Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

100 χρόνια από το θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδερφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
Οδυσσέας Ελύτης
Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ τῇ 4ῃ Μαρτίου 1851. Ἐβγῆκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α´ καὶ Β´ τάξιν. Τῇ Γ´ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἶτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ 1872 ἐπῆγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας καὶ ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ´ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολὴν ὅπου ἤκουσα κατ᾿ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ᾿ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξένας γλώσσας.
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἅγίους, εἶτα ἔγραφα στίχους, κι ἐδοκίμαζα νἀ συντάξω κωμωδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη ἡ «Μετανάστις» ἔργον μου, εἰς τὸν «Νεολόγον» Κωνσταντινουπόλεως. Τῷ 1881 ἓν θρησκευτικὸν ποιημάτιον εἰς τὸ περιοδικὸν «Σωτῆρα». Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθησαν «Οἱ Ἔμποροι τῶν ἐθνῶν»εἰς τὸ «Μὴ χάνεσαι». Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες.
Αυτό το σύντομο βιογραφικό το συνέταξε ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης ύστερα από παράκληση του Γιάννη Βλαχογιάννη.
Έγραψε γι΄αυτόν ο Παλαμάς:
“ Δὲ θυμοῦμαι ἀλλοῦ νἀπάντησα τεχνίτη σὰν αὐτόν, ποὺ ὄχι μόνο νὰ μὴν ἔχη τῆς τέχνης του τὴν αὐταρέσκειαν, ἀλλά νὰ κοιτάζη πῶς νὰ κρυψῃ κάθε τεχνίτη πόζα καὶ κάθε σκέψη, σὰ ματαιότητα. Ἡ τέχνη του εἶναι νὰ μὴ δείχνη καμμιὰ τέχνη, ὄχι μόνο στὰ λόγια του, ἀλλά καὶ στὴ σύνθεση πολλὲς φορὲς τῶν ἔργων του. Συχνὰ κόβει τὴν ἱστορία γιὰ νὰ μᾶς θυμίση πῶς αὐτὰ ποὺ γράφει εἶνε ἁγνὴ ἀλήθεια, πῶς αὐτὸς δὲν ἐπινοεῖ, πῶς δὲν μαγερεύει ρομάντσα, πῶς μόνο τάς ἀναμνήσεις του συντάσσει καὶ τάς ἐντυπώσεις του μᾶς ἐμπιστεύεται. Κι ἄλλοτε ὑποσημειώνει μὲ ψιλά, γιὰ νὰ διαμαρτυρηθῇ ἐναντίον ἐκείνων ποὺ πιστεύουν πρόθυμοι τὰ παραμύθια, καὶ τόσο δυσπιστοῦν πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ἡ φροντιδ’ αὐτή τοῦ δίνει μιὰ έξαιρετικήν ὄψη ἀνάμεσα καὶ στοὺς ἀποκλειστικοὺς τεχνῖτες τῆς πραγματολογικῆς σχολῆς. Θαρρεῖς πὼς τοῦ ἔγινε μανία. Καὶ κανεὶς ἐπιπόλαιος ἀναγνώστης θὰ μποροῦσε καὶ μ’ αὐτά, σιμὰ στὴ μεγάλη ὁμοιαλήθεια ποὺ ἁπλώνεται σ’ ὅλα τὰ ἱστορήματα τοῦ Παπαδιαμάντη, νὰ συμπεράνη πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς μνήμη μόνον ἔχει, καὶ φαντασία σπειρὶ δὲν ἔχει. Καὶ ὅμως δὲν πιστεύω νὰ βρίσκεται ὡς τὴν ὥρα στὴ φιλολογία μας τεχνίτης κατέχοντας τόσο ζωηρὰ τὴ δύναμη ποὺ οἱ ψυχολόγοι ὀνομάζουν συμπαθητικὴ φαντασία”.
Κι ένα μικρό περιστατικό το οποίο δείχνει το ήθος του Παπαδιαμάντη και το οποίο αφηγείται ο Παύλος Νιρβάνας με αφορμή τη λήψη της πασίγνωσης πλέον φωτογραφίας του διηγηματογράφου.
“ Ὁ καημένος ὁ Ἀλέξανδρος! Καινούργιες ἀνησυχίες θὰ εἶχε πάλι ἡ ἀσκητική του ψυχὴ μὲ τὴ συρροὴ τόσων ξένων καὶ δικῶν μας μουσαφιρέων στὸ ταπεινό του σπιτάκι τοῦ ὡραίου νησιοῦ. Τὸν ἐτρόμαζε τόσο πολὺ «ἡ περιέργεια τοῦ Κοινοῦ».
Εἶχα διηγηθεῖ ἄλλοτε τὴν ἀνησυχία του αὐτή, ὅταν πῆγα, κλέφτικα, μὲ χίλιες προφάσεις, νὰ τὸν φωτογραφίσω ἀπάνω στὸ καφενεδάκι τῆς Δεξαμενῆς. Δὲν ὑπῆρχε ὡς τότε φωτογραφία τοῦ Παπαδιαμάντη. Καὶ συλλογιζόμουν ὅτι ἀπ᾿ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη μποροῦσε νὰ πεθάνει ὁ μεγάλος Σκιαθίτης, καὶ μαζί του νὰ σβύσῃ γιὰ πάντα ἡ ὁσία μορφή του. Καὶ πότε αὐτό; Σὲ μία ἐποχὴ ποὺ δὲν ὑπάρχει ἀσημότητα ποὺ νὰ μὴν ἔχει λάβει τὶς τιμὲς τοῦ φωτογραφικοῦ φακοῦ. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσε νὰ δικαιολογηθεῖ μία τέτοια παράλειψη τῆς γενεᾶς μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ ῾ρθοῦν κατόπι μας νὰ συνεχίσουν τὸ θαυμασμό μας γιὰ τὸν ἀπαράμιλλο λυρικὸ ψυχογράφο τῶν καλῶν καὶ τῶν ταπεινῶν καὶ τὸν ἁγνότατο ποιητὴ τῶν νησιώτικων γιαλῶν; Ἀλλὰ ὁ ἁγνὸς αὐτὸς χριστιανός, μὲ τὴ ψυχὴ τοῦ ἀναχωρητῆ, δὲν ἐννοοῦσε, μὲ κανένα τρόπο, νὰ ἐπιτρέψη στὸν ἑαυτό του μιὰ τέτοια εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα. «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα» ἦταν ἡ ἄρνησή του καὶ ἡ ἀπολογία του. Ἀποφάσισα ὅμως νὰ πάρω τὴν ἁμαρτία του στὸ λαιμό μου. Ὁ Θεὸς καὶ ἡ μακαρία ψυχή του ἂς μοῦ συχωρέσουν τὸ κρῖμα μου. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ὡραιότερους τίτλους ποὺ ἀναγνωρίζω στὴ ζωή μου, εἶναι ὅτι παρέδωκα στοὺς μεταγενέστερούς τη μορφὴ τοῦ Παπαδιαμάντη.
Μὲ τί δόλια καὶ ἁμαρτωλὰ μέσα ἐπραγματοποίησα τὸν ἆθλο μου αὐτό, τὸ διηγήθηκα, ὅπως εἶπα, ἀλλοῦ. Ἐκεῖνο ποὺ μοῦ θυμίζουν ζωηρότερα τώρα οἱ εὐλαβητικὲς γιορτὲς τῆς Σκιάθου, εἶναι ἡ ἀνησυχία του τὴ στιγμὴ ποὺ τὸν ἀποτράβηξα ὡς τὴν προσήλια γωνίτσα τοῦ μικροῦ καφενείου, γιὰ νὰ ποζάρῃ μπροστὰ στὸν φακό μου. Νὰ «ποζάρῃ» εἶναι ἕνας λεκτικὸς τρόπος. Εἶχε πάρει μόνος του τὴ φυσική του στάση ἀπάνω σὲ μιὰ πρόστυχη καρέκλα, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος, μὲ τὸ κεφάλι σκυφτό, μὲ τὰ μάτια χαμηλωμένα, στάση βυζαντινοῦ ἁγίου, σὰν ξεσηκωμένη ἀπὸ κάποιο καπνισμένο παλιὸ τέμπλο ἐρημοκλησιοῦ τοῦ νησιοῦ του. Αὐτὴ δὲν ἦταν στάση γιὰ μία πεζὴ φωτογραφία. Ἦταν μία καλλιτεχνικὴ σύνθεση, καὶ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἕνα ἔργο τοῦ Πανσελήνου ἢ τοῦ Θεοτοκοπούλου. Ἀμφιβάλλω ἂν φωτογραφικὸς φακὸς ἔλαβε ποτὲ μιὰ τέτοια εὐτυχία.
Ἀλλὰ ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν βιαστικὸς νὰ τελειώνουμε. Γιατί; Μοῦ τὸ ψιθύρισε, ἀνήσυχα στὸ αὐτί, καὶ ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τὸν εἶχα ἀκούσει – οὔτε φαντάζομαι πῶς θὰ τὸν ἄκουσε ποτὲ κανένας ἄλλος – νὰ μιλεῖ γαλλικά:
- Nous excitons la curiosité du public.
Ἀκούσατε; Ἐρεθίζαμε τὴν περιέργειά του …Κοινοῦ! Ποιοῦ Κοινοῦ; Δὲν ἦταν ἐκεῖ κοντά μας παρὰ ἕνα κοιμισμένο γκαρσόνι τοῦ καφενείου, ἕνας γεροντάκος ποὺ λιαζότανε στὴν ἄλλη γωνία τοῦ μαγαζιοῦ, καὶ δυὸ λουστράκια ποὺ παίζανε παράμερα. Αὐτὸ ἦταν τὸ Κοινό, ποὺ ἀνησυχοῦσε τὸν Παπαδιαμάντη ἡ «περιέργειά» του. Κι᾿ αὐτὴ ἦταν ἡ διαπόμπευσή του, ποὺ βιαζότανε νὰ τῆς δώσῃ ἕνα τέλος, – Ἡ φιλία ἐνίκησε τὸ ζορμπαλίκι… μοῦ εἶπε – ἀντιγράφω τὰ ἴδια του τὰ λόγια – στὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου του.
Μήπως δὲν ἦταν, στ᾿ ἀλήθεια, μιὰ πραγματικὴ θυσία ποῦ εἶχε κάνει στὴ φιλία μου; Μιὰ θυσία τῆς ἁγιότητάς του στὴν εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων.
Καὶ συλλογίζομαι τώρα τὶς ἑκατοντάδες τῶν Γάλλων προσκυνητῶν τῆς ἑταιρείας Μπυντέ, καὶ τῶν δικῶν μας τοῦ «Ὁδοιπορικοῦ Συνδέσμου», ποὺ πέρασαν τὸ κατώφλι τοῦ ταπεινοῦ του ἐρημητηρίου, ὅπου πλανᾶται τώρα ἡ σκιά του στὰ γνώριμα καὶ ἀγαπητά της κατατόπια τῆς ζωῆς του καὶ τῆς ἐργασίας του. Συλλογίζομαι τὴν παράταξη τῶν ναυτικῶν ἀγημάτων, ποὺ παρουσίασαν ὅπλα μπροστὰ στὸ μνημεῖο του. Συλλογίζομαι τὶς στολές, τὰ ξίφη, τὶς χρυσὲς ἐπωμίδες ποὺ ἔλαμπαν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο τοῦ νησιοῦ του, γιὰ τὴ δόξα του. Συλλογίζομαι τοὺς λόγους τῶν ἐπισήμων, τοὺς ἐθνικοὺς ὕμνους, τὰ στεφάνια τῆς δάφνης, τὶς πανηγυρικὲς κωδωνοκρουσίες, ποὺ ἔπλεξαν μὲ ἤχους καὶ χρώματα τὸ ἐγκώμιό του.
Συλλογίζομαι ὅλα αὐτὸ τὸ δοξαστικὸ πανηγύρι, καὶ ἡ σκέψη μου πετάει στὸ «Κοινὸν» τοῦ ἐρημικοῦ καφενείου τῆς Δεξαμενῆς – ἕνα γκαρσόνι, ἕνας γεροντάκος, δυὸ λουστράκια – ποὺ ἀνησυχοῦσε, τὴ μακρυνὴ ἐκείνη μέρα ὁ μακαρίτης μήπως «ἐρεθίσῃ τὴν περιέργειά των». Τί ἀνησυχία θὰ εἶχε νοιώσει τώρα, στὰ βάθη τοῦ ταπεινοῦ τάφου ὅπου «ἀναπαύεται ἐν Χριστῷ» ὁ χριστιανὸς ποιητὴς τῶν ταπεινῶν, ἀπὸ τὸ δοξαστικὸ αὐτὸ θόρυβο; Καὶ πόσο θὰ βιαζότανε πάλι νὰ τελειώσῃ; Ἂν σάλεψαν, ἀπὸ μυστικὲς αὖρες, αὐτὴ τὴ στιγμή, τὰ κυπαρίσσια τοῦ τάφου του, ἕνας στεναγμὸς θὰ βγῆκε ἀπὸ τὸ θρόϊσμά τους. Ἕνας ἦχος, ποὺ θὰ ξαναψιθύριζε τὰ παλιά του ἐκεῖνα ἀνήσυχα καὶ τόσο συμπαθητικὰ λόγια, σὲ μιὰ γλῶσσα ποὺ τὴν ἐννοοῦσαν τώρα, γιατὶ ἦταν δική τους, οἱ εὐλαβητικοὶ προσκυνητές του τῆς γαλλικῆς γῆς:
- Nous excitons la curiosité du public.

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

ΠΙΣΩ ΕΧΕΙ Η ΑΧΛΑΔΑ ΤΗΝ ΟΥΡΑ



Τα πρώτα ιστιοφόρα μεταγωγικά στο Βυζάντιο ονομάζονταν αχλάδες, ήταν ξύλινα και είχαν σχήμα αχλαδιού. Τα καράβια αυτά έσερναν συνήθως ένα μικρό πλοιάριο από πίσω στο οποίο είχαν οπλισμό, τρόφιμα και τα υπόλοιπα πολεμικά σύνεργα. Έτσι όταν τέτοια ιστιοφόρα προσέγγιζαν σε νησιά, οι κάτοικοι έβγαιναν στις κορυφές των νησιών για να δουν αν έσερναν πλοιάριο, δηλαδή έρχονταν για μάχη. Όταν έβλεπαν κάτι τέτοιο, έτρεχαν αλαφιασμένοι φωνάζοντας «πίσω έχει η αχλάδα την ουρά», για να οργανώσουν την άμυνα του νησιού τους. Έτσι η φράση μας έμεινε ως τα τώρα.



Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

Η νεκρόπολη των Κικώνων στην Κίρκη του Έβρου

 


Κόγχες προσφορών

Σε ορισμένους βράχους λαξεύτηκαν ευρύχωρες ταφικές κόγχες, που μερικές φορές μοιάζουν με μικρό δωμάτιο και πιθανόν να κατασκευάστηκαν για  περισσότερους του ενός νεκρούς.Επίσης, στη δυτική πλευρά της νεκρόπολης παρατηρείται συστάδα ταφικών κογχών που έχουν διαφορετικά μεγέθη και πιθανόν να αποτελούσαν τόπο ταφής διαφορετικών μελών της ίδιας οικογένειας.Ακόμη, βρέθηκαν μικρότερες ταφικές κόγχες λαξευμένες στο βράχο οι οποίες ήταν προορισμένες για παιδιά, πληθώρα λαξευμένων κοιλοτήτων που χρησίμευαν ως χώροι προσφορών (επρόκειτο για χυλό δημητριακών, γάλα, μέλι, κρασί κ.ά.) ή και προσφοράς νερού, καθώς και δύο μεγάλες λαξευμένες λεκάνες που προορίζονταν πιθανότατα για θυσίες ή για υδρομαντική χρήση.Στα δύσβατα σημεία των βράχων λαξεύτηκαν κοιλότητες, για να διευκολύνουν την ανάβαση.

Η δίψα του νεκρού



Βασίλης Κάργας

Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του Ιστορικού Αρχαιολόγου ΣΤΑΥΡΟΥ Δ. ΚΙΟΤΣΕΚΟΓΛΟΥ«Μια υδατόβρεχτη κικονική νεκρόπολη στη γη του Ορφέα» (εκδόσεις Μαίανδρος)
Αναδημοσίευση από: http://gr.altermedia.info/http://strangehellas.blogspot.com/2010/06/blog-post_6265.html
Οι τάφοι είναι χωρισμένοι σε τρία μέρη από δύο ρυάκια, με κατεύθυνση Βορράς – Νότος, που “τροφοδοτούνται” με το νερό των πηγών που ρέει από το όρος Πανηγύρι, διασχίζουν τη βραχώδη έκταση και χύνονται σε κοντινό χείμαρρο.Ολοι οι τάφοι έχουν προσανατολισμό πάντα προς την κοίτη ενός ρυακιού, ενώ στην κορυφή τους υπήρχαν λαξευμένες κοιλότητες για την προσφορά νερού προς την ψυχή του νεκρού.“Η παρουσία του νερού στην κικονική νεκρόπολη είχε σκοπό να ικανοποιήσει τη δίψα της ψυχής του νεκρού, σύμφωνα με την ορφική αντίληψη ότι η ψυχή του νεκρού διψά, κάτι που βασανίζει ακόμα και σήμερα τις νεότερες λαϊκές δοξασίες”, εξηγεί ο κ. Κιοτσέκογλου.“Μέσα στους τάφους δε βρέθηκαν οστά, όστρακα κεραμικής ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, δεδομένου ότι παραμένοντας ανοιχτοί, συλήθηκαν κατά την αρχαιότητα ή λεηλατήθηκαν από τα ζώα.
Ετσι, δεν έχουμε μια ασφαλή χρονολόγηση. Με βάση όμως τη βιβλιογραφία και τους ανάλογους αυτού του τύπου τάφους που βρέθη καν σε περιοχές στη Βουλγαρία, μπορούμε να τους εντάξουμε με κάθε επιφύλαξη μεταξύ του 11ου και του 6ου αιώνα π.Χ., χωρίς να αποκλείεται η συνέχιση του ταφικού αυτού εθίμου και αργότερα.
Ανάλογη χρονολόγηση δίνεται και από παρόμοιους τάφους που έχουν βρεθεί στη Φρυγία, πόλη του Μίδα”, είπε ο ιστορικός – αρχαιολόγος Σταύρος Κιοτσέκογλου, μέλος ΕΤΕΠ του Τμήματος Ιστορίας – Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.
Ο κ. Κιοτσέκογλου εντόπισε την αρχαία νεκρόπολη και πρόσφατα, μάλιστα, εξέδωσε σχετικό βιβλίο με τίτλο “Μια υδατόβρεκτη κικονική νεκρόπολη στη γη του Ορφέα” (εκδόσεις “Μαίανδρος).


Αυτήν την περίοδο, εξηγεί ο κ. Κιοτσέκογλου, που συμπίπτει με την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου στη Θράκη, θα πρέπει να λαξεύτηκαν οι βράχοι με τη χρησιμοποίηση σιδερένιων εργαλείων, αφού η λάξευση φτάνει βαθιά μέχρι τον πυρήνα τους.


“Η εύρεση αυτών των τάφων αλλάζει τα δεδομένα για την περιοχή, αφού μέχρι τώρα γνωρίζαμε τους κιβωτιάσχημους τάφους που είχαν βρεθεί σε αποικίες, όπως στη Ζώνη – Μεσημβρία και στη Μαρώνεια.
Ανάλογοι τάφοι έχουν βρεθεί και στη Βουλγαρία, όμως η συνύπαρξη τάφου και νερού, όπως σ’ αυτήν την υδατόβρεκτη νεκρόπολη των Κικόνων, δεν έχει εντοπιστεί σε άλλη περιοχή”, καταλήγει ο κ. Κιοτσέκογλου.
Γόνιμο έδαφος για ερευνητές
Ξεχωριστή σημασία για την έρευνα της θρησκείας των Θρακών αποκτά η αποκάλυψη της Θρακικής νεκρόπολης της φυλής των Κικόνων, στην Κίρκη του Εβρου, από τον ιστορικό – αρχαιολόγο Σταύρο Κιοτσέκογλου.
Οι λαξευτοί τάφοι του προϊστορικού νεκροταφείου και ιδιαίτερα ο εντυπωσιακός τάφος – κόγχη με την ανθρωπόμορφη όψη περιμένουν τους σύγχρονους ερευνητές να φωτίσουν τη ζωή, τα ήθη, τα έθιμα και τις ταφικές τελετουργίες των Κικόνων, ενός αρχαιότατου Θρακικού φύλου.
Η Πολιτεία χρειάζεται να δείξει κι εδώ το ενδιαφέρον της, όπως το έκανε έμπρακτα σε άλλες περιοχές της Θράκης με αρχαιολογικές αποκαλύψεις – πιο πρόσφατο παράδειγμα, ο ταφικός τύμβος στη Μικρή Δοξιπάρα με τις πέντε άμαξες των ρωμαϊκών χρόνων.
Ενας ήρωας στα «σπλάχνα» της μητέρας θεάς
Το σημαντικότερο εύρημα είναι η λαξευμένη ταφική κόγχη με ανθρωπόμορφη όψη. Στην κορυφή υπάρχει μικρή κοιλότητα και μια δεύτερη στο μέσον, μεταξύ των δύο κογχών.
Ο τάφος δεν περιείχε έναν απλό νεκρό, αλλά ήταν χώρος ταφής κάποιας σημαντικής προσωπικότητας, πιθανότατα ενός νεκρού Θράκα “ήρωα” της φυλής των Κικόνων.
Σε απόσταση τριών μέτρων από τον τάφο ρέει το νερό ενός ρυακιού, ενώ πάνω από τον τάφο και σε απόσταση 15 μέτρων υπάρχει μια “λιθοτράπεζα”, ένας βράχος λαξευμένος σε σχήμα τραπεζιού που χρησίμευε για κάποια τελετουργία.
Μετά θάνατον ζωή
“Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χαρακτηριστική παράσταση του τάφου – κόγχη παραπέμπει στη χθόνια θεότητα του βράχου, τη Μητέρα θεά, που στα σπλάχνα της τοποθετείται ο νεκρός ήρωας.
Η ευρύτητα της θρησκευτικής συνήθειας να λαξεύονται κόγχες, τρύπες ή κοιλότητες στους βράχους – κοινή σε όλους τους λαούς, όπως και στους Κίκονες της Θράκης – βρίσκει την εξήγησή της στην πρωτόγονη ευλάβεια προς τη θεότητα της φύσης και ιδιαίτερα στη Μητέρα θεά.
Η πίστη στην τελευταία μπορούσε να ανακουφίσει το τραυματικό γεγονός του θανάτου και να εξασφαλίσει τη ζωή μετά το θάνατο”, εξηγεί ο κ. Κιοτσέκογλου.
Πάνω σε επίπεδο βράχο βρέθηκε χαραγμένη παράσταση του ήλιου, που μαζί με το νερό έχουν πρωτεύοντα ρόλο στην κικονική νεκρόπολη κι αποτελούν τα βασικά συστατικά των μυστηριακών Ορφικών τελετών.

Νεκρόπολη της αρχαίας θρακικής φυλής των Κικόνων, που χρονολογείται από τον 11ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ., εντοπίστηκε βορειοανατολικά του χωριού Κίρκη, σε μια βραχώδη πλαγιά του όρους Πανηγύρι, σε απόσταση 26 χλμ. από την Αλεξανδρούπολη.Στην ανατολική και δυτική πλευρά των βράχων έχουν λαξευτεί 20 τάφοι – κόγχες, καθώς και κοιλότητες πάνω και γύρω από τους τάφους, που χρησίμευον για τοποθέτηση προσφορών προς τους νεκρούς. Ιδιαίτερα εντυπωσιακός είναι ένας τάφος – κόγχη με ανθρωπόμορφη λάξευση, που βρίσκεται αρκετά μακριά από τους υπόλοιπους τάφους της νεκρόπολης.

Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

Η Θράκη κατά την Ελληνορωμαϊκή εποχή



Το 330 μ.Χ. αποτελεί συμβατικά την έναρξη της λεγόμενης βυζαντινής περιόδου, κατά την οποία το ρωμαϊκό κράτος θα συνεχίσει τη μακραίωνη πορεία του, έχοντας πλέον ως βασικές του κινητήριες δυνάμεις τον Ελληνισμό και τον Χριστιανισμό. Το έτος αυτό ιδρύεται η Κωνσταντινούπολη και παίρνει τη θέση της Ρώμης ως η νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, γεγονός που πέραν της ευρύτερης σημασίας του, αναβαθμίζει αυτόματα, όπως είναι ευνόητο, και τη σημασία της Θράκης. Από τότε και για δέκα περίπου αιώνες, η Θράκη θα αποτελεί την καρδιά του κράτους και θα βρίσκεται ταυτόχρονα υπό την άμεση ακτινοβολία της λαμπρής του πρωτεύουσας, πράγμα που ασφαλώς θα την ωφελήσει από κάθε άποψη. Η θέση της όμως ως αμυντικής ασπίδας της Κωνσταντινούπολης είναι αλήθεια πως θα της προκαλέσει από την άλλη και αρκετά προβλήματα, αφού θα γνωρίσει στο πέρασμα των αιώνων και πολλές καταστροφές από τις επιδρομές των Ούννων, των Γότθων, των Αβάρων, των Βουλγάρων και άλλων βαρβαρικών λαών.
Η τεράστια αμυντική σημασία της Θράκης για το μέλλον της ίδιας της Κωνσταντινούπολης θα επισύρει πολύ σύντομα το ενδιαφέρον των βυζαντινών αυτοκρατόρων, που θα φροντίσουν να τη θωρακίσουν όσο μπορούν. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Ιουστινιανού, ο οποίος τον 6ο αι. έχτισε αρκετά καινούργια κάστρα σε νευραλγικά σημεία, αλλά οχύρωσε και πολλές από τις παλαιότερες πόλεις, όπως για παράδειγμα την Τραϊανούπολη, κοντά στις σημερινές Φέρρες.
Κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο, όλη η Θράκη νοτίως του Αίμου υπαγόταν διοικητικά στη «Διοίκηση Θράκης». Αποτελούσε ξέχωρη διοικητική περιφέρεια, μια από τις dioceses Praefecti – Praetorio Orientis, που δημιουργήθηκαν στην εποχή του Αρκαδίου (395 – 408) με σκοπό την πληρέστερη στρατιωτική και διοικητική οργάνωση του Ανατολικού τμήματος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και εμφανίζεται ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη. 49 πόλεις και 199 φρούρια αναφέρονται στην περιοχή της ευρύτερης περιοχής της Θράκης για την περίοδο από τον 4ο ως τον 6ο αι. μ.Χ. Η  «Διοίκηση Θράκης» ανήκε σε μια πολύ μεγαλύτερη διοικητική περιφέρεια, την Praefectura praetorio per Orientem, δηλ. την «Επαρχότητα της Ανατολής», που περιλάμβανε ακόμη όλες τις ασιατικές κτήσεις της Αυτοκρατορίας ως την Αίγυπτο. Αλλά και η «Διοίκηση Θράκης» είχε τις υποδιαιρέσεις της, όπως π.χ. την επαρχία Ροδόπης που περιλάμβανε τη σημερινή ελληνική Θράκη.
Το δυσκίνητο αυτό διοικητικό σύστημα καταργείται μετά τον 6ο αι. με τη σταδιακή εμφάνιση του θεσμού των θεμάτων, οι διοικητές των οποίων μάλιστα είχαν στα χέρια τους τόσο την πολιτική, όσο και τη στρατιωτική εξουσία.
Το θέμα Θράκης ιδρύεται περί το 680 και περιλαμβάνει αρχικά όλες τις ανατολικά του Στρυμόνα ευρωπαϊκές κτήσεις. Στα τέλη όμως του 8ου αι. η βυζαντινή συνήθεια του κατακερματισμού των παλαιών μεγάλων θεμάτων σε μικρότερα, οδηγεί στη διάσπαση και του εν λόγω θέματος στα επιμέρους θέματα Θράκης και Μακεδονίας. Στους μεσοβυζαντινούς χρόνους διαμοιράστηκε σε δύο στρατιωτικές μονάδες (Θέματα), στο θέμα της Θράκης, που περιελάμβανε μικρό τμήμα της Θράκης γύρω από την Κωνσταντινούπολη και στο θέμα της Μακεδονίας, που περιελάμβανε τη Μακεδονία και το μεγαλύτερο μέρος της Θράκης.Συγκεκριμένα, το θέμα της Θράκης περιορίζεται στις βορειοανατολικά του Έβρου περιοχές, ενώ όλη η σημερινή Δυτική Θράκη αλλά και μεγάλο τμήμα της Ανατολικής υπάγονται πλέον στο θέμα Μακεδονίας, που έχει ως πρωτεύουσά του την Αδριανούπολη. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει συν τοις άλλοις και την ονομασία της ενδοξότερης βυζαντινής δυναστείας, της Μακεδονικής, παρότι βέβαια ο ιδρυτής της ο Βασίλειος Α΄ δεν είχε την παραμικρή σχέση με την πραγματική Μακεδονία, αλλά καταγόταν από την περιοχή της Αδριανούπολης. Μετά τη δημιουργία μάλιστα και του θέματος Στρυμόνα στα τέλη του 9ου αι., θα παρατηρηθεί το ακόμη πιο αξιοπερίεργο φαινόμενο το θέμα Μακεδονίας να μην περιλαμβάνει πλέον έκτοτε καμία από τις δυτικά του Νέστου περιοχές.
Τον 13ο αι. μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους και την καταστροφή των Θρακικών μεσοβυζαντινών πόλεων από τις επιδρομές του Βούλγαρου ηγεμόνα Ιωαννίτση αναπτύσσονται μικρότερα κέντρα σε επίκαιρες θέσεις. Το Διδυμότειχο, μια από τις πόλεις που επανίδρυσε στα 751 στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και στην Θράκη ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ (741 – 775), εξελίχθηκε σε σημαντικό οχυρό κέντρο της βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά τους τελευταίους αιώνες της ζωής του.
 Οι δυναστικές έριδες του 14ου αι. που συγκλόνισαν το Βυζάντιο και υπέσκαψαν το κύρος του είχαν άμεσο αντίκτυπο και στην Θράκη, πεδίο μαχών των αντιμαχόμενων δυνάμεων, προετοιμάζοντας το έδαφος για την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς. Η κατάκτηση της Τζύμης το 1352 και της Καλλίπολης το 1354 εδραίωσε την παρουσία του νέου κατακτητή στην περιοχή της Θράκης και έκανε τον κίνδυνο της τουρκικής κατάκτησης πιο απειλητικό. Με την μάχη του Έβρου (Μαρίτσας) το 1371 στην οποία νικήθηκαν οι Χριστιανοί ηγέτες των Βαλκανίων σφραγίστηκε η κατάκτηση της Θράκης η οποία ολοκληρώθηκε το 1375 ανοίγοντας έτσι νέα σελίδα στην ιστορία της.
Έτσι ξεκίνησε η περίοδος της Τουρκοκρατίας, που ήταν για τη Θράκη πολύ πιο οδυνηρή και δυσβάστακτη, παρά για οποιαδήποτε άλλη ελληνική περιοχή. Αυτή τη φορά η κοντινή της απόσταση από την Κωνσταντινούπολη δεν αποτελούσε ευτύχημα, αλλά δυστύχημα, το οποίο η Θράκη πλήρωσε με βαρύ φόρο αίματος. Οι Οθωμανοί προέβησαν εξαρχής σε ένα οργανωμένο πρόγραμμα εκτουρκισμού της περιοχής, τόσο με διωγμούς και βίαιους εξισλαμισμούς των χριστιανικών πληθυσμών, όσο και με τη μεταφορά τουρκικών πληθυσμών από τα βάθη της Ανατολίας, που διαμόρφωσαν εντελώς νέα δημογραφικά δεδομένα. Μεταξύ των πληθυσμών που εξισλαμίστηκαν ήταν και οι Πομάκοι, γεγονός που συνέβη μέσα στον 17ο αι. Η περιοχή βέβαια παρά τις δυσχερείς συνθήκες για τους ραγιάδες ξεκίνησε ένα νέο κύκλο της ζωής, στον οποίο κυριαρχούσε η αγροτική οικονομία και το τοπικό εμπόριο, ενώ παρατηρήθηκε και το φαινόμενο της παρακμής των παλαιών πόλεων και της ανάπτυξης νέων, όπως οι Φέρρες, οι Σάπες, η Γενησέα και κυρίως βέβαια η Κομοτηνή. Η κατάσταση αυτή θα διαρκέσει πεντέμισι ολόκληρους αιώνες, ως τις αρχές του 20ού, οπότε η Δυτική Θράκη μετά από ένα σύντομο διάστημα βουλγαρικής κατοχής, θα ενσωματωθεί το 1920 στο ελεύθερο ελληνικό κράτος.

BΑΚΑΛΟΥΔΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Δρ. Ιστορικός - Βυζαντινολόγος, Φιλόλογος






Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Ο ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ

Φιλόσοφος, φυσικός, πανεπιστήμονας, ο θεμελιωτής της ατομικής φυσικής.

                                                                               
                                                                Η ΖΩΗ ΤΟΥ
                                                                                      
Γεννηθηκε το 460πχ. Η πατρίδα του, τα ’βδηρα Θράκης,  ήταν ξακουσμένη για τον πλούτο και το υψηλό πνευματικό της επίπεδο. Ο πατέρας του Ηγησίστρατος ή Αθηνόκριτος, καθώς ήταν πλουσιότατος, ξόδεψε πολλά για τη μόρφωσή του. Ήταν μαθητής του Λεύκιππου και ο Αριστοτέλης τους αναφέρει μαζί ως ιδρυτές της ατομικιστικής σχολής. Αργότερα, όταν ο μαθητής ξεπέρασε το δάσκαλο, αναφέρεται ως μόνος αντιπρόσωπός της. Πολυταξιδεμένος στην Αίγυπτο, Βαβυλωνία, Περσία, Ινδία (ίσως), στην Αθήνα, καταξόδεψε τη μεγάλη του περιουσία και γύρισε στην πατρίδα του φτωχός, αλλά ευχαριστημένος για όσα είδε και έμαθε. Θεωρώντας τον άσωτο οι πατριώτες του τον περιφρόνησαν στην αρχή, αλλά όταν γνώρισαν τη σοφία του, τον εκτίμησαν και τον αγάπησαν. Πέθανε σε βαθιά γηρατειά και θάφτηκε στα αβδηρα με μεγάλες τιμές. Η σχολή του έζησε πολλά χρόνια ύστερα από το θάνατό του, το 370πχ.. Στην αρχή τίποτα δεν άλλαξε από τα βασικά σημεία της διδασκαλίας του. Οι τελευταίοι της όμως αντιπρόσωποι στρέφονται προς τη σκεπτική και επικουρική σχολή.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Ο Δημόκριτος ήταν μυαλό καθολικό (αυτό φαίνεται από το σύνολο των συγγραμμάτων του, που δυστυχώς μόνο αποσπάσματά τους έχουμε). Στη φιλοσοφία έκλεισε όλες τις γνώσεις της εποχής του. Από την άποψη της πανεπιστημοσύνης μόνο με τον Αριστοτέλη μπορεί να συγκριθεί. Ένας εκδότης στη Ρώμη (Θράσυλλος, αστρολόγος του Τιβέριου) χωρίζει το έργο του σε πέντε ομάδες (πένταθλος): ηθική, φυσική, μαθηματικά, μουσική, τέχνη. Καθεμιά από αυτές είχε τρεις τετραλογίες, δηλαδή συνολικά 60 έργα (3 x 4 = 12 η κάθε ομάδα x 5 = 60 όλα τα έργα). Οι τίτλοι των έργων είναι πολύ χαρακτηριστικοί για το Δημόκριτο και την εποχή που τα έγραψε: Μέγας και μικρός διάκοσμος, Κοσμογραφία, Περί των Πλανητών, Περί του νου ή περί ψυχής, Περί χυμών, Περί χρωμάτων, Περί αεροστατικής, Περί ακουστικής, Περί θερμότητος, Περί πολογραφίας (πόλοι Γης και Ουρανού), Περί ρυθμού και αρμονίας ήχου, Περί διαίτης ή διαιτητικός, Περί γεωργίας ή γεωργικόν, Περί ζωγραφίης, είναι μερικά απ αυτά.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ
Το κύριο μεταφυσικό του έργο ήταν ο Μικρός διάκοσμος, (ο "Μέγας Διάκοσμος", του δασκάλου του Λεύκιππου συγχωνεύτηκε σ' αυτόν). Πιστεύει, όπως και ο Παρμενίδης (540 - 470 π.Χ.), πως απόλυτη γένεση και φθορά είναι κάτι το αδύνατο. Επειδή δεν ήθελε να αρνηθεί την πολλαπλότητα των όντων, τη γένεση και τη φθορά των σύνθετων όντων και επειδή αυτά δεν μπορούν να νοηθούν χωρίς το μη ον, γι' αυτό υποστήριξε πως το μη ον υπάρχει, όπως και το ον. Παραδέχεται λοιπόν για βασικά συστατικά των όντων το πλήρες και το κενό (ον και μη ον).
Η ανάγκη είναι στοιχείο απαραίτητο για την πρόοδο της ανθρώπινης ζωής. Αυτή οδηγεί τον άνθρωπο να ενωθεί με τους όμοιούς του, για να ανταπεξέρχεται καλύτερα στις ανάγκες της ζωής. Ο Δημόκριτος θαυμάζει το ανθρώπινο σώμα. Πολύ περισσότερο τιμά την ψυχή και την πνευματική ζωή. Την ψυχή τη δέχεται ως κάτι το σωματικό. Αποτελείται και αυτή από ψιλά, λεία, στρογγυλά άτομα, που μετά το θάνατο σκορπούν. Η νόηση δημιουργείται με την αλλοίωση της ψυχικής ύλης.
Στην ηθική πιστεύει πως ο άνθρωπος μπορεί να πράξει κάτι, εφόσον αυτό δεν τον κάνει να ντρέπεται τον εαυτό του. Από το έργο του "Περί ευθυμίης" έβγαλαν αργότερα πολλά ηθικά αποφθέγματα. Τέτοια είναι : "Το νικάν αυτός εαυτόν πασών των νικών πρώτη τε και αρίστη". Ο σοφός άνθρωπος μπορεί να ζήσει οπουδήποτε ("ανδρί σοφώ πάσα γη βατή, ψυχής γαρ αγαθής πατρίς ο ξύμπας κόσμος"), αλλά η καλή πολιτεία είναι παράγοντας ευδαιμονίας των πολιτών. Ιδανικό πολίτευμα για το Δημόκριτο είναι η δημοκρατία, όπου ο φιλόσοφος προτιμά να ζει φτωχός και ελεύθερος, παρά πλούσιος και περιορισμένος. Οι νόμοι είναι ευεργέτες των ανθρώπων.
ΑΤΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Για να μπορέσει ο Δημόκριτος να εξηγήσει με το "πλήρες" και το "κενό" τα φαινόμενα, φανταζόταν το πλήρες χωρισμένο σε αναρίθμητα, μη αντιληπτά από τη μικρότητά τους, σωματίδια, που χωρίζονται το ένα με το άλλο με κενό. Αυτά τα ίδια δεν μπορούν πια να χωριστούν, είναι άκοφτα, "άτομα" (δεν τέμνονται) και "ναστά" (πυκνά), δεν έχουν κενό μέσα τους. Τα άτομα έχουν τις ίδιες ιδιότητες με το ον του Παρμενίδη. Είναι άφθαρτα, αγέννητα, αναλλοίωτα, ομοιόμορφα, άπειρα τον αριθμό, χωρίς ποιοτική διαφορά. Διαφέρουν μόνο στην τάξη και το μέγεθος. Κινούνται και συμπλέκονται μεταξύ τους και σχηματίζουν τα διάφορα όντα, που γνωρίζουμε.
Επειδή όλα τα άτομα είναι καμωμένα με την ίδια ύλη, πρέπει το βάρος τους να είναι ακριβώς ανάλογο με το μέγεθός τους. Αν, παρόλα αυτά, σύνθετα σώματα με το ίδιο μέγεθος έχουν διαφορετικό βάρος, αυτό σημαίνει πως στο ένα σώμα υπάρχουν περισσότερα άδεια διάμεσα, παρά στο άλλο. Κάθε γένεση σύνθετου είναι ένωση χωρισμένων ατόμων, κάθε φθορά χωρισμός ενωμένων. Κάθε αλλαγή πρέπει να αποδοθεί σε αλλαγή στη θέση είτε στη σειρά των ατόμων. Όλες οι ιδιότητες των όντων στηρίζονται στο σχήμα, στο μέγεθος, στη θέση και στην τάξη των ατόμων τους. Ωστόσο υπάρχει μεταξύ τους μια διαφορά ουσιαστική: Μερικές ιδιότητες (βαρύτητα, πυκνότητα, σκληρότητα) ανήκουν στα σώματα καθαυτό. ’λλες, οι λεγόμενες αισθητηριακές (αυτές που βάζουμε εμείς στα πράγματα), φανερώνουν τον τρόπο με τον οποίο ενεργούν αυτά πάνω στο αισθανόμενο αντικείμενο.
Η κίνηση δεν είναι μια δύναμη έξω από την ύλη, όπως πίστευε ο Εμπεδοκλής (η αγάπη, το μίσος) ή ο Αναξαγόρας (ο νους), αλλά μέσα στην ύλη, που βρίσκεται πάντα σε μια στροβιλιστική κίνηση (δίνος). Η κίνηση δεν έχει αρχή, το πλήθος των ατόμων και ο άδειος χώρος δεν έχουν όρια, γι' αυτό και υπάρχουν αναρίθμητοι κόσμοι, που βρίσκονται σε ποικιλότατες καταστάσεις και έχουν διαφορότατα σχήματα.

Κάρολος ΧΙΙ: ΕΝΑΣ ΣΟΥΗΔΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ …«ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΣ» ΣΤΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ!!!

Τον κατέγραψε η Ιστορία σαν βασιλιά- πολεμιστή. Ανδρώθηκε μαχόμενος. Δοξάστηκε αγωνιζόμενος. Δοκίμασε την ήττα στο πεδίο της μάχης και τελικά πέθανε όπως έζησε, πολεμώντας στην πρώτη γραμμή! Πρόκειται για τον Κάρολο τον ΧΙΙ, βασιλιά της Σουηδίας, που η σκληρή μοίρα του στέρησε τη ζωή στα 36 του χρόνια. Είναι ο βασιλιάς, που από τις κρύες και χιονισμένες πεδιάδες της Σκανδιναβίας, βρέθηκε να είναι περιορισμένος στο Διδυμότειχο, επί 11 μήνες, από τους Οθωμανούς.





Ο Κάρολος XII, ήταν ο μοναδικός επιζών γιος του βασιλιά Κάρολου ΧΙ και της βασίλισσας Ούλρικα Ελεονόρα (Δανικής καταγωγής). Γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1682.
Όταν πέθανε ο πατέρας του το 1697 από καρκίνο του στομάχου, ο Κάρολος είχε ηλικία μόλις 14 ετών. Λόγω του νεαρού της ηλικίας του δεν χρίστηκε αμέσως βασιλιάς, αλλά σχηματίσθηκε προσωρινό συμβούλιο επιτροπείας, για να κυβερνηθεί η Σουηδία. Ένα χρόνο αργότερα όταν ο Κάρολος έγινε 15 ετών ανακηρύχθηκε βασιλιάς, ως Κάρολος ΧΙΙ, σε μια εποχή μάλιστα, που η Σουηδία χαρακτηρίζονταν το πιο ισχυρό βασίλειο της Ευρώπης. Περιλάμβανε εκτός της Σουηδίας, τη Φινλανδία, τα Βαλτικά κράτη, ένα μέρος της Ρωσίας τη γνωστή Καρελία, ένα μέρος της Νορβηγίας και την περιοχή Κούρλαντ της Βόρειας Γερμανίας.
Τολμηρός από παιδί, και πιστεύοντας στη σημειολογία των κινήσεων και των ενεργειών του, στην τελετή της ενθρόνισής του, πήρε μόνος το στέμμα και το έβαλε στην κεφαλή του, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να δείξει, ότι είναι απόλυτος μονάρχης και μοναδικός κυρίαρχος.
Ο Κάρολος πολύ γρήγορα έδειξε ότι είναι ικανός να κυβερνήσει τη χώρα του. Ουσιαστικά συνέχισε τις προσπάθειες του πατέρα του να αποκτήσει ισχύ η μοναρχία. Σαν γιος πολεμιστή βασιλιά, εκπαιδεύτηκε να είναι καλός ιππέας και να γνωρίζει τακτική και στρατηγική. Στα σχολεία που φοιτούσε τον χαρακτήριζαν στρατηγική ιδιοφυΐα. Αργότερα, ένα από τα στρατηγήματά του, ήταν να χρησιμοποιεί μικρές ευκίνητες μονάδες για να πλήττουν αιφνιδιαστικά τον εχθρό και να προωθεί αμέσως μετά την κύρια δύναμή του για να διαλύει τον αιφνιδιασμένο αντίπαλο.
Το Ιππικό του, όπως και το Πεζικό του ήταν ιδιαίτερα πειθαρχημένα σύνολα. Στις επιθέσεις οι ιππείς, μπορούσαν να ακουμπούν ο ένας το γόνατο του άλλου και να επελαύνουν σαν ένα σώμα, ώστε να μην αφήνουν ενδιάμεσα κενά μέσα από τα οποία ο εχθρός θα μπορούσε να διασπάσει το μέτωπό τους.
Οι πεζοί στρατιώτες του ήταν ειδικά εκπαιδευμένοι στη χρήση της σπάθης, που μπορούσαν να την χρησιμοποιούν με την ίδια ευκολία είτε για σφαγιασμό είτε για απόκρουση των αντιπάλων τους. Οι ξιφολόγχες, ήταν ένα σχετικά νέο όπλο στην εποχή του.
Η φιλοσοφία του πολεμοχαρή βασιλιά, ήταν να βρίσκεται μεταξύ των στρατιωτών του πάντα, ενώ η εμμονή του να βρίσκεται μεταξύ των μονάδων του στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ανέβασε σημαντικά το κύρος του. Ταυτόχρονα του έδινε τη δυνατότητα να έχει άμεση πληροφόρηση για την εξέλιξη κάθε μάχης, γεγονός που τον βοηθούσε να παίρνει γρήγορες και σωστές αποφάσεις. Πολλοί τον παραλληλίζουν με τον Μεγάλο Ναπολέοντα, που και αυτός αργότερα επιχείρησε εκστρατεία εναντίον της Ρωσίας.
Αξιοσημείωτο είναι και το σύστημα διατήρησης της στρατιωτικής του δύναμης. Υποχρέωσε όλες τις επαρχίες του βασιλείου του, περιλαμβανομένης και της Φινλανδίας να συνεισφέρουν με ένα ή περισσότερα συντάγματα, που το κάθε ένα από αυτό έφερε και το όνομα της επαρχίας προέλευσης. Επίσης, υποχρέωσε ανά δέκα γεωργούς να τρέφουν και να πληρώνουν ένα στρατιώτη και να τον εξοπλίζουν και να ενισχύουν την οικογένειά του για να μεγαλώσουν τα παιδιά του. Όταν οι στρατιώτες δεν πολεμούσαν, δούλευαν στα χωράφια των «χορηγών» τους και πληρώνονταν συνήθως σε είδος (δημητριακά, κρέας ή άλλα προϊόντα). Οι αξιωματικοί έπαιρναν γη από το βασιλιά έναντι της αμοιβής τους. Ανάλογα συστήματα στρατολόγησης εφαρμόζονταν και στις παράκτιες περιοχές για να ενισχύεται το Ναυτικό του Κάρολου.
Το εκπληκτικό είναι, ότι αυτή η μέθοδος για διατήρηση και ανάπτυξη στρατεύματος, ήταν σε ισχύ στη Σουηδία έως το 1901 και το επάγγελμα του στρατιώτη ήταν κληρονομητέο από πατέρα σε γιο.

Ο Κάρολος στο Διδυμότειχο
                         
   Tα ερείπια "της φυλακής του Kαρόλου" στο Διδυμότειχο - Λιθογραφία 1829  
C. Sayger και A. Desarnod


 Οι γάλλοι στρατιωτικοί C. Sayger και A. Desarnod, όντας στην υπηρεσία του ρωσικού στρατού, επισκέφτηκαν τη Θράκη κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου των ετών 1828-9.


O βασιλιάς της Σουηδίας Kάρολος 12ος παρέμεινε εξόριστος στο Διδυμότειχο το 1713. H λαϊκή φαντασία έπλασε πολλές ιστορίες για την τύχη και την παραμονή του Kαρόλου στις φυλακές του Kάστρου. Σήμερα ονομάζουν "φυλακή του Kαρόλου" ένα μεγάλο υπόσκαφο πίσω από την εκκλησία του αγίου Aθανασίου.
Ο χώρος, που σήμερα-κατά την προφορική παράδοση των κατοίκων- φέρεται σαν «φυλακή του Καρόλου» στο Διδυμότειχο, είναι μια ιδιότυπη ανήλιαγη και κάθυγρη σπηλιά, σκαμμένη από ανθρώπινο χέρι στον πορώδη βράχο, προς την κορυφή του Κάστρου από την νοτιοδυτική πλευρά. Οι διαστάσεις του είναι περίπου 2Χ2 μέτρα και το ύψος του 1,5 μ.
Στη μνήμη των γερόντων, ο σκοτεινός αυτός χώρος, ήταν γνωστός επί Τουρκοκρατίας με την ονομασία «Ζιντάν» που σήμαινε, φοβερή κατασκότεινη φυλακή, ένα αληθινό κάτεργο. Η λέξη αυτή χρησιμοποιήθηκε για την τεχνητή αυτή σπηλιά, σε αντιδιαστολή με την τουρκική λέξη «χαπισχανέ» που σημαίνει την κανονική φυλακή με κελιά κρατουμένων και εσωτερικές αυλές.
Έχει σχήμα περίπου ορθογώνιο και στο κέντρο της διατηρείται ένα κομμάτι ατόφιου απελέκητου βράχου, που λειτουργεί σαν δοκός στήριξης της οροφής, Το πέτρινο δάπεδο είναι γεμάτο με μεγάλα λαξευτά κοιλώματα, ημισφαιρικού ή κωνικού σχήματος. Στους τοίχους διασώζονται επίσης κάποιες λαξευτές κόγχες, που προφανώς χρησιμοποιούνταν σαν πρόχειρα ράφια και σαν βάση για τοποθέτηση κεριών ή λυχνοστατών. Το μόνο ισχνό φως που μπαίνει μέσα, είναι από την μικρή είσοδο.
Η διάταξη αυτών των τεχνητών κοιλωμάτων υποδεικνύει ότι χρησίμευαν για τον τοποθέτηση μεγάλων πιθαριών, στα οποία αποθηκεύονταν είτε σιτηρά είτε κρασί είτε και νερό ειδικά για τις περιστάσεις πολιορκιών, αν και το Κάστρο του Διδυμοτείχου είχε ειδικές δυνατότητες ύδρευσης από τον παρακείμενο Ερυθροπόταμο. Δεδομένου ότι εν επαφή σχεδόν με την «φυλακή Καρόλου» υπήρχε μοναστικό συγκρότημα ελάχιστα τμήματα της τοιχοποιίας του οποίου διασώζονται και σήμερα, μπορούμε άνετα να εικάσουμε ότι ο υπόγειος αυτός χώρος δεν ήταν παρά μια καλά οργανωμένη μοναστηριακή αποθήκη. Και φυσικά το πιθανότερο όλων ήταν, να είχαν διατεθεί στον Κάρολο και τη συνοδεία του χώροι και κελιά του μοναστηριού αυτού. Άλλωστε η διαμονή του στο Διδυμότειχο, ισοδυναμούσε με μια οιονεί «εικονική» κατ’ οίκον κράτηση.
Κατά τον Βολταίρο ο Κάρολος μετά την «αιχμαλωσία» του στο Μπεντέρ μεταφέρθηκε στο χωριό Ντεμιρτάς της Αδριανούπολης και από εκεί με απόφαση του σουλτάνου και του Μουφτή, αποφασίσθηκε να οδηγηθεί στο Διδυμότειχο ή σε ένα νησί του Αιγαίου. Ο ίδιος προτίμησε το Διδυμότειχο, γιατί επικοινωνούσε άνετα με την Κωνσταντινούπολη αλλά και με τη Σουηδία. Απέφυγε να συγχρωτίζεται με τους παράγοντες της τοπικής οθωμανικής εξουσίας, και παραμένοντας στο χώρο που του είχε διατεθεί, είχε μια μόνο σκέψη. Πώς να στρέψει την Τουρκία εναντίον της Ρωσίας. Επίσης μελετούσε πολύ τον Ρακίνα και τον ποιητή Ντεσπερέ. Αγαπημένη τραγωδία ήταν ο «Μιθριδάτης» ενώ παράλληλα έδειχνε ενδιαφέρον για τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στο Διδυμότειχο τον βρήκαν τα γράμματα της αδελφής του, που τον προειδοποιούσε ότι τα γειτονικά κράτη, λόγω της απουσίας του αρπάζουν εδάφη του βασιλείου του. Έτσι άρχισε να ωριμάζει και η απόφαση για την επιστροφή του, αφού δεν τον βοηθούσε ο σουλτάνος να επιτεθεί στη Ρωσία.
Μητροπολίτης Διδυμοτείχου την εποχή εκείνη (1708-1714) ήταν ο Ιωακείμ.
Ο Κάρολος μεγαλομανής όπως ήταν θέλησε να εντυπωσιάσει τους Οθωμανούς κατά την αποχώρησή του. Έτσι έστειλε ένα επιτελή του, που τον έχρισε πρεσβευτή, στην Κωνσταντινούπολη για να αποχαιρετίσει επίσημα την Υψηλή Πύλη. Τον πλαισίωσε μάλιστα με 80 κατοίκους του Διδυμοτείχου, που τους έντυσε φανταχτερά, σαν πάμπλουτους αυλικούς.
Η ουσία είναι, ότι ο Κάρολος συνέδεσε τη ζωή του με το Διδυμότειχο, όπου παρά την προφορική παράδοση, δεν ήταν φυλακισμένος με την συνήθη έννοια του όρου, αλλά προφανώς περιορισμένος, μέχρι να… τον ξεφορτωθούν οι Τούρκοι για να μην τους δημιουργεί προβλήματα.

http://sitalkisking.blogspot.com/2009/11/blog-post_23.html

Οι ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ, σύμβολα – παραδόσεις – δοξασίες.Πως τους διώχνουμε;




Λέγανε οι γιαγιάδες τα παλιά χρόνια στα εγγονάκια τους για να κάθονται ήσυχα ότι κάθε νύχτα του Δωδεκαήμερου στους δρόμους του χωριού και στα χαλάσματα κυκλοφορούν οι τρομεροί Καλικάντζαροι!

Μα τι ήταν αυτοί οι καλικάντζαροι; Όπως λοιπόν έλεγαν οι παλιές γιαγιάδες, ήταν αερικά, ξωτικά. Η πιο δημοφιλής κατηγορία όντων της λαϊκής μας παράδοσης είναι αναμφίβολα οι καλικάντζαροι.
Πότε “εμφανίστηκαν -Ιστορία τους”;
Η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στα πολύ παλιά χρόνια. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως όταν οι ψυχές έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού, χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.
Πολύ αργότερα, οι Βυζαντινοί γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες. Ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά και για να γλιτώσουν απ’ αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Οι μασκαρεμένοι, όμως, έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με τον Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν. Για αυτό και κατά την διάρκεια των 12 αυτών ημερών η Εκκλησία δεν έχει νηστεία.
Με το πέρασμα του χρόνου όλα αυτά τα παράξενα φερσίματα, τα μασκαρέματα και οι φόβοι των ανθρώπων έμειναν ζωντανά στη μνήμη του λαού μας κι η πλούσια φαντασία του γέννησε σιγά-σιγά τα μικρά, αλαφροΐσκιωτα πλάσματα που τα ονόμασε καλικάντζαρους.
Τι είναι και ονομασίες τους ;
Τι είναι, όμως τελικά οι καλικάντζαροι; Οι γιαγιάδες μας παλιά έλεγαν πως είναι αερικά, ξωτικά. Σύμφωνα με σύγχρονη δοξασία, πρόκειται για «δαιμόνια» που εμφανίζονται κατά το Δωδεκαήμερο (από χτές μέχρι και τις 6 Ιανουαρίου). Επειδή από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα ο Χριστός είναι ακόμη αβάφτιστος, είναι και «τα νερά αβάφτιστα». Έτσι βρίσκουν ευκαιρία οι καλικάντζαροι ν’ αλωνίσουν τον κόσμο.
Κάποιοι πιστεύουν πως οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, ασχημομούριδες, ψηλοί και ξερακιανοί. Άλλοι λένε ότι φοράνε σιδεροπάπουτσα. Για άλλους, έχουν κόκκινα μάτια, πόδια τράγου και τριχωτό σώμα. Καθένας τους έχει κι από ένα κουσούρι. Άλλος κουτσός, άλλος στραβός ή μονόφθαλμος, άλλος μονοπόδαρος ή στραβοπόδαρος, άλλοι στραβοχέρηδες, στραβοπρόσωποι, με καμπούρα ή ουρά. Είναι διχόγνωμα όντα και φιλόνικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος μία δουλειά και όλα τα αφήνουν στη μέση. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, παρόλο που αυτή είναι η μεγάλη τους επιθυμία. Όσο, όμως, και αν διαφωνεί ο λαός για το πώς μοιάζουν οι καλικάντζαροι, όλοι συμφωνούν σε ένα πράγμα: στην ατελείωτη βλακεία και κουταμάρα τους.
Καθώς η παράδοση ρίζωνε, οι καλικάντζαροι απέκτησαν και άλλα ονόματα όπως: καλιοντζήδες, καλκάνια, καλιτσάντεροι, καρκάντζαροι, σκαλικαντζέρια, σκαντζάρια, τζόγιες, βερβελούδες, καλλισπούρδοι, καρκαλάτζαροι, καρκατσέλια, καρκαντζόλοι, καψιούρηδες, κολοβελόνηδες, λυκοκάντζαροι, μνημοράτοι, παγανοί, παρωρίτες, πλανητάροι, σιφιώτες, τσιλικρωτά, σταχτοπάτηδες κ.α.

Ολόκληρο το χρόνο οι καλικάντζαροι ζουν κάτω από τη γη, προσπαθώντας άλλος με τσεκούρι, άλλος με πριόνι ή μπαλτά και άλλοι με τα νύχια και τα σουβλερά τους δόντια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει απομείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και, επειδή φοβούνται μην πέσει η γη και τους πλακώσει, λένε “αφήστε το να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του”. Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη για να τυραννήσουν τους ανθρώπους και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ’ την αρχή.
Και τι δεν κάνουν οι καλικάντζαροι ξεπροβάλλοντας ένας-ένας από τις τρύπες τους πάνω στη γη. Την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη και περιμένουν να σμίξει η μέρα με τη νύχτα για να μπουν μέσα στα σπίτια. Αν και είναι κακά και πονηρά όντα, δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους, γι’ αυτό και οι γυναίκες ακόμα τα περιπαίζουν και τα βρίζουν και τα λεν σταχτοπόδηδες, σταχτιάδες, κατουρλήδες κ.λ.π.
Αλλοίμονο σε κείνον που θα πρέπει να βγει τη νύχτα και να πάει σε μακρινή δουλειά. Παρουσιάζονται μπροστά του οι καλικάντζαροι με διάφορες μορφές για να τον εκφοβίσουν ή να τον βλάψουν. Τον τραβολογούν, τον πειράζουν, τον καβαλικεύουν και χορεύουν γύρω του, εμποδίζοντάς τον να γυρίσει σπίτι. Η μανία τους, όμως, είναι να πειράζουν προπάντων τις κακόμοιρες τις γριές.

Χαρακτηριστικά.
Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια και κάνοντας μεγάλη φασαρία. Τις νύχτες του Δωδεκαήμερου μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γι’ αυτό και τα τζάκια είναι αναμμένα όλο το δωδεκαήμερο και έχουν πολύ φωτιά, γιατί τη φοβούνται πολύ. Αν καταφέρουν και μπουν σε κάποιο σπίτι, αρχίζουν να ανακατεύουν ό,τι βρουν μπροστά τους και να κάνουν ζημιές, μα πιο πολύ θέλουν να μαγαρίσουν τα φαγητά. Ό,τι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα, στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό στα χωριά. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο. Όταν οι νοικοκυρές ψήνουν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι (πλαστά), οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στην καπνοδόχο και απλώνουν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο θέλουν) και ζητούν ή βουτούν ότι υπάρχει στο τηγάνι ή στη θράκα. Η πιο αγαπημένη τροφή, όμως, των καλικαντζάρων είναι το χοιρινό κρέας και κυρίως το παστό του (το πάχος), το οποίο όταν ψήνεται και πέφτει στη θράκα, σκορπάει μια πολύ ευώδη και πολύ ευάρεστη μυρωδιά.

Πως τους αντιμετωπίζουμε;
Γι’ αυτό οι νοικοκυραίοι για να γλιτώσουν από δαύτους σκεπάζουν το χοιρινό με σπαράγγια. Το σπαράγγι όταν είναι χλωρό είναι πολύ νόστιμο και τρώγεται, όταν όμως παλιώσει γίνεται πολύ σκληρός αγκαθωτός θάμνος και γι’ αυτό σκεπάζουν μ’ αυτές το χοιρινό για να μην πλησιάζουν οι καλικάντζαροι. Με σπαράγγια επίσης σκεπάζουν και τα λουκάνικα και οτιδήποτε έχουν ετοιμάσει που έχει σαν πρώτη ύλη το χοιρινό.
Επίσης, οι νοικοκυρές μαζεύουν μέσα στο σπίτι ό,τι αγγεία βρίσκονται έξω και βάζουν στο άνοιγμα της καπνοδόχου ή πίσω από την πόρτα ένα κόσκινο. Οι καλικάντζαροι, ως περίεργοι που είναι και πάρα πολύ βλάκες αρχίζουν να μετρούν τις τρύπες: «ένα-δύο, ένα-δύο, ένα-δύο&» Παρακάτω δεν ξέρουν να μετρήσουν γιατί μπερδεύονται. Έτσι, χάνουν την ώρα τους, έχει πια ξημερώσει και οι καλικάντζαροι πρέπει να εξαφανιστούν.
Άλλοι κρεμούν το κατωσάγωνο ενός χοίρου στην καπνοδόχο, ή ένα δερμάτινο παλιοπάπουτσο ή ρίχνουν αλάτι στη φωτιά. Η απαίσια μυρωδιά του καμένου δέρματος και ο κρότος από το αλάτι κρατάει τους καλικάντζαρους μακριά.
Άλλοι πάλι, κρεμούν στο χερούλι της πόρτας μία τούφα λινάρι. Μέχρι να μετρήσουν οι καλικάντζαροι τις τρίχες του λιναριού φτάνει το ξημέρωμα και όπου φύγει φύγει.
Ένα ακόμα όπλο εναντίων των καλικαντζάρων είναι το λιβάνι. Το σιχαίνονται και γι’ αυτό οι νοικοκυρές θυμιατίζουν το σπίτι κάθε απόγευμα και αφήνουν το θυμιατήρι να λιβανίζει δίπλα στο τζάκι καθ΄ όλη τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου.
Του “Σταυρού” που περνάει ο Παπάς και αγιάζει τα σπίτια οι καλικάντζαροι, όπου φύγει-φύγει.

«Φεύγετε να φεύγουμε
τι έρχεται ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει»

Υπάρχουν, όμως, και φυτά που διώχνουν τους καλικάντζαρους και ταυτόχρονα φέρνουν καλή τύχη για τον καινούργιο χρόνο. Ένα τέτοιο φυτό, που βάζουμε ακόμα και σήμερα στα σπίτια μας τέτοιες μέρες είναι η κρεμμύδα. Η Χρυσοβασιλίτσα, όπως αλλιώς τη λένε, ακόμα και ξεχασμένη σε κάποια γωνιά του σπιτιού, βγάζει φύλλα τέτοια εποχή, και ξαναρχίζει τον κύκλο της ζωής της. Σαν το φως που ξαναγεννιέται στο χειμερινό ηλιοστάσιο, μας εύχεται καλές γιορτές και υγεία για την καινούργια χρονιά.
Άλλοι τρόποι για να αποφύγουν οι νοικοκυραίοι τους καλικάντζαρους είναι το σημείο του Σταυρού στη πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, τους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού, ο Αγιασμός των σπιτιών και μάλιστα τη παραμονή των Φώτων καθώς και η απαγγελία του «Πάτερ ημών&»
Υπάρχουν, όμως, και εκείνοι που θέλουν να τους καλοπιάσουν και τους πετούν γλυκά και τηγανίτες στην καπνοδόχο ή στις στέγες των σπιτιών.
Ο πιο γνωστός καλικάντζαρος είναι ο «Μανδρακούκος ο αρχηγός». Ο «Μανδρακούκος ο Ζυμαρομύτης» κρατάει για σκύπτρο την ποιμαντορική του γκλίτσα και συχνάζει στα μαντριά και τα βοσκοτόπια. Η σκούφια του, που την έχει υφάνει μόνος του από γουρουνότριχες, δεν φτάνει να σκεπάσει τα αυτιά του, που είναι μεγάλα σαν του γαϊδάρου. Έχει και μία τεράστια μύτη που του κρέμεται σαν μαλακό ζυμάρι. Ο Μανδρακούκος ρίχνει γάντζο από την καμινάδα και κλέβει λουκάνικα από την φωτιά και πειράζει τα πρόβατα στα βοσκοτόπια.
Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων την ημέρα των Φώτων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.).
Επίσης, καθαρίζονται και οι κοπριές των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται, το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι σταχτοπάτηδες πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους, γι’ αυτό τους λέμε και κατουρλήδες.

ΠΗΓΗ: Olympia.gr

Ο Θρακικός τάφος του Καζανλάκ



The tomb of Kazanlak

Η πόλη Казанлък (Καζανλάκ) βρίσκεται στην κεντρική Βουλγαρία... Γύρω από την πόλη απλώνεται η περίφημη Κοιλάδα των ρόδων... Σήμερα, μετά από τις πάμπολες ανακαλύψεις Θρακικών τάφων στην περιοχή, η κοιλάδα έχει καταλήξει να είναι πιο γνωστή ως "Κοιλάδα των Θρακών Βασιλέων". Στην περιοχή αυτή, οι κάτοικοι της Σευθόπολης, πρωτεύουσας του θρακικού βασιλείου των Οδρυσών, έθαβαν τους ηγεμόνες τους...



Στο Καζανλάκ, το 1944, κατά την διάρκεια ανέγερσης αντιαεροπορικής θέσης, βρέθηκε Θρακικός τάφος με περίφημες τοιχογραφίες, ο οποίος έδωσε σημαντικότατες πληροφορίες για την καθημερινή ζωή των Θρακών.



Είναι αψιδωτός πλινθόκτιστος θολωτός τάφος, για τη στέγαση των θαλάμων του οποίου κατασκευάστηκε μια χτιστή καμάρα και όχι η συνήθης απλή ξύλινη οροφή. Το μνημείο χρονολογείται από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα.





Η πέτρα που κάλυπτε τον θόλο του τάφου.





Η πρώτη προστατευτική κατασκευή το 1946.



Kazanlak's tomb protective structure

Η σημερινή κατασκευή


Οι Θράκες πίστευαν στη μεταθανάτια ζωή. Γι’ αυτό, όταν γεννιόταν ένας άνθρωπος, τον θρηνούσαν πικρά, ενώ όταν πέθαινε, τον αποχαιρετούσαν με γλέντι. Οι ηγεμόνες κηδεύονταν με ιδιαίτερες τιμές που διαρκούσαν τρεις μέρες . Την πρώτη μέρα έκαναν θυσίες στην είσοδο του τάφου. Την δεύτερη μέρα διοργάνωναν αγώνες. Το μεγαλύτερο έπαθλο δινόταν συνήθως για την πάλη. Επίσης, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, σε εκείνες τις Θρακικές φυλές που συνηθιζόταν η πολυγαμία, οι γυναίκες του νεκρού πολεμιστή συναγωνιζόντουσαν για την τιμή να ταφούν μαζί του. Πολύ συχνά, βέβαια, ο πολεμιστής θαβόταν με το αγαπημένο του άλογο. Μετά τις τρείς ημέρες ο νεκρός κηδευόταν ή αποτεφρωνόταν, ενώ ταυτόχρονα γινόταν νεκρώσιμο τραπέζι με πολλά τραγούδια και χορούς.



The tomb of Kazanlak

Από την μια μεριά του διαδρόμου υπάρχει τοιχογραφική ζώνη με φυτά, ενώ από την άλλη με σκηνή μάχης.



The tomb of Kazanlak

Στον θόλο του νεκρικού θαλάμου υπάρχουν δύο βασικές τοιχογραφικές ζώνες. Στην κατώτερη - κεντρική και μεγαλύτερη - εμφανίζονται υπηρέτες να μεταφέρουν, συνοδεία αυλών, τα άλογα προς το μέρος του αφέντη, πιθανότατα αυτόν για τον οποίο έχει κτιστεί ο τάφος, ο οποίος κάθεται πίσω από ένα χαμηλό τραπέζι γεμάτο με φαγητά. Το κάθισμα του, μια χαμηλή καρέκλα, φέρει μαξιλάρι με άσπρες και κόκκινες ρίγες. Είναι ντυμένος με λευκό χιτώνα και στους ώμους του φέρει πορφυρό μανδύα. Φοράει κόκκινα σανδάλια και τα πόδια του βρίσκονται πάνω σε υποπόδιο. Στο κεφάλι του φοράει χρυσό δάφνινο στεφάνι.



The tomb of Kazanlak

Η γυναίκα του κάθεται σε θρόνο στα αριστερά του με το κεφάλι σκυμμένο από το πένθος. Το αριστερό χέρι του άντρα ακουμπάει αυτό της γυναίκας σε μια χειρονομία αποχαιρετισμού... Στο δεξί του χέρι κρατάει ασημένιο κύπελλο. Στα δεξιά του άντρα, μια γυναικεία φιγούρα του προσφέρει έναν δίσκο με φρούτα... Κατά πολλούς, η φιγούρα αυτή αντιπροσωπεύει την Μεγάλη Μητέρα - Θεά των Θρακών.

Στην ανώτερη από τις βασικές τοιχογραφικές ζώνες παρουσιάζονται αρματοδρομίες, οι οποίες πολύ συχνά οργανώνονταν προς τιμήν του νεκρού.

Οι τοιχογραφίες φιλοτεχνήθηκαν πάνω σε ένα προκαταρκτικό σχέδιο το οποίο σχεδιάστηκε πάνω στο τελικό στρώμα του ασβεστοκονιάματος. Οι αχνές γραμμές αυτές είναι ακόμα και σήμερα ορατές σε διάφορα σημεία.

Στον τάφο βρέθηκε πρόσφατα επιγραφή η οποία δηλώνει ότι ο τάφος άνηκε στον Θράκα βασιλέα Ροίγο, (300-260π.Χ.) γιό του ιδρυτή της Σευθόπολης, βασιλέα Σεύθη Γ'

Οι τοιχογραφίες του τάφου είναι πάρα πολύ ευαίσθητες, για αυτόν τον λόγο ο τάφος δεν είναι ανοικτός για το κοινό. Πολύ κοντά, όμως, στο προστατευτικό κτίριο του τάφου έχει φτιαχτεί ένα ακριβές ομοίωμα του τάφου, από όπου και οι φωτογραφίες.

πηγή klearchosguidetothegalaxy

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Η ιστορία της βασιλόπιτας



Η ιστορία της βασιλόπιτας, είναι μια ιστορία που συνέβει πριν από 1500 χρόνια περίπου στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία. Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια. Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός - τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να την λεηλατήσει.


Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη. 


Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό. 


Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει. Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης. 


Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα! Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι. 
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. Τότε όμως, ο δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο.
Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά. 
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου.