούς των μοιρών από το Παλέρμο, ζητεί να διασαλπιστή η προσεχής άφιξή του στα ελληνικά νερά και συνιστά να μη κάμη ο στόλος καμιά άκαιρη επιχείρηση, για να μη χαθή η καλή φήμη πού είχε αποκτηθή. Επίσης ο στόλος έπρεπε να λάβη μέτρα, ώστε να προφυλάξη τούς κατοίκους από την καταστροφή και να τούς κρατήσει σταθερούς στην καλή διάθεση απέναντί τους.
Οι σύμμαχοι όμως είχαν αφήσει να τούς φύγη μέσ' απ' τα χέρια τους η ευκαιρία πού τούς είχε παρουσιαστή αμέσως μετά την ναυμαχία, ενώ οι Τούρκοι, ως την εκστρατεία τού επόμενου έτους 1572, προσπαθούσαν με σκληρά μέτρα να τρομοκρατήσουν και ν' ακινητοποιήσουν τούς Πελοποννησίους, πράγμα πού το είχαν κατορθώσει. Μόνον οι Μανιάτες βρίσκονταν ακόμη σε ζωηρό αναβρασμό και έρχονταν σε αψιμαχίες με τούς αντιπάλους των, αναμένοντας την βοήθεια και σύμπραξη του συμμαχικού στόλου. Είναι λοιπόν άξιο απορίας, όπως ο Braudel αναφέρει ότι οι Έλληνες δεν κινήθηκαν καθόλου μετά την ναυμαχία της Ναυπάκτου. Η νέα σύγκρουση των δύο στόλων στις 7 Αυγούστου κοντά στα Κύθηρα, καθώς και η δεύτερη στις 10 του μηνός, έληξαν με την αποχώρηση του τουρκικού στόλου, χωρίς όμως ζημίες, γιατί τα χριστιανικά σκάφη κινούνταν με βραδύτητα και οι αρχηγοί τους έδειξαν κάποια διστακτικότητα. Αλλά και όταν ο Ουλούτζ Αλή την νύχτα της 16 Σεπτεμβρίου κατέφυγε με τα καράβια κάτω από την προστασία των κανονιών της Μεθώνης, ο Don Juan έχασε την ευκαιρία να του επιτεθή αμέσως και να τον συντρίψη μέσα στον στενόχωρο όρμο της.
Η πίκρα για την ευκαιρία αυτή πού ξέφυγε εντυπώθηκε τόσο στην ψυχή του Θερβάντες, πού πήρε μέρος και στα γεγονότα αυτά, ώστε να βάλη στο στόμα ενός από τα πρόσωπα του «Δον Κιχώτη» τα παρακάτω: «... Ήμουν εκεί στο Ναυαρίνο, κι' έλαμνα στην ναυαρχίδα με τα τρία φανάρια. Κι' είδα και μέσα στο λιμάνι ολάκερο τον τούρκικο στόλο• γιατί όλοι οι ναύτες κι' οι γενίτσαροι πού βρίσκονταν εκεί μέσα το είχαν για βέβαιο πώς θα τούς γινόταν ή επίθεση μέσα στο λιμάνι, κι' είχαν ετοιμάσει τα ρούχα τους και τα πασουμάκια τους, όπως λένε τα παπούτσια τους, για να φύγουν αμέσως, δίχως να περιμένουν καν την μάχη• τόσος ήταν ό φόβος πού τούς είχε πιάσει για τον στόλο μας. Όμως άλλο ήταν το θέλημα των ουρανών• και ό,τι έγινε δεν ήταν από λάθος ή αφροντισιά του αρχηγού πού οδηγούσε τούς δικούς μας, παρά για τις αμαρτίες τις χριστιανοσύνης, και γιατί ό Θεός θέλει να έχουμε πάντοτε κοντά μας κάποιους δήμιους για να μας τιμωρούν».
Ύστερ' από την ατυχία αυτή ο Don Juan βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση απέναντι του Θεοδώρου Μελισσηνού, πού έρχεται να τον συναντήσει στον κόλπο του Ναβαρίνου. Ενώ ο Θεόδωρος του ζητεί να εκπληρώση τις υποσχέσεις του και προσπαθεί να τον πείση, αυτός τον συμβουλεύει να σταματήσουν οι ανδρείοι Μανιάτες την πολεμική τους δράση και να κάνουν υπομονή ως τον άλλο χρόνο, οπότε θα ερχόταν με μεγαλύτερες δυνάμεις. Τα λόγια αυτά ήταν πραγματικά ο επικήδειος της εκστρατείας. Την πρόθεση του Don Juan να μην κάνη τίποτε για τούς Έλληνες ενισχύει και η οικτρή έκβαση της απόβασης 8.000 Ισπανών πού είχαν σκοπό να καταλάβουν το Ναβαρίνο και ν' αποκόψουν τον δρόμο των τουρκικών εφοδιοπομπών προς την Μεθώνη.

Τέλος η ακαταστασία τού καιρού δεν επιτρέπει νέα αναμέτρηση των αντιπάλων και έτσι οι επιχειρήσεις λήγουν. Ο Ουλούτζ Αλή πασάς με τα πλούσια λάφυρα από τις λεηλασίες των βενετοκρατούμενων ελληνικών χωρών ξαναγυρίζει στην Κωνσταντινούπολη υψώνοντας κάπως το πεσμένο ηθικό των Τούρκων.
Με την επιστροφή των μοιρών της χριστιανικής αρμάδας στις ναυτικές βάσεις της Δύσης λήγει ουσιαστικά και η ύπαρξη της Ιερής Συμμαχίας. Οι συμμαχικές μοίρες δεν πρόκειται πια να ξανασμίξουν, γιατί η Βενετία συνθηκολογεί με την Τουρκία στις 7 Μαρτίου 1573. Η Γαληνότατη Δημοκρατία δεν είχε να περιμένη κάτι καλύτερο από την παράταση του πολέμου: εκτός από την απώλεια της Κύπρου και άλλων επίκαιρων σημείων, το εμπόριό της είχε υποστή μεγάλες οικονομικές ζημίες από την διακοπή της επικοινωνίας της με τις χώρες της Ανατολής. Οι Βενετοί αποσύρονται από τις ακραίες ανατολικές θέσεις της Μεσογείου και οχυρώνονται σε νέες προς το κέντρο της. Οι πιο σημαντικές πού αξιοποιούνται βέβαια με την παρουσία του βενετικού στόλου είναι η Κέρκυρα, πού γίνεται ο φρουρός της Αδριατικής, και ιδίως η Κρήτη, πού βρίσκεται σε επίκαιρη στρατηγική θέση ανάμεσα στην θαλασσοκράτειρα και στις ανατολικές της κτήσεις.

Είδαμε τις λεηλασίες των Τούρκων στην Ζάκυνθο, Κεφαλληνία και Κέρκυρα λίγους μήνες πριν από την ναυμαχία της Ναυπάκτου. Οι κίνδυνοι νέων αποβάσεων δεν παύουν και στα επόμενα χρόνια. Οι Βενετοί λοιπόν, για να μην χάσουν ιδίως την Κέρκυρα, στέλνουν σ' αυτήν στα 1575 τούς μηχανικούς Ιούλιο Σαβορνιάτο, Μοράτο Καλαβρέζη και Φερδινάνδο Βιτέλη. Αυτοί τείχισαν όλη την παραλία και συμπεριέλαβαν όλα τα προάστεια με παραλιακό τείχος, πού ένωνε το παλαιό κάστρο με νέο. Τα οχυρωματικά αυτά έργα (1575 - 1580), πού ενίσχυαν ακόμη περισσότερο την φυσική οχυρή θέση της πόλης και προκαλούν ακόμη και σήμερα τον θαυμασμό των επισκεπτών, έδωσαν θάρρος στους Κερκυραίους, για ν' αντιμετωπίσουν με αισιοδοξία το μέλλον. Παράλληλα οι Έλληνες της Κερκύρας με αλλεπάλληλες πρεσβείες προς την Βενετία πετυχαίνουν διάφορα νέα προνόμια και βελτιώνουν την θέση τους, αν και αυτό αφορά κυρίως τούς ευγενείς στα 1576.
Αλλά και οι Τούρκοι (συγκεκριμένα ο Ουλούτζ Αλή), σύμφωνα με πληροφορίες του Garlach, χτίζουν ένα δυνατό κάστρο στο Νοβαρένο (εννοεί το Ναβαρίνο).
Επίσης ζωηρά ενδιαφέρθηκε η Γαληνότατη Δημοκρατία να οργανώση την άμυνα της Κρήτης, να επιλέξη τα κατάλληλα ερείσματα κ. λ.. Το ενδιαφέρον αυτό εκδηλώνεται με τον διορισμό ικανών διοικητών ή με την αποστολή ανώτατων αξιωματούχων, εντεταλμένων με την επιθεώρηση των στρατηγικών σημείων, των αμυντικών έργων, με την επισκευή ερειπωμένων οχυρωμάτων ή την κατασκευή νέων, με την ανασύνθεση ή ανασύνταξη των στρατιωτικών μονάδων κ. λ., όπως θα ιδούμε σε ειδικό προσεχές κεφάλαιο*.

       Οι Ισπανοί μόνοι πρέπει ν' αντιμετωπίσουν την τουρκική δύναμη και συνεχίζουν τούς αγώνες τους στην Δυτική Μεσόγειο με αλλεπάλληλες ανακωχές στα 1578, 1581 και 1584.
Οι Τούρκοι συνεχίζουν εντατικά τις εργασίες τους για την ετοιμασία ενός δυνατού στόλου. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ουλούτζ Αλή δυό φορές την ημέρα πήγαινε στο ναύσταθμο και κάθε φορά πού περνούσε από το Τόπ Χανέ ο όχλος τον χαιρετούσε με τρομερές κραυγές, πού, όπως γράφει ο αυτόπτης μάρτυρας Ph. Du Fresne - Canaye, «θα μπορούσαν να ρίξουν νεκρά τα πουλιά πού πετούσαν στον αέρα».
Η επάνδρωση ακόμη των καραβιών γινόταν με τόση βία, ώστε, επειδή δεν είχαν αρκετούς αζάπηδες (ναύτες), στρατολογούσαν γενιτσάρους και σπαχήδες. Αυτοί όμως, έχοντας στην μνήμη τους την πρόσφατη συμφορά, ανέβαιναν στις γαλέρες με τα δάκρυα στα μάτια σαν να τούς οδηγούσαν σε βέβαιο θάνατο. Μολαταύτα ο μέγας βεζίρης Μεχμέτ πασάς, ύστερ' από δωροδοκίες, απήλλασσε αρκετούς από την ναυτική υπηρεσία και τούς έστελνε στον στρατό της ξηράς. Έτσι μέσα σ' εκείνες τις λίγες ημέρες σχημάτισε μιά τεράστια περιουσία.
Τις ημέρες εκείνες σπάνια έβλεπε κανείς Έλληνες ή απελεύθερους σκλάβους στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και του Πέραν, γιατί αμέσως τούς έπιαναν οι εντεταλμένοι με την στρατολογία άνθρωποι, τούς μετέφεραν στις γαλέρες και χωρίς καμιά άλλη διαδικασία τούς έβαζαν σίδερα στα πόδια και ένα κουπί στα χέρια, εκτός αν είχαν μαζί τους χρήματα, οπότε μπορούσαν να δωροδοκήσουν τούς στρατολόγους.
Την 1 Ιουνίου του 1573 ο Ουλούτζ Αλή, αφού προσκύνησε τον τάφο του Χαϊρεδδίν Μπαρμπαρόσσα στο Μπεσίκ Τάς, στο Διπλοκιόνιο των Βυζαντινών, ξεκίνησε από τον Βόσπορο με τις ευχές και τα κλάματα των συγγενών και φίλων, μέσα σε μιά εορταστική κοσμοσυρροή, αληθινή ανθρωποθάλασσα. Ο στόλος, κατά την μαρτυρία του Du Fresne - Canaye, είχε πληρώματα με ηθικό πεσμένο. Τα καράβια είχαν ωραιότερη χρωματική και χρυσοποίκιλτη διακόσμηση από των βενετικών, τις πρώρες ψηλότερες και τα έμβολά τους περισσότερο ανασηκωμένα, υστερούσαν όμως ακόμη σε δύναμη πυρός.

3. Στο μεταξύ οι επιφανείς Μανιάτες, αφού μάταια περίμεναν την συντριβή του τουρκικού στόλου, απελπίστηκαν και άρχισαν να σκέπτωνται την φυγή. Έτσι μερικοί επιβιβάστηκαν σε καράβια και κατέφυγαν στην Δύση, ενώ άλλοι, όπως και οι Μελισσηνοί ή Μελισσουργοί, κρύφτηκαν στα βουνά, και κατόπιν, όταν βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία, πέρασαν στην Ζάκυνθο και απ' εκεί στην Ιταλία.
Φεύγοντας για την Ιταλία οι δύο αδελφοί πήραν μαζί τους πάμπολλα έγγραφα, πού τα πλαστογράφησαν, για να λαμπρύνουν την καταγωγή τους. Σύμφωνα μ' αυτά, παρουσιάζονταν ως νόμιμοι κληρονόμοι της μεγάλης οικογένειας των Μελισσηνών και των Κομνηνών. Θύμα τους έπεσε και ο ίδιος ο συμβολαιογράφος της Νεάπολης, ο οποίος βεβαιώνει ότι ο Θεόδωρος Μελισσηνός είναι κύριος και δεσπότης των πόλεων Αίνου, Ξάνθης, Περιθωρίου, της Χερσονήσου του Ελλησπόντου, της Σάμου, της Μιλήτου και του Μεσσηνιακού κόλπου. Ας σημειωθή ότι στο περιβάλλον του Μακαρίου Μελισσηνού βρίσκονταν δύο αντιγραφείς κωδίκων, ό Επιδαύριος Ανδρέας Δαρμάριος, καθώς και ό Κύπριος Ιωάννης Σαγκταμαύρας ή Αγιομαύρας. Είναι οι σπουδαιότεροι αντιγραφείς του Μεγάλου Χρονικού του Σφραντζή και εκείνοι οι οποίοι βοήθησαν τον Θεόδωρο Μελισσηνό να το νοθεύση με την παρεμβολή πρόσθετων χωρίων από διάφορους άλλους συγγραφείς, όπως π. χ. του Λεονάρδου του Χίου, ή και άλλων πλαστογραφιών.
Ποιος ήταν ο απώτερος σκοπός των αυθαιρεσιών αυτών του Μακαρίου Μελισσηνού; Ασφαλώς να δείξη στους ισχυρούς της Δύσης και προ πάντων στον πάπα Γρηγόριο ΙΓ' (1572 - 1585), ότι δεν ήταν τυχαίο άτομο, αλλά ότι καταγόταν από μεγάλες και ένδοξες οικογένειες του παρελθόντος και επομένως, αν προσχωρούσε στον καθολικισμό, θα ήταν μεγάλο το κέρδος για την δυτική εκκλησία. Έτσι εξηγείται και η επιστολή πού είχε γράψει στον πάπα, πιθανόν στις αρχές Απριλίου 1573 (όπως είχαν κάνει πριν από αυτόν και άλλοι ορθόδοξοι ιεράρχες), με την οποία τον εβεβαίωνε για την πίστη του προς την καθολική εκκλησία και του ζητούσε μιά θέση εκκλησιαστική ή οποιαδήποτε άλλη.
Οι αδελφοί Μακάριος και Θεόδωρος Μελισσηνοί, αυτοεξόριστοι πια, επισκέφθηκαν τις διάφορες αυλές της Δύσης, του δόγη Alvise Mocenigo (1570- 1577) τον Μάρτιο του 1573, του πάπα Γρηγορίου ΙΓ' (1572 - 1585) τον Απρίλιο και του Φιλίππου Β' (1556-1598) στην Μαδρίτη κατά τα τέλη του καλοκαιριού 1573 - τέλη 1574. Εκεί, αφού εξέθεσαν τις υπηρεσίες τους προς τούς συμμάχους και υποστήριξαν τις απόψεις τους για ολικές και ηθικές αποζημιώσεις, κατόρθωσαν με τα συστατικά γράμματα και την γνωριμία ορισμένων ισχυρών προσώπων να εξασφαλίσουν πλούσια χρηματικά μέσα για μιά αξιοπρεπή διαβίωσή τους στα ξένα. Συγκεκριμένα, ενώ ο Θεόδωρος πετύχαινε μηνιαία χορηγία 25 σκούδων από την Ισπανία, ο Μακάριος συγκέντρωνε συνολικά απ' τις τρεις πλευρές 1.300 χρυσά νομίσματα τον χρόνο. Ύστερ' απ' το ταξίδι τους στην Ισπανία εγκαταστάθηκαν οριστικά στην Νεάπολη, όπου υπήρχε σημαντική παροικία Ελλήνων, ιδίως προσφύγων από την Κορώνη και από την Πάτρα. Εκεί έζησαν με άνεση, ιδίως ο Μακάριος ο οποίος υπήρξε και ένα από τα πιο σπουδαία πρόσωπα της ελληνικής κοινότητας, και εκεί πέθαναν, ο Θεόδωρος στις 23 Μαρτίου 1582 και ο Μακάριος τρισήμισυ χρόνια αργότερα, στις 14 Σεπτεμβρίου 1585. Θάφτηκαν μέσα στο Ιερό Βήμα, εμπρός από την Αγία Τράπεζα, του ναού των αποστόλων Πέτρου και Παύλου της ελληνικής κοινότητας, μέσα στην οποία κατείχαν τόσο επίσημη θέση.

4. Σ' επαφή και συνεννοήσεις με τον Don Juan την εποχή αυτή, πιθανότατα κατά την δεύτερη εκστρατεία της Ιεράς Συμμαχίας (1572) και την παραμονή του στην Κέρκυρα, έρχονται επίσης και δύο Ηπειρώτες, ο Ματθαίος ή Μάνθος Παπαγιάννης και ο Πάνος Κεστόλικος ως «Έλληνες αντιπρόσωποι της σκλαβωμένης Ελλάδος και Αλβανίας».
Μολονότι η αποχώρηση των Βενετών από τα θέατρα του πολέμου είχε μεγάλο αντίκτυπο στις ψυχές των κατοίκων του Ιονίου και της Αδριατικής, οι δύο προαναφερμένοι Έλληνες πατριώτες συνεχίζουν -μάταια όμως- τις προσπάθειές τους για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους. Σε υπομνήματα πού είχαν υποβάλει στον Φίλιππο Β' έγραφαν ότι σαράντα πρόσωπα είχαν συγκεντρωθή και είχαν κάνει σύσκεψη (δεν αναφέρεται ποια και πότε) με σκοπό ασφαλώς να συζητήσουν τα διάφορα θέματα πού προβάλλουν εμπρός στο ενδεχόμενο μιάς εξέγερσής τους. Αλλά και οι συνεννοήσεις αυτές, πού κράτησαν δύο περίπου χρόνια, δεν κατέληξαν σε κανένα θετικό αποτέλεσμα.
Ο επαναστατικός αυτός ερεθισμός των κατοίκων των ηπειρωτικών και αλβανικών παραλίων διαπιστώνεται να φθάνη στο εσωτερικό ως την περιοχή της Αχρίδας, όπως μπορέσαμε να συμπεράνουμε από μιά του σουλτάνου διαταγή της 23 Φεβρουαρίου 1573 προς τον μπέη Αχρίδας: με αυτήν του αναγγέλλει ότι πιάστηκε φιλική επιστολή Αλβανών ορισμένων χωριών της περιοχής του προς την Βενετία, ότι αντίγραφό της του έχει σταλή και ότι οι αναφερόμενοι ή υπογραφόμενοι σ' αυτήν πρέπει να συλληφθούν, να φυλακιστούν και να σταλούν στην Πόλη με ισχυρή συνοδεία, για να τιμωρηθούν.
Τις προσπάθειες των Ελλήνων και Αλβανών έρχεται ν' αναζωπυρώση και να ενισχύση την 1 Ιουνίου 1576 ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδας Ιωακείμ (συνυπογράφουν ο Βελεσού Φώτιος, ο Βελεγράδων Νεκτάριος και ο Καστορίας Σωφρόνιος), ο οποίος στο σχετικό έγγραφο προς τον Don Juan de Austria λέγει ότι, μολονότι η οριστική διάλυση της χριστιανικής συμμαχίας προξένησε μεγάλη λύπη στους χριστιανούς της ΝΑ Ευρώπης, το έδαφος είναι ευνοϊκό για την διεξαγωγή εκεί νέων επιχειρήσεων. Στις επαρχίες μάλιστα της αρχιεπισκοπής του ο λαός τον περιμένει με λαχτάρα σαν τον Μωϋσή. Ο ιεράρχης όμως μένει με τις προσδοκίες του. Μολαταύτα οι αρχιεπίσκοποι Αχρίδας εξακολούθησαν και αργότερα, πιο ζωηρά μάλιστα και επίμονα, όπως θα ιδούμε, να αγωνίζονται για την απελευθέρωση των ποιμνίων τους.
Η Ισπανία την εποχή αυτή βρίσκεται στην μεγάλη της πολιτική, πνευματική και καλλιτεχνική ακμή. Είναι πλούσια και δυνατή και εκδηλώνει ενδιαφέρον για τα πολιτικά και στρατιωτικά θέματα του ελληνικού χώρου. Κατάσκοποι τολμηροί και γλωσσομαθείς, πληρωμένοι από τον βασιλιά της, φθάνουν κάθε χρόνο από την Νεάπολη, Ισπανία και Ιταλία στην Κωνσταντινούπολη, μένουν μερικούς μήνες στον Γαλατά και φροντίζουν να συγκεντρώσουν και να φυγαδεύσουν σκλάβους. Οι Ισπανοί αναπτύσσουν ιδίως μεγάλη δραστηριότητα στα ανατολικά παράλια της Αδριατικής και του ‘Ιονίου μέσω των αντιβασιλέων της Νεάπολης. Οι πράκτορες και οι κατάσκοποι τους, φυγάδες συνήθως από τις ακτές τις Αλβανίας, Δαλματίας και Ελλάδος, πηγαινοέρχονται στα ευπαθή αυτά σημεία. Άλλοι απ' αυτούς εργάζονται με πραγματικό ζήλο για την πραγματοποίηση μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ οι περισσότεροι, τυχοδιωκτικοί τύποι, αποβλέπουν στις αμοιβές και στα διάφορα υλικά κέρδη, στην παραλαβή και εκμετάλλευση των όπλων, εφοδίων κ.λ.. Όλους αυτούς τούς παρακολουθούν με άγρυπνο μάτι οι Βενετοί διπλωματικοί απεσταλμένοι στο βασίλειο της Νεάπολης και οι προνοητές στις ελληνικές χώρες με τούς ανθρώπους των. Ήδη από το 1574 χρησιμοποιείται ως όργανο των ισπανικών βλέψεων προς την Ήπειρο και την Χειμάρρα ο Κερκυραίος ευπατρίδης Πέτρος Λάντζας, ο οποίος άλλοτε είχε υπηρετήσει τούς Βενετούς ως διοικητής της Πάργας.

Οι Χειμαρριώτες ιδίως είναι πολύ ανήσυχοι. Μάταια ό Πιαλή πασάς μετά την κατάληψη της Χίου (1566) είχε εκστρατεύσει εναντίον τους, για να τούς αναγκάση να πληρώσουν τούς καθυστερημένους φόρους των. Εξορμώντας από τα ορεινά τους καταφύγια τον είχαν αναγκάσει να υποχωρήση ντροπιασμένος. Στην Χειμάρρα λοιπόν καταπλέει τον Ιούλιο του 1576 ο Λάντζας ξεκινώντας από το Otranto και μαζί με πολλούς Χειμαρριώτες, πού ορκίζονται πίστη στον Φίλιππο Β', επιτίθεται εναντίον του φρουρίου Σοποτού, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο Λάντζας έπειτα περιορίζεται σε καταδρομές στο Ιόνιο εναντίον καραβιών με τουρκική σημαία, αλλά και εναντίον βενετικών. Οι Βενετοί -«το μάτι του κόσμου», όπως λέγει χαρακτηριστικά ο Gerlach- παρακολουθούν τις κινήσεις του.
Οι Χειμαρριώτες απελπισμένοι γράφουν τον Φεβρουάριο του 1581 προς τον Γρηγόριο ΙΓ' και τον παρακαλούν να μεσολαβήση στον βασιλιά Φίλιππο Β'. Υπόσχονται να τον αναγνωρίσουν ως κεφαλή της Εκκλησίας και τούς Ισπανούς ως κυριάρχους, αρκεί να τούς στείλουν βοήθεια 3.000 ανδρών και όπλα για 10.000 πού θα στρατολογούσαν οι ίδιοι από τον τόπο τους. Ο πάπας όμως τούς απαντά ότι οι εμφύλιοι σπαραγμοί των χριστιανών ηγεμόνων και ο κίνδυνος των αιρετικών (εννοεί ασφαλώς τούς διαμαρτυρομένους) εμποδίζουν την πραγματοποίηση των σχεδίων τους. Έτσι αφήνονται μόνοι στην αντίστασή τους εναντίον των Τούρκων, η οποία συνεχίζεται ως τα 1590, οπότε η επιδημία λοιμού πού τούς αποδεκάτιζε και η απαγόρευση των Βενετών να επισιτίζωνται μέσω Κερκύρας τούς αναγκάζει να καταθέσουν τα όπλα. Τότε οι Τούρκοι κατέλαβαν πολλές περιοχές τους.
Η Ισπανία του Καρόλου Ε' (1519-1566) και Φιλίππου Β' (1556-1598) είναι η μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη, προς την οποία αποβλέπουν με ελπίδες οι Έλληνες. Το ευνοϊκό πολιτικό και πολιτιστικό περιβάλλον είχε ελκύσει τα βλέμματα όχι μόνο των στρατιωτικών, πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών της Ελλάδος, αλλά και των καλλιτεχνών και των λογίων, κυρίως των κωδικογράφων, οι οποίοι έβρισκαν εκεί εργασία και υποστήριξη κοντά σε επίσημους Ισπανούς, όπως οι Κρητικοί Νικόλαος Τουρριανός, γνωστός και ως Ντελατόρος ή Nicolaos de la Torre, καθώς και ο Αντώνιος Καλοσυνάς. Το κύμα των Ελλήνων προσφύγων προς την Ισπανία γίνεται μεγάλο ιδίως ύστερα από την ναυμαχία της Ναυπάκτου (7 Οκτωβρίου 1571) και προπάντων ύστερα από τον ενθουσιασμό πού ξεσήκωσε η προσωπικότητα του Don Juan de Austria. Και ίσως είναι αυτός ένας ισχυρός λόγος πού παρακίνησε αργότερα τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, τον μεγάλο el Greco, να μεταναστεύση στην χώρα εκείνη και να εγκατασταθή στο Τολέδο.

5. Από την αναταραχή πού προκάλεσε μέσα στην Μεσόγειο η νίκη της Ναυπάκτου συγκινούνται, όπως είναι φυσικό, οι Κύπριοι, πού δεν είναι δυνατόν να ξεχάσουν την διαφορά της σκλαβιάς ανάμεσα στους Φράγκους και στους Τούρκους. Οι κινήσεις τους όμως δεν διαφεύγουν την προσοχή των κατακτητών. Έτσι ο σουλτάνος με την διαταγή της 7 Φεβρουαρίου 1572 προς τον μπεηλέρμπεη της Κύπρου διατάζει να θανατωθή ο Πρόπαυλος και οι οπαδοί του, πού είχαν συλληφθή και φυλακιστή ύστερ' από καταγγελία του αγά της Πάφου. Επίσης διατάζει να θανατωθή και οποιοσδήποτε ενεργεί κατά τον ίδιο τρόπο.
Οι Τούρκοι της Κύπρου δεν αισθάνονται ασφαλείς τούς εαυτούς των μέσα στην νέα τους κτήση, όπου οι αναμνήσεις των τελευταίων γεγονότων είναι νωπές. Κατέχονται από υπερευαισθησία και νευρικότητα. Έτσι η εμφάνιση μερικών χριστιανικών καραβιών εμπρός από τις ακτές της Αμμοχώστου τον Φεβρουάριο του 1572 έγινε αιτία να προκληθή πανικός ανάμεσα στους Τούρκους του νησιού: άλλοι έβαλαν κυπριώτικα ρούχα, ενώ άλλοι κατέφυγαν στην οχυρωμένη Λευκωσία. Οι αρχές έστειλαν τότε απεσταλμένους στον σουλτάνο να τον πληροφορήσουν για τον κίνδυνο πού απειλούσε την νέα του κτήση, όπου κατά τις διαδόσεις δεν υπήρχαν περισσότεροι από 2.000 γενίτσαροι και 800 ιππείς. Και πραγματικά αποστέλλονται 500 γενίτσαροι και 4 γαλέρες. Παράλληλα 5 μικρά καράβια από την Καραμανία μεταφέρουν πεζούς και ιππείς. Ο σουλτάνος στέλνει επίσης επικουρικές δυνάμεις και στον μπέη της Ρόδου. Τα πνεύματα όμως των Ελλήνων, αλλά και των μουσουλμάνων μένουν για πολλά ακόμη χρόνια ταραγμένα. Έτσι στα 1578 δυσαρέσκειες χριστιανών και μουσουλμάνων της Κύπρου εναντίον του μπεηλέρμπεη Αράμπ Αχμέτ πασά προκάλεσαν -με την υποκίνηση Βενετών πρακτόρων- την ανταρσία των Ελλήνων κατοίκων και της φρουράς του νησιού, και τον φόνο του μπεηλέρμπεη, αλλά οι χριστιανικές δυνάμεις τις οποίες επικαλέστηκαν οι αντάρτες, η Ισπανία και η Βενετία, δεν έσπευσαν να επωφεληθούν από την αναταραχή και να καταλάβουν το νησί. Ούτε και οι ενέργειες του φιλόδοξου Guy de Saint - Gelais, πού παρουσιαζόταν ως συγγενής του οίκου των Lusignan, κατέληξαν σε κάτι θετικό. Έτσι η Πύλη είχε όλο τον καιρό να συλλάβη και να τιμωρήση τούς πρωταιτίους της αναταραχής. Στην κρίσιμη εκείνη εποχή φαίνεται ότι παρατηρήθηκαν εξωμοσίες απελπισμένων χριστιανών. Και όπως και αλλού, έτσι και εδώ πολλοί έμειναν κρυπτοχριστιανοί. Είναι οι λεγόμενοι λινοβάμβακοι.
Συνωμοσία οργανώθηκε επίσης στα 1576 ή τον προηγούμενο χρόνο στην Ρόδο με την παρακίνηση Βενετών και Κρητικών, όπως αναφέρει ο Gerlach. Συγκεκριμένα αυτοί έστειλαν γράμμα προς τον μητροπολίτη Ρόδου και του έγραψαν να συγκεντρωθούν μιά ορισμένη μέρα με μερικούς επιφανείς του νησιού σ' να σπίτι και, όταν οι Τούρκοι θα ήταν αφοσιωμένοι στην προσευχή της Παρασκευής, θα έρχονταν οι Κρητικοί με μερικές γαλέρες και τότε μαζί με τούς κατοίκους της Ρόδου θα καταλάμβαναν το κάστρο, εφόσον ή τουρκική φρουρά μόλις αριθμούσε 1.000 άνδρες. Το μυστικό όμως αυτό προδόθηκε, ο μητροπολίτης και οι πρόκριτοι πιάστηκαν και σουβλίστηκαν ύστερ' από διαταγή του σουλτάνου.

6. Αναβρασμός επίσης παρατηρήθηκε και στους κατοίκους της Μακεδονίας, πού ζούσαν με την ελπίδα της ελευθερίας. Η ψυχική τους προετοιμασία προχωρούσε τόσα γοργά, όσο ή συμπεριφορά των κατακτητών γινόταν σκληρότερη και οι καταπιέσεις τους βαρύτερες. Έτσι π.χ. στα 1568, επί Σελίμ Β', οι Τούρκοι είχαν προβή στην κατάσχεση μετοχίων και άλλων κτημάτων των μονών μέσα στο Αγ. Όρος και γενικά μέσα στην αυτοκρατορία με το πρόσχημα ότι οι μονές όφειλαν να τακτοποιήσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Τότε φαίνεται ότι και μέσα στην ίδια την ιερή χερσόνησο είχαν λεηλατήσει και καταστρέψει μονές και είχαν σφάξει απελπισμένους φλογερούς μοναχούς, πού θέλησαν να εμποδίσουν τις αυθαιρεσίες των Τούρκων. Ακόμη είχαν προβή στην κατάσχεση εκκλησιών της Θεσσαλονίκης και αρπάξει κίονες από μερικές άλλες, από τον Άγιο Μηνά, από τον Υπομνήσκοντα και από τούς Αγ. Αγγέλους (την σημερινή Rotonda), για να τούς χρησιμοποιήσουν ασφαλώς σε τουρκικά οικοδομήματα. Επίσης στις 27 Ιανουαρίου 1570 οι ιεροσπουδαστές (σοφτάδες) των Σερρών είχαν πατήσει το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου και σκοτώσει μερικούς μοναχούς.

Ύστερ' απ' όλ' αυτά ήταν επόμενο οι Μακεδόνες να περιμένουν εναγώνια την σωτηρία τους από την χριστιανική Δύση και να παρακολουθούν άγρυπνοι τα μεγάλα ευρωπαϊκά γεγονότα. Η περιλάλητη ναυμαχία της Ναυπάκτου τούς συγκλονίζει ασφαλώς από ενθουσιασμό. Μάλιστα ο τότε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ιωάσαφ, γόνος της μεγάλης οικογένειας των Αργυροπούλων, κατηγορήθηκε στους Τούρκους από ιερομονάχους και άλλους Έλληνες πού ήλθαν στην Κωνσταντινούπολη -μάλιστα ο ένας απ' αυτούς τον κατήγγειλε στον ίδιο τον Μεχμέτ πασά -ότι μεταδίδει τα νέα της Τουρκίας στην Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία και Ισπανία. Ο πασάς διέταξε να τον στραγγαλίσουν, αλλά ένας φίλος του μητροπολίτη έσπευσε να τον ειδοποιήση και αυτός κατατρομαγμένος κατέφυγε στον Μιχαήλ Καντακουζηνό, τον επονομαζόμενο Σεϊτάνογλαν, και ζήτησε την μεσολάβησή του, επειδή ήταν φίλος του πασά. Ο δυνατός αυτός Έλληνας συνέστησε στον Ιωάσαφ να μείνη στην Αδριανούπολη, ενώ ό ίδιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη και υπεράσπισε τον Ιωάσαφ, τονίζοντας ότι αυτός δεν είναι, όπως τον παρέστησαν, γιατί δεν γνωρίζει καμιά ξένη γλώσσα!! Η υπόθεση αυτή έληξε με την πληρωμή 2.000 δουκάτων στον Μεχμέτ πασά και με την καταδίκη του κατηγόρου να τραβά κουπί στις γαλέρες.

Μολαταύτα η λύπη του σουλτάνου Σελίμ Β' ήταν πολύ μεγάλη και η οργή του ξέσπασε ακράτητη στους χριστιανικούς πληθυσμούς της αυτοκρατορίας του. Αναφέρεται ότι οι Τούρκοι ρίχθηκαν σε λεηλασίες, φόνους και αιχμαλωσίες στις περιοχές Θεσσαλονίκης, Αγ. Όρους και Καρπάθου, ότι τα θύματα ήταν επάνω από 30.000 και κύριος στόχος τους οι μοναχοί, επειδή φοβούνταν, μήπως με την επιρροή τους προκαλέσουν επαναστάσεις των χριστιανικών πληθυσμών. Ασφαλώς όμως πρόκειται κυρίως για διαδόσεις πού προήλθαν από τα προγενέστερα γεγονότα του Αγ. Όρους και της Θεσσαλονίκης (τα είδαμε παραπάνω) και οι οποίες τονώθηκαν και αναζωογονήθηκαν με το νέο κύμα τρομοκρατίας, πού ήταν επόμενο να σημειωθή μετά την ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Θετικές ειδήσεις μάς δίνουν δύο σημειώματα της εποχής εκείνης: ότι στις Σέρρες, στην δεύτερη μεγάλη ακρόπολη του ελληνισμού στην ΒΑ Μακεδονία, οι Τούρκοι λεηλάτησαν την μητρόπολη των Σερρών και επτά άλλες εκκλησίες, ερήμωσαν την μονή του Προδρόμου και τα «προάστεια» και μετόχια• ότι τα λάφυρα, εκκλησιαστικά χειρόγραφα κ.λ. τα πουλούσαν έπειτα οι ίδιοι, όπου μπορούσαν• έτσι ο παπά Αργυρός, γιος του παπά Κύρου, από τούς Προσάκκους αγόρασε ένα ευαγγέλιο. Άραγε παρατηρήθηκε στην περιοχή εκείνη, όπως και στην μεσημβρινή Ελλάδα, κάποια επαναστατική ζύμωση, ίσως και κίνηση, για την οποία σήμερα δεν ξέρουμε τίποτε;

Τον Αύγουστο ή Σεπτέμβριο του 1573 διακόσιες τριάντα τουρκικές γαλέρες με τον Ουλούτζ Αλή επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη έκαψαν το χωριό Κάστρο κοντά στην Καλλίπολη και έπιασαν μερικά πρόσωπα- ασφαλώς γιατί κάποια αναταραχή των Ελλήνων θα είχε σημειωθή εκεί. Η κατάσταση γενικά είναι ανώμαλη. Ακόμη και έξω από την Κωνσταντινούπολη δρα την νύχτα πλήθος από ληστές.
Ακόμη και για τούς Έλληνες της απομακρυσμένης Αιγύπτου ο αντίκτυπος της ναυμαχίας είχε φοβερά αποτελέσματα. Σ' αυτήν φαίνεται την περίοδο ανάγονται όσα έγραφε ο Μελέτιος Πηγάς σε μιά επιστολή του: ότι με την διαταγή του σουλτάνου είχαν καή τα ελληνικά βιβλία και χειρόγραφα και ότι είχε απαγορευθεί να μιλούν ελληνικά• καθώς μάλιστα του έλεγε κάποιος μοναχός Ιωακείμ, μέσα σε μιά μέρα είχαν κόψει τις γλώσσες 30.000 ατόμων, μόνο και μόνο γιατί είχαν μιλήσει ελληνικά- υπερβολή ασφαλώς.

7. Πολλά αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με την κατάσταση πού δημιουργήθηκε στις τουρκοκρατούμενες ελληνικές χώρες μετά την ναυμαχία της Ναυπάκτου αντλούμε από την επιστολή του μητροπολίτη της Δαλματίας, Ιταλίας, Απουλίας, Αμβρακίας, Βασιλικάτων, Καλαβρίας, Σικελίας και Μάλτας και όλης γενικά της Δύσης, Τιμοθέου, προς τον πάπα Πίο Ε' (15 Μαρτίου 1572), γνωστό για τις ακούραστες προσπάθειές του να συνασπίση τις χριστιανικές δυνάμεις εναντίον των Τούρκων. Ο Τιμόθεος αναφέρει -ανάμεσα σε άλλα- πώς σουλτάνος, αντιμετωπίζοντας επείγουσες πολεμικές ανάγκες, κάνει παιδομάζωμα και στρατολογεί στα τέσσερα παιδιά τα δύο, ότι ναυπηγεί νέο στόλο με 300 καράβια στην Μαύρη Θάλασσα, ότι εργάζονται γι' αυτό νύχτα - μέρα και ότι ελπίζει να τα έχη έτοιμα τον Μάιο. Ύστερ' απ' αυτά υποβάλλει στην έγκριση του πάπα το εξής σχέδιο: Ισχυρός χριστιανικός στόλος να καταστρέψη τα Κάστρα Ρίο και Αντίρριο πού ελέγχουν τον Κορινθιακό, να εκβιάσουν τα Δαρδανέλλια και να καταλάβουν την ανοχύρωτη σχεδόν Κωνσταντινούπολη, ενώ προς τον ίδιο στόχο θα συγκλίνουν χριστιανικοί στρατοί της ξηράς, πού θα ξεκινήσουν από ακραία σημεία της αυτοκρατορίας. Έτσι 30.000 περίπου θα έπρεπε ν' αποβιβαστούν στο Δυρράχιο με διπλά όπλα, για να εξοπλίσουν με τα μισά τούς κατοίκους της Κάτω Αλβανίας και ιδίως τούς Χειμαρριώτες. Αυτοί θα συναντούνταν στην Έδεσα με τούς Χειμαρριώτες πού θα κατέβαιναν προς τα Ιωάννινα και την Καστοριά και θα εβάδιζαν μαζί έπειτα εναντίον της Θεσσαλονίκης• σύγχρονα ο στρατός του βασιλιά Μαξιμιλιανού, πού θα συμπαρέσυρε στο πέρασμά του Σέρβους και Βουλγάρους κάνοντάς τους «φράνγκους λίμπερους» (δηλαδή δίνοντάς τους πολιτικά και φορολογικά προνόμια) θα περνούσε από την Σόφια, θα προχωρούσε προς την Ανατολική Μακεδονία και θα συναντούσε τα παραπάνω στρατεύματα• άλλοι πάλι θ' αποβιβάζονταν στην Ζάκυνθο και στο Χλεμούτσι της Πελοποννήσου και άλλοι στην Μεγάλη Μάνη, οι οποίοι με τούς πολεμικούς Μανιάτες θ' ανέβαιναν προς τα επάνω και διασχίζοντας τις άλλες ελληνικές χώρες θα έσπευδαν να ενωθούν με τούς άλλους στρατούς. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Τιμόθεος σε πολλά μέρη της επιστολής του εξαίρει την ανδρεία και την μαχητικότητα των Αλβανών, τόσο εκείνων πού κατοικούν μέσα στην Αλβανία, όσο και των άλλων, πού είχαν εποικιστή και αναμειχθή με τούς εντοπίους σε διάφορα σημεία των ελληνικών χωρών. Επίσης ο ίδιος προθυμοποιείται να κάνη τον κατάσκοπο• να πάγη στην Πόλη και να μεταδώση στον πάπα ό,τι μάθη σχετικά με την ετοιμασία του νέου στόλου και στρατού. Αξιοσημείωτο είναι το λεγόμενο ότι «η Μεγάλη Μάνη ολίγο προσκυνά τον Τούρκο»- φράση πού ρίχνει κάποιο φως στην εσωτερική κατάσταση της χώρας.
Η επιστολή αυτή του Τιμοθέου δεν κατέληξε σε τίποτε το θετικό.

Οι αναταραχές πού σημειώθηκαν σε πολλές περιοχές του ελληνικού χώρου μετά την ναυμαχία της Ναυπάκτου, καθώς και οι στρατολογίες χριστιανοπαίδων για το γενιτσαρικό σώμα προκάλεσαν την φυγή των κατοίκων και την ερήμωση ιδίως των χωριών εκείνων, πού βρίσκονταν κοντά σε λιμάνια. Έτσι χαρακτηριστική είναι η καταφυγή χωρικών στην Πάργα, πού δεν θέλουν να ξαναγυρίσουν στα χωριά τους, amando piuttosto non ever terra da lavorare, che averla con la pardita de'figliuoli», όπως έγραφε τον Ιούνιο του 1576 ο βάιλος Ant. Tiepolo. Επίσης για τούς ίδιους λόγους οι τιμαριούχοι στην Πελοπόννησο δεν έβρισκαν εργατικά χέρια. Γενικά ο πληθυσμός των χωριών των τιμαρίων μειώνεται συνεχώς. Ασφαλώς τότε θα εγκαταλείφθηκαν πολλά χωριά. Το ίδιο ερημώνονται και τα χωριά των νησιών του Αιγαίου, απ' όπου έπαιρναν τούς κωπηλάτες. Και οι σκλάβοι δεν αρκούν πια να επανδρώσουν παραπάνω από 20 γαλέρες, ενώ οι μ α ρ γ ι ό λ ο ι (όπως ονόμαζαν τα κακοποιά στοιχεία από την Κρήτη) πού σύχναζαν στις ταβέρνες του Πέραν και οι οποίοι άλλοτε γέμιζαν τουλάχιστο 30 γαλέρες, δεν παρουσιάζονταν πια.

Γενικά η ήττα των Τούρκων στην Ναύπακτο προκάλεσε την σκλήρυνση της στάσης τους απέναντι των χριστιανών και ασφαλώς το ξέσπασμα οχλοκρατικών εκδηλώσεων σε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας, για τις οποίες σήμερα δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Επομένως ο αντίκτυπος θα ήταν πολύ σοβαρός στην διαβίωση του χριστιανικού πληθυσμού. Οι περιπτώσεις εξισλαμισμού ή κρυπτοχριστιανισμού πληθύνονται. Δεν είναι λοιπόν απίθανη η γνώμη το Hasluck ότι την εποχή ακριβώς αυτή σημειώνονται εξωμοσίες ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Πόντου. Τα γεγονότα όμως είναι πολύ σκοτεινά και είναι αδύνατο να παρουσιάσουμε πειστικές σχετικά αποδείξεις. Νομίζω όμως ότι οι περισσότεροι εκεί πληθυσμοί προσέρχονται στον ισλαμισμό μετά το 1665, όπως θα έχουμε την ευκαιρία να το μνημονεύσουμε στον οικείο τόπο. Πολλές όμως και θετικές ειδήσεις έχουμε για την έκρυθμη κατάσταση πού δημιουργήθηκε στις Κυκλάδες μετά την έκρηξη του βενετοτουρκικού πολέμου του 1570-1573.




Read more:http://www.egolpion.com/EECC7DCD.el.aspx#ixzz2pW6Uhr98